Skip to main content

Κ. Μίχαλος: Ο επιχειρηματικός κόσμος επικροτεί τη στάση Αντ. Σαμαρά στις τουρκικές προκλήσεις

Τις προσπάθειες του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά για αποκλιμάκωση της έντασης στην περιοχή μετά τις τουρκικές προκλήσεις επικροτεί ο επιχειρηματικός κόσμος σύμφωνα με τον πρόεδρο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνο Μίχαλο ο οποίος αναφέρθηκε εκτενώς στις οικονομικές σχέσεις με τη γείτονα χώρα.

Μιλώντας στην ημερίδα με θέμα «Πού βαδίζει η Τουρκία», που διοργανώνει το περιοδικό Foreign Affairs, The Hellenic Edition, υπό την αιγίδα του ΕΒΕΑ ο κ. Μίχαλος τόνισε ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για την περαιτέρω σύσφιξη των επιχειρηματικών σχέσεων των δύο χωρών αλλά η προσπάθεια αυτή επηρεάζεται από την πορεία των διμερών πολιτικών σχέσεων.

Ο ίδιος σημείωσε ότι η παρά το γεγονός ότι οι δύο οικονομίες ανταγωνίζονται στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιανατολικής Ευρώπης, η Ελλάδα κατάφερε να διαχειριστεί ως ευκαιρία την ανάπτυξη της γειτονικής της χώρας. Η ενίσχυση των διμερών οικονομικών σχέσεων ευνοήθηκε και από το ευρύτερο κλίμα σχέσεων από το 1999 και μετά, που εκφράστηκε και σε μια σειρά από διμερείς συμφωνίες.

Η κατάργηση των τελωνειακών δασμών και άλλων εμποδίων στην ανάπτυξη του εμπορίου, δημιούργησε κίνητρα για τη δραστηριοποίηση περισσότερων ελληνικών επιχειρήσεων στη γειτονική χώρα.

Το 2013 οι τουρκικές εισαγωγές από την Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 15,2% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, φθάνοντας σε αξία τα 3,17 δισ. ευρώ.

Αντίστοιχα, οι τουρκικές εξαγωγές προς την Ελλάδα μειώθηκαν σε σύγκριση με το 2012 κατά 1% και ανήλθαν σε 1,08 δισ. ευρώ, σύμφωνα με το Τουρκικό Ινστιτούτο Στατιστικής.

Ο συνολικός όγκος του διμερούς εμπορίου ανήλθε σε 4,25 δισ. ευρώ το 2013 παρουσιάζοντας αύξηση κατά 14,9% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ενώ το εμπορικό πλεόνασμα υπέρ της Ελλάδας ανήλθε σε 2,09 δισ. ευρώ, εμφανίζοντας αύξηση κατά 25% σε σχέση με το 2012. Οι ελληνικές εξαγωγές αποτελούν σήμερα το 1,67% των συνολικών τουρκικών εισαγωγών.

Τα πετρελαιοειδή κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών προς την Τουρκία, με μερίδιο που αγγίζει το 75% επί του συνόλου. Με την εξαίρεση των πετρελαιοειδών, το ισοζύγιο για την Ελλάδα εμφανίζεται ελλειμματικό.

Κυριότερα εξαγώγιμα προϊόντα προς την Τουρκία είναι τα πλαστικά, το βαμβάκι και το αλουμίνιο, ενώ σημαντική αύξηση σημειώνουν οι εξαγωγές λιπασμάτων, σιδήρου- χάλυβα και φαρμακευτικών.

Σημαντικός ο τομέας των επενδύσεων

Ένας άλλος σημαντικός τομέας οικονομικών σχέσεων με τη γειτονική χώρα, είναι αυτός των επενδύσεων. Σήμερα, το ύψος των ελληνικών επενδύσεων στην Τουρκία ανέρχεται σε 6,6 δισ. δολάρια.

Σύμφωνα με στοιχεία του τουρκικού υπουργείου Οικονομικών, περίπου 500 εταιρείες ελληνικών συμφερόντων δραστηριοποιούνται στην Τουρκία, σε τομείς όπως αυτοί των τραπεζικών υπηρεσιών, των τροφίμων και της ενέργειας. Οι περίπου 250 από αυτές εδρεύουν στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης.

Ο τουρισμός αναδεικνύεται επίσης σε σημαντικό πεδίο ενίσχυσης των διμερών σχέσεων καθώς τα τελευταία χρόνια σημειώνεται μια εντυπωσιακή αύξηση του εξερχόμενου τουρισμού από την Τουρκία, ως αποτέλεσμα της μεταβολής του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού, της ενίσχυσης της μεσαίας τάξης αλλά και της αυξημένης πρόσβασης των πολιτών στο διαδίκτυο και στην πληροφορία.

Σύμφωνα με το γραφείο οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων (ΟΕΥ) της ελληνικής πρεσβείας στην Άγκυρα, την τελευταία δεκαετία ο αριθμός των Τούρκων που ταξιδεύουν στο εξωτερικό έχει σχεδόν διπλασιαστεί: Από 4 εκατ. το 2004 σε 7 εκατ. το 2014. Η Ελλάδα έχει σαφώς επωφεληθεί από αυτή την τάση.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις της τουριστικής αγοράς, η Ελλάδα θα δεχθεί μέχρι το τέλος του 2014 πάνω από 1 εκατομμύριο Τούρκους επισκέπτες, για πρώτη φορά στην ιστορία της. Σημειώνεται ότι το 2011 ο αντίστοιχος αριθμός ήταν περίπου 550.000.

Η Τουρκία, από την άλλη, αναμένεται να δεχθεί περίπου 800.000 επισκέπτες από την Ελλάδα, από 500.000 το 2011.

Περαιτέρω διείσδυση των ελληνικών προϊόντων, εκτιμάται ότι υπάρχει ειδικά σε κλάδους όπου η Ελλάδα αναπτύσσει ποιοτική και καινοτόμο παραγωγή, όπως τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα, τα φάρμακα και τα καλλυντικά, τα δομικά υλικά, τα πλαστικά και τα υλικά συσκευασίας, αλλά και στις κατασκευές, στην αγορά ακινήτων στην ενέργεια και ειδικότερα στις ανανεώσιμες πηγές.

Πηγή: ΑΜΠΕ