του Ole Hansen
Επικεφαλής Στρατηγικής Εμπορευμάτων στη Saxo Bank
Το πρόσφατο ράλι κερδών που κατέγραψαν τα πολύτιμα μέταλλα ανακόπηκε μετά την αιφνίδια επαναφορά του ενδεχομένου για αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) των ΗΠΑ τον Δεκέμβριο. Το αργό πετρέλαιο κατάφερε να σταθεροποιηθεί παρά τη συνεχιζόμενη έμφαση στην αύξηση της προσφοράς, ενώ το φυσικό αέριο κατευθυνόταν προς χαμηλό 13 ετών καταγράφοντας τις μεγαλύτερες μηνιαίες απώλειες του έτους. Μετά την κτηνοτροφία, τα βιομηχανικά μέταλλα ήταν ο κλάδος που δέχθηκε το μεγαλύτερο πλήγμα από την ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ και τους φόβους για επιβράδυνση της οικονομίας στην Κίνα.
Η αντίστροφη μέτρηση των έξι εβδομάδων, έως την ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων της Fed τον Δεκέμβριο, θα βρεθεί στο επίκεντρο της αγοράς τις ερχόμενες εβδομάδες. Παράλληλα θα υπάρξει ενδελεχής ανάλυση των οικονομικών στοιχείων που θα δημοσιευτούν αυτή την περίοδο, ιδιαίτερα των μηνιαίων εκθέσεων απασχόλησης στις 6 Νοεμβρίου και τις 4 Δεκεμβρίου. Επιπρόσθετα, το ενδεχόμενο ανακοίνωσης περαιτέρω μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στις 3 Δεκεμβρίου θα ενισχύσει την αβεβαιότητα στις αγορές κατά την περίοδο αυτή.
Η αβεβαιότητα θα ενταθεί ιδιαίτερα δε για τους επενδυτές του συναλλάγματος που κερδοσκοπούν στη βραχυπρόθεσμη κατεύθυνση του EURUSD, το οποίο αποτελεί το πλέον διαπραγματεύσιμο ζεύγος στον κόσμο. Με ενέργειες και από τις δύο κεντρικές τράπεζες το δολάριο ενδέχεται να ενισχυθεί το νέο έτος, γεγονός που θα επιβαρύνει το ήδη δύσκολο περιβάλλον για τα εμπορεύματα, καθώς αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω του πλεονάσματος προσφοράς και παραγωγικής δυναμικότητας.
Ο δείκτης εμπορευμάτων Bloomberg, ο οποίος παρακολουθεί την απόδοση μιας σειράς πρώτων υλών από την ενέργεια, τα μέταλλα και τη γεωργία, έκλεισε χαμηλότερα για τέταρτο μήνα, αλλά παραμένει υψηλότερα από το χαμηλό 13 ετών που κατέγραψε τον Αύγουστο. Από την αρχή του έτους έως σήμερα, ο κλάδος της ενέργειας και ο κλάδος των βιομηχανικών μετάλλων είχαν τη μεγαλύτερη συνεισφορά στις απώλειες μεγέθους 17% που έχει καταγράψει ο δείκτης.
Τα βιομηχανικά μέταλλα ήταν ο κλάδος με τη χειρότερη απόδοση την περασμένη εβδομάδα, καθώς η προοπτική για αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ συντομότερα σε σχέση με το αναμενόμενο και οι ανησυχίες για την ανάπτυξη στην Κίνα οδήγησαν τον κλάδο σε αρνητικό πρόσημο. Ο ψευδάργυρος σημείωσε πτώση και στην πορεία απώλεσε το σύνολο των κερδών που είχε καταγράψει στις 8 Οκτωβρίου, όταν η Glencore ανακοίνωσε μείωση της παραγωγής. Ο χαλκός συνεχίζει να έχει την καλύτερη στήριξη, ωστόσο κατέγραψε ζημιές την περασμένη εβδομάδα και πλέον έχει απολέσει το ήμισυ των κερδών που είχε καταγράψει στο ράλι του Οκτωβρίου.
Τα Futures σιταριού κατέγραψαν κέρδη και στις δύο ακτές του Ατλαντικού, λόγω των καλύτερων στοιχείων για τις εξαγωγές από τις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με τις αυξανόμενες ανησυχίες για ξηρασία στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και τη δυτική Αυστραλία. Το τελευταίο οφείλεται στην ενδυνάμωση του φαινόμενου El Nino, το οποίο αναμένεται να είναι το ισχυρότερο των τελευταίων δεκαετιών. Γενικά, το φαινόμενο προκαλεί υπερβολικές βροχοπτώσεις στη Νότια Αμερική και ξηρασία στη νοτιοανατολική Ασία, καθώς και στην Αυστραλία. Οι τιμές των μαλακών εμπορευμάτων (soft commodities), όπως ο καφές, το κακάο και ιδιαίτερα η ζάχαρη, ενδέχεται να σημειώσουν άνοδο λόγω των καιρικών αυτών φαινομένων.
Οι επενδυτές που τοποθετούνται στην άνοδο του χρυσού οπισθοχωρούν, καθώς η αύξηση των επιτοκίων επιστρέφει στο επίκεντρο
Η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοιχτής Αγοράς (FOMC) των ΗΠΑ απογοήτευσε τους επενδυτές πολύτιμων μετάλλων, καθώς η Fed αναβίωσε την πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων τον Δεκέμβριο. Τόσο ο χρυσός όσο και ο άργυρος υποχώρησαν χαμηλότερα από το πρόσφατο σημείο στήριξης, ενώ οι αυξημένες θέσεις αγοράς και στα δύο μέταλλα δημιουργούν ένα απαιτητικό περιβάλλον.
Ενώ τον Ιούλιο σημειώθηκε ρεκόρ καθαρών θέσεων πώλησης στον χρυσό, τους τελευταίους μήνες παρατηρείται σημαντική μεταβολή στο συναίσθημα των hedge fund. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων εβδομάδων μόνο, οι καθαρές θέσεις αγοράς στον χρυσό έχουν τριπλασιαστεί, από τα 40.000 συμβόλαια στα 122.000 συμβόλαια στις 20 Οκτωβρίου, ενώ οι κερδοσκόποι του άργυρου έχουν συγκεντρώσει καθαρές θέσεις αγοράς ΣΜΕ όγκου 45.000 συμβολαίων.
Από τότε που ξεκίνησε η συγκέντρωση των κερδοσκοπικών στοιχείων για τον άργυρο, το 2006, έχει παρατηρηθεί παρόμοια κερδοσκοπική κίνηση τέτοιου βεληνεκούς σε πέντε περιπτώσεις – και όλες οδήγησαν σε σημαντική υποχώρηση των τοποθετήσεων σε άνοδο του άργυρου.
Αν και η θεμελιώδης προοπτική για τον άργυρο το 2016 είναι καλύτερη σε σχέση με την προοπτική του χρυσού, ο χρυσός συνεχίζει να διατηρεί υψηλό συντελεστή Βήτα (Beta), και όταν ο χρυσός κινείται, ο άργυρος τείνει να αντιδρά εντονότερα. Ο δείκτης χρυσός/αργύρου, ο οποίος επιμετράει τις ουγγιές αργύρου που απαιτούνται για την αγορά μίας ουγγιάς χρυσού, έχει αυξηθεί στις 73,8 μονάδες αφού σημείωσε χαμηλό τεσσάρων μηνών στις 71,3 μονάδες νωρίτερα αυτόν τον μήνα.
Μετά τη διάσπαση των 1.158 USD / ουγγιά και των 15,65 USD / ουγγιά αντίστοιχα, τα δύο μέταλλα θα τηρήσουν αμυντική στάση από τη ρευστοποίηση των θέσεων αγοράς, ενόψει της έκθεσης απασχόλησης των ΗΠΑ, η οποία θα δημοσιευθεί τις επόμενες εβδομάδες και θα αποτελέσει το πρώτο στοιχείο καθοδήγησης σχετικά με τις ενέργειες στις οποίες θα προχωρήσει τελικά η Fed τον Δεκέμβριο.
Η φυσική ζήτηση από την Ινδία ενόψει της Γιορτής του Φωτός (Diwali) στις 11 Νοεμβρίου και η προοπτική λήψης πρόσθετων μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενδέχεται να παράσχουν επαρκή στήριξη προκειμένου να διατηρηθεί η τρέχουσα ανάκαμψη. Ο χρυσός διαπραγματεύεται εντός ανοδικού εύρους, με το χαμηλό να διαμορφώνεται στα 1.115 USD / ουγγιά.
Σε αναζήτηση εύρους το αργό πετρέλαιο
Την Τετάρτη, η εβδομαδιαία έκθεση αποθεμάτων της Υπηρεσίας Ενέργειας των ΗΠΑ (EIA) πυροδότησε τη μεγαλύτερη άνοδο για τις τελευταίες οχτώ εβδομάδες. Για πρώτη φορά μέσα στις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες, τα αποθέματα αυξήθηκαν με μικρότερο ρυθμό από τον αναμενόμενο, ενώ η ζήτηση από τα διυλιστήρια αυξήθηκε. Μετά τις μαζικές πωλήσεις των προηγούμενων τριών εβδομάδων που οδήγησαν σε υποχώρηση 17%, στην αγορά επικρατούσαν συνθήκες υπερπώλησης, γεγονός το οποίο επίσης ενίσχυσε την ένταση της αντίδρασης.
Η βενζίνη κατέγραψε μεγαλύτερες αποδόσεις σε σχέση με το αργό πετρέλαιο, καθώς έλαβε ώθηση από τη μη αναμενόμενη ισχυρή αύξηση της ζήτησης από τα διυλιστήρια και τη μεγαλύτερη από την αναμενόμενη μείωση των αποθεμάτων. Εάν τα διυλιστήρια ανακάμψουν συντομότερα από ό,τι αναμενόταν, θα παρέχουν στήριξη στις τιμές, καθώς αυτό θα τραβήξει την προσοχή από τα συνεχώς αυξανόμενα αποθέματα αργού πετρελαίου, τα οποία παραμένουν υψηλότερα κατά 100 εκατ. βαρέλια σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας.
Τα αποθέματα αργού πετρελαίου των ΗΠΑ συνεχίζουν να αυξάνονται, ενώ ο ρυθμός αύξησης των αποθεμάτων στη βενζίνη επιβραδύνεται
Η υπερπροσφορά και τώρα το ενδεχόμενο περαιτέρω ενίσχυσης του USD που βρίσκεται στο επίκεντρο, ιδιαίτερα μετά τη μετριοπαθή ανακοίνωση της FOMC, περιορίζουν την προοπτική ανόδου σε μια ζώνη αντίστασης μεταξύ 46,75 USD / βαρέλι και 47,75 USD / βαρέλι. Παράλληλα, η απότομη διόρθωση από το χαμηλό της Τρίτης θα μπορούσε να συμβάλει στον προσδιορισμό του χαμηλού επιπέδου του τρέχοντος διαπραγματευτικού εύρους.
Το πλήγμα των υφιστάμενων χαμηλών τιμών του πετρελαίου έχει γίνει αισθητό σε όλες τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες και τις εταιρείες ενέργειας. Στην τελευταία έκθεσή του για την Οικονομική Προοπτική της Μέσης Ανατολής, το ΔΝΤ ανέφερε ότι η Σαουδική Αραβία κινδυνεύει να μείνει χωρίς ρευστό έως το 2020, εάν συνεχιστούν οι τρέχουσες χαμηλές τιμές. Πολλές εταιρείες πετρελαίου και αερίου στις ΗΠΑ και την Ευρώπη κατέγραψαν ζημιές κατά το γ’ τρίμηνο, ενώ συνεχίζει ο περιορισμός των κεφαλαιουχικών δαπανών.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το υφιστάμενο εύρος τιμών μεταξύ 43 USD και 50 USD είναι αρκετά χαμηλό προκειμένου να στηρίξει μια διαδικασία αναπροσαρμογής, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ όπου η τρέχουσα παραγωγή είναι μειωμένη κατά 400.000 βαρέλια σε σχέση με το πρόσφατο υψηλό. Ωστόσο, παράλληλα, είναι επίσης σαφές ότι όσο τα μέλη του ΟΠΕΚ συνεχίζουν να αυξάνουν την παραγωγή ενόψει της αναμενόμενης αύξησης των εξαγωγών από το Ιράν το επόμενο έτος, η διαδικασία αυτή θα είναι χρονοβόρα.