Skip to main content

Απολαυστικό, αστείο και θεραπευτικό ανάγνωσμα

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]

«Οι περιπέτειες του Ρόντερικ Ράντομ» του Τομπάιας Τζορτζ Σμόλετ (1721-1771)  κυκλοφορούν από τη σειρά Orbis Literæ των εκδόσεων Gutenberg, σε μετάφραση Ρένας Χατχούτ.

Ο ήρωας της ιστορίας, Ρόντερικ Ράντομ, είναι παιδί Σκωτσέζου ευγενούς αλλά η  μητέρα του είναι  κατώτερης τάξης, και για τον λόγο αυτό στερείται την αγάπη, την προστασία αλλά και την κληρονομιά του παππού του. Η μητέρα του πεθαίνει, λόγω κακουχιών, λίγες ημέρες μετά τη γέννησή του και ο πατέρας του εξαφανίζεται βυθισμένος στο πένθος και την τρέλα.  Ο Ρόντερικ μεγαλώνει μόνος και βρίσκεται σε μια διαρκή αναζήτηση. Εριστικός και συχνά βίαιος μα και τρυφερός συνάμα, διηγείται –σε πρώτο πρόσωπο- τις περιπέτειές του.  «Η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο διευκολύνει τον αναγνώστη να ταυτιστεί έμμεσα με τον πρωταγωνιστή, ώστε να εγκαταλείψει το παθητικό του βόλεμα στην πολυθρόνα του και να παρασυρθεί επιδέξια σε μιαν απολαυστική προσωρινή ψευδαίσθηση που του δίνει σχεδόν θεϊκή δύναμη και τον κάνει να νιώθει άτρωτος. Ο Ρόντερικ ζει περιπέτειες που δεν θα τις άντεχαν οι ήρωες της αληθινής ζωής. Η ανθεκτικότητά του αυτή, που την ατσαλώνουν η υπομονή με την οποία αντιμετωπίζει τις αντιξοότητες καθώς και η πανίσχυρη δίψα για εκδίκηση που διαπνέει ολόκληρο το μυθιστόρημα, επίσης όμως το κέφι του για τη ζωή, για τα σκληρά χτυπήματά της, για τα άσχημα τραύματά της αλλά και για τις σαρκικές και οικονομικές απολαύσεις της, καθιστούν τον πρώτο ήρωα του Σμόλετ αληθινή αρχέτυπη φιγούρα στο πρότυπο του ομηρικού Οδυσσέα», διαβάζουμε στην Εισαγωγή του βιβλίου, που υπογράφει ο Πολ-Γκαμπριέλ Μπουσέ.

Στο διαρκές ταξίδι του,  ο Ρόντερικ ανακαλύπτει τον κόσμο  αλλά και τον εαυτό του. Περιπλανιέται σε στεριές και θάλασσες –Λονδίνο, Γαλλία, δυτικές Ινδίες,  δυτική Αφρική, Νότια Αμερική-,  μπεκροπίνει σε καπηλειά, καβγαδίζει και ερωτεύεται –τον ακούμε, χαρακτηριστικά, να λέει:«…το σύνολο ήταν τόσο γοητευτικά ελκυστικό, που ήταν αδύνατον οποιοδήποτε πλάσμα με την παραμικρή ευαισθησία να το βλέπει χωρίς να το θαυμάζει και να το θαυμάζει χωρίς να το ερωτεύεται παθιασμένα. Πόσο συχνά καταράστηκα την κατώτερη θέση μου που με τοποθετούσε τόσο άπειρα πιο χαμηλά από τις βλέψεις του λατρεμένου μου ειδώλου! Αλλά και πόσο συχνά ευλόγησα τη μοίρα μου που μου επέτρεπε ν’ απολαμβάνω καθημερινά τη θέα τόσης τελειότητας! Όταν μιλούσε άκουγα με ευχαρίστηση·  αλλά όταν απευθυνόταν σε μένα, η ψυχή μου παλλόταν από μια εκστατική, θυελλώδη χαρά…».

Ο Τομ Μπαλαούρος, θείος του Ρόντερικ,  όσο μπορεί τον βοηθά, ενώ παρέα στις περιπέτειές του  έχει τον πιστό του φίλο Ξουράφη. Ο Αμπλαούμπλας, ο κύριος Ξινίλας, ο ληστής Καραμπίνας, ο γυρολόγος Σόνι ο Πάπιας,  ο Γλείφτης, ο Μεζούρας, η Τζένη η Παιχνιδιάρα, ο Μόργκαν, ο Τόμσον, η δεσποινίς Γουίλιαμς, ο Τζακ ο Φασαρίας, ο λοχαγός Νυφίτσας, ο πλοίαρχος Κοκέτης, ο Τζακ Παπαφίγκος, η Μελίντα, η Ναρσίσα, ο Μπίλι ο Παρλαπίπας, ο Ανακατωσούρας και πολλοί άλλοι πλαισιώνουν τις εμπειρίες του.

Ο ίδιος ο συγγραφέας, στον Πρόλογο της πρώτης έκδοσης του 1748, μεταξύ άλλων, σημειώνει: «…Προσπάθησα να παρουσιάσω έναν συνηθισμένο άνθρωπο που παλεύει με όλες τις αντιξοότητες στις οποίες εκτίθεται ένα ορφανό χωρίς φίλους εξαιτίας της δικής του απειρίας αλλά και λόγω του εγωισμού, του φθόνου, της κακίας και της αισχρής αδιαφορίας του κόσμου. Για να εξασφαλίσω την εύνοια του κοινού, τον εφοδίασα με καλή καταγωγή και μόρφωση –πλεονεκτήματα που στη διάρκεια των ατυχιών του θα τον βοηθήσουν να εξασφαλίσει την πιο θερμή συμπάθεια των καλόκαρδων αναγνωστών. Και παρότι προβλέπω ότι κάποιοι θα προσβληθούν από τις άσχημες σκηνές στις οποίες παίρνει μέρος, είμαι πεπεισμένος ότι οι μυαλωμένοι  δεν θα διακρίνουν μόνο την αναγκαιότητα της περιγραφής αυτών των καταστάσεων, όπου φυσικά εμπλέκεται εκ των πραγμάτων εξαιτίας της χαμηλής κοινωνικής θέσης του, αλλά επίσης ότι θα διασκεδάσουν βλέποντας εκείνες τις πλευρές της ζωής όπου οι διαθέσεις και τα πάθη δεν κρύβονται από την προσποίηση, τους τύπους ή την παιδεία· και ο χαρακτήρας εμφανίζει τις ιδιαιτερότητες που έχει από φυσικού του…».

Γραμμένο τον 18ο αιώνα, το  σπουδαίο έργο άντεξε τη δοκιμασία του χρόνου -μεστό και απολαυστικό, είναι μια ξεκαρδιστική σάτιρα που καταγράφει την υποκρισία της εποχής του αλλά και κάθε εποχής. Έτσι, δε λείπουν και τα συμπεράσματα ζωής, με τον Ρόντερικ, για παράδειγμα, να διαπιστώνει: «…όπως με δίδαξε η πείρα, τα ασήμαντα ευεργετήματα αναγνωρίζονται και οι πιθανές μικροπροσβολές μπορεί να συγχωρούνται, όμως πιο αγνώμων άνθρωπος από κείνον που έχεις περισσότερο βοηθήσει δεν υπάρχει, ούτε εχθρός πιο αδυσώπητος από κείνον που σ’ έχει περισσότερο αδικήσει…».

Στην Εισαγωγή του, ο Μπουσέ αναφέρει: «…Το Ρόντερικ Ράντομ δεν πρέπει να διαβαστεί ούτε σαν ένα ανόθευτο ρεπορτάζ ούτε σαν εγχειρίδιο ηθικής του σεξ με αποφθέγματα. Παραμένει, πρωτ’ απ’ όλα, ένα πολύ απολαυστικό και αστείο βιβλίο, ένα θεραπευτικό ανάγνωσμα. Ο δόκτωρ Τζορτζ Τσένι, συμπατριώτης του Σμόλετ, θα το είχε εγκρίνει στο έργο του “Αγγλική Ασθένεια” (1733), όπου συμβούλευε ότι “η ανάγνωση πρέπει να είναι ελαφριά, διασκεδαστική και απολαυστική σαν την τροφή”….».