Skip to main content

Το «Αλεξανδρινό κουαρτέτο» ταξιδεύει στην Καβάλα

Πλάθοντας ένα εύθραυστο ποιητικό περιβάλλον, διάστικτο από πολλαπλές αναγνώσεις, γεμάτο εναλλαγές του πραγματικού με το φαντασιακό, ο εικαστικός Ανδρέας Γεωργιάδης εμπνεύστηκε από την τετραλογία του Λώρενς Ντάρελ, «Αλεξανδρινό κουαρτέτο», και παρουσιάζει την ομότιτλη πολυταξιδεμένη του έκθεση ζωγραφικής στην Οικία Μοχάμετ Άλι, στην Καβάλα.

Η έκθεση οργανώνεται από το Ερευνητικό Κέντρο MOHA, σε επιμέλεια της Φανής – Μαρίας Τσιγκάκου. Τα εγκαίνιά της θα πραγματοποιηθούν την Τετάρτη 3 Αυγούστου, στις 8 το βράδυ, και θα διαρκέσει έως τις 15 Σεπτεμβρίου.

Συνεπαρμένος από τη μοναδική ατμόσφαιρα της Αλεξάνδρειας και από το κορυφαίο μυθιστόρημα – ποταμό του Βρετανού συγγραφέα, ο Ανδρέας Γεωργιάδης δημιούργησε μια εικαστική καταγραφή από στιγμιότυπα, εντυπώσεις και αναμνήσεις, συνδυάζοντας το πραγματικό με το φανταστικό, το παρελθόν με το παρόν, την κυριολεξία με τη μεταφορά, σε 33 έργα, όλα μελάνια σε χαρτί.

Με επιτυχημένη πορεία

Η έκθεση πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, τον Οκτώβριο του 2014, ενταγμένη στον εορτασμό των 12ων γενεθλίων της Βιβλιοθήκης, με καλεσμένους από όλο τον κόσμο. Η παρουσίαση σημείωσε μεγάλη επιτυχία, ενώ ο κυβερνήτης της Αλεξάνδρειας απένειμε στον ζωγράφο το χρυσό κλειδί της πόλης. Στη συνέχεια, η έκθεση μεταφέρθηκε στο Κάιρο, στο μεσαιωνικό Παλάτι Amir Taz (υπό την αιγίδα του Αιγυπτιακού Υπουργείου Πολιτισμού), στην Ianos Αίθουσα Τέχνης της Αθήνας (με την υποστήριξη του British Council και του Μορφωτικού Κέντρου της Αιγύπτου), στο Λονδίνο, στο Hellenic Centre (με την υποστήριξη της Ελληνικής Πρεσβείας στο Λονδίνο) και στον Χαρουπόμυλο, στο Ρέθυμνο, τον περασμένο Ιούνιο, στο πλαίσιο των εργασιών του 19ου Διεθνούς Συνεδρίου για τον  Ντάρελ που διοργάνωσε το International Lawrence Durrell Society, αποσπώντας πολύ καλές κριτικές.

Μετά από μεθοδική έρευνα

Ο Ανδρέας Γεωργιάδης, μετά από μεθοδική έρευνα σε πλούσιο αρχειακό υλικό, ανασυνθέτει με τη ζωγραφική του την εποχή της δεκαετίας του 1940, μέσα από σημεία – ορόσημα της πόλης που περιγράφει ο συγγραφέας στην τετραλογία του: θέατρα, καφενεία, παραλίες, εστιατόρια, δρόμους, πλατείες, ξενοδοχεία, μπαρμπέρικα, σπίτια, λιμάνια, σταθμούς τραίνων, καθώς και στιγμιότυπα των πρωταγωνιστών του έργου, μαρτυρώντας έτσι την ιστορία της Αλεξάνδρειας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και συνιστώντας, ταυτόχρονα, μια υποκειμενική ανθρωπογεωγραφία.

Ο καλλιτέχνης σημειώνει στο εισαγωγικό κείμενο της έκθεσης: «Πρωτοδιάβασα το “Αλεξανδρινό κουαρτέτο” στα είκοσι μου χρόνια. Θυμάμαι ακόμα πολύ ζωηρά την καθηλωτική συγκίνηση του συναισθήματος ότι ο κόσμος είναι (ή μπορεί και να είναι) αλλιώς. Η ανάγνωση του κόσμου και των ανθρώπινων σχέσεων από τον Λώρενς Ντάρελ χάραξε μέσα μου μια διαφορετική ανθρωπογεωγραφία.

Είκοσι δύο χρόνων. Επισκέπτομαι για πρώτη φορά την πόλη. Η πραγματικότητα αποκαλυπτική. Όλοι και όλα είναι εκεί. Ανέγγιχτα. Ο Ντάρελ, ο Καβάφης, ο Τσίρκας, ο Φόρστερ – οι ήρωες του “Κουαρτέτου”. Πρόσωπα, κτήρια, ήχοι, γεύσεις, μυρωδιές καίγονται από την έρημο και δροσίζονται από τη Μεσόγειο.

Από τότε, ο χρόνος κυλά. Το “Κουαρτέτο” επιστρέφει τακτικά στα διαβάσματά μου. Σιγά σιγά, η ονειρική επαφή μου με αυτά που με συγκινούν περισσότερο αποκτά μια υγρή διάσταση, καθώς το μελάνι ποτίζει τα χαρτιά μου, καταγράφοντας ημιτόνια φωτός, αισθήματα απώλειας ή προσμονής, βλέμματα.

Οι καταγραφές πληθαίνουν. Παίρνουν χαρακτηριστικά στέρεου συναισθήματος. Και στα σαράντα μου χρόνια πλέον, τολμώ να αρθρώσω το θέλω μου: μια ολόκληρη ενότητα, αφιερωμένη στο βιβλίο της ζωής μου.

Πυκνώνω την πραγματική μου επαφή με την πόλη, ερευνώντας ασταμάτητα δρόμους και πλατείες, κτήρια χαμένα από καιρό, καφενεία και εστιατόρια. Προσπαθώ να αποδείξω μέσα μου την πραγματικότητα της πραγματικότητας. Και ευτυχώς, όλοι και όλα παραμένουν ακόμη εκεί:

Η μεγάλη Κορνίς καίει κάτω από τον απογευματινό ήλιο. Ο Ντάρλυ με τη Μέλισσα περπατούν αγκαλιασμένοι. Ο Βαλτάσαρ, καθισμένος στου Παστρούδη, προετοιμάζει τη βραδινή του ομιλία για τον Παράκελσο και τους γνωστικούς. Στο ξενοδοχείο Σέσιλ, ο Νεσήμ ζητεί την Ιουστίνη σε γάμο.  Απέναντι ακριβώς, στον τέταρτο όροφο του ξενοδοχείου Μετροπόλ (ή αλλιώς Εταιρεία Ύδρευσης), ο Κ. Π. Καβάφης καθισμένος στο γραφείο του, κρυμμένος πίσω από στοίβες βιβλίων, διορθώνει με μεγάλη επιμέλεια το τελευταίο δοκίμιο από το τυπογραφείο Κασιμάτη & Ιωνά ενός μονόφυλλου ποιήματός του. Το βράδυ, θα συναντήσει τον Ε. Φόρστερ, στη Λέσχη Μοχάμεντ Άλι της οδού Φουάντ. Προς το παρόν, ο τελευταίος παίρνει για μια ακόμη φορά το ίδιο τραμ, με την κρυφή ελπίδα ότι ο εισπράκτορας θα είναι ο Μωχάμεντ ελ – Αντλ.

Γιατί αυτή είναι η μαγεία της Αλεξάνδρειας “των πέντε φυλών και πέντε γλωσσών”. Η διήθηση του πραγματικού στο φανταστικό και αντίστροφα, χιλιάδες χρόνια τώρα. Μόλις κάτω από την κουρασμένη επιδερμίδα του επίπονου σήμερα, νιώθει κανείς αμέσως τις φλέβες του χθες να κυλούν ασταμάτητα, ενεργοποιώντας ταυτόχρονα τη μνήμη.

Η δική μου μνήμη είναι η ζωγραφική μου. Επιστρέφω, λοιπόν, με αυτήν ένα αντίδωρο: είκοσι δύο χρόνια μετά την πρώτη ανάγνωση, είκοσι μετά το πρώτο ταξίδι. Στον Π. Καρασούλο που μου δίδαξε το “Κουαρτέτο”, στον Λ. Ντάρελ που με ξενάγησε συναρπαστικά στην πόλη, που με ενέπνευσε από την πρώτη στιγμή».

«Η πρόθεση του ζωγράφου δικαιώθηκε»

Η επιμελήτρια της έκθεσης, Φανή – Μαρία Τσιγκάκου, γράφει στο εισαγωγικό της κείμενο: «Αλεξάνδρεια. Χώματα ιερά, με όλη την προϊστορική τους ακεραιότητα. Πριγκίπισσα και πόρνη. Αυτή είναι η Αλεξάνδρεια του Λώρενς Ντάρελ (1912 – 1990), συναρπαστική πολιτεία, όπου περιφέρονται οι μοιραίοι ήρωες του “Κουαρτέτου”. Η τετραλογία, με τον τίτλο “Το αλεξανδρινό κουαρτέτο” (“The alexandria quartet”), που κυκλοφόρησε στα 1957 – 1960, θεωρείται ένα εμβληματικό λογοτεχνικό έργο και ένα αριστούργημα ποιητικής πρόζας.

Ήταν γενναία η πρόθεση του ζωγράφου Ανδρέα Γεωργιάδη να μετουσιώσει με την τέχνη του, “με τα υγρά μελάνια του”, το βιβλίο που ο ίδιος αποκαλεί “Το βιβλίο της ζωής του”. Να αποτίσει, δηλαδή, φόρο τιμής στην Αλεξάνδρεια του Ντάρελ, όταν “το σούρουπο, τη μεταμορφώνει σε μια μωβ ζούγκλα”, είτε “καθώς πέφτει η νύχτα, ανάβουν τα χίλια καντηλέρια των πάρκων και των κτηρίων της, ενώ οι φοίνικες παντρεύονται με τους μιναρέδες”, είτε όταν “η λεπτή σκόνη από το χαμσίνι σκορπάει παντού αντικαθρεφτίσματα, λεηλατώντας τη σκηνογραφία του τοπίου”.

Διόλου εύκολη υπόθεση. Διότι οι εικόνες που φιλοτέχνησε ο ζωγράφος, οι οποίες προέκυψαν φυσικά από αλληλουχίες μεταστοιχειώσεων και συναρτήσεων φορτισμένων από τις προσωπικές του διαδρομές, αποτυπώνουν την προσωπική του προσέγγιση και, συνακόλουθα, επικαλούνται μια νέα ανάγνωση των λογοτεχνικών αναφορών, που υποδηλώνονται στους τίτλους που τις συνοδεύουν.

Ωστόσο, η ζωγραφική του Ανδρέα Γεωργιάδη, αν και παραστατική στη διατύπωση, δεν είναι αφηγηματική. Ο ρεαλισμός του δεν εικονογραφεί τις σελίδες του αναγνώσματος, αλλά υπαινίσσεται την ατμόσφαιρα και τις αθέατες ιστορίες, που στοιχειώνουν τους γνώριμους ήρωες, τα σπίτια, τα πολυτελή ξενοδοχεία, του δρόμους και το τοπίο. Επιπλέον, οι εικόνες που αναδύονται από τα μελάνια του ζωγράφου, είναι διαποτισμένες με στοιχεία λυρισμού και νοσταλγίας, ενώ, παράλληλα, εμφορούνται από ένα βαθύτερο περιεχόμενο, που προσκαλεί τον θεατή σε μία άμεση ιδιωτική συνομιλία. Θεωρώ, λοιπόν, ότι η πρόθεση του ζωγράφου δικαιώθηκε, διότι προσέδωσε στα έργα μία αυτόνομη προσωπική ζωή, που υπερβαίνει το λογοτεχνικό ερέθισμα.

Όταν το 1965, ο εκδοτικός οίκος Ίκαρος εξέδωσε τα “Ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη” μαζί με τη σειρά συνθέσεων, που είχε φιλοτεχνήσει ο Γιάννης Μόραλης, ο ποιητής σχολίασε: “Σπάνια μου πέτυχαν τα ζευγαρώματα των τεχνών. Ήταν πάντα για μένα κάτι σαν δυο άλογα ζεμένα στο ίδιο αμάξι, που, ξαφνικά, τραβούν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Έτσι, άκουσα με δισταγμό την ιδέα του Ικάρου να ζητήσει από τον Γιάννη Μόραλη να εικονογραφήσει τα ποιήματά μου. Ωστόσο, όταν, ύστερα από αρκετούς μήνες, ο Μόραλης μου έδειξε τις ζωγραφιές του, κατάλαβα πως μπορεί κάποτε να μην υπάρχει διόλου αμάξι, παρά μόνο δυο ελεύθερα άλογα, καλπάζοντας ανεξάρτητα σ’ ένα πράσινο λιβάδι”.

Εύχομαι το άλογο του Ανδρέα Γεωργιάδη να μεταμορφωθεί σε έναν Πήγασο, που θα οδηγεί τον αναβάτη του σε ολοένα  “υψηλότερες” διαδρομές».

Πληροφορίες

Οικία Μοχάμετ Άλι: Πλατεία Μεχμέτ Αλή, Παναγία – Καβάλα, τηλ.: 2510 620154 – 5. Ώρες λειτουργίας έκθεσης: καθημερινά: 10:00 – 14:00 και 18:00 – 21:00.

naftemporiki.gr