Η Κόκκινη Εκκλησιά αποτελεί το μοναδικό σωζόμενο βυζαντινό μνημείο της περιοχής των Κεντρικών Τζουμέρκων και βρίσκεται σε ένα καταπράσινο ειδυλλιακό τοπίο στον οικισμό Παλαιοχώρι, τρία χλμ. νότια του Βουργαρελίου του Δήμου Κεντρικών Τζουμέρκων Άρτας, ακριβώς δίπλα στην οδική αρτηρία που κατά την περίοδο του «Δεσποτάτου της Ηπείρου» ένωνε την Άρτα με τα Τρίκαλα και την Ήπειρο με τη Θεσσαλία.
Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της δυναστείας των Κομνηνοδουκάδων στην Ήπειρο που χτίστηκε στα τέλη του 13ου αι. ( περίπου στα 1280 μ.Χ.) επί Νικηφόρου του Α΄, Δεσπότη της Άρτας, με δαπάνη των αδερφών Τσιμισκή, Ιωάννη και Θεόδωρου, οι οποίοι διατελούσαν πρωτοστράτορες της Βυζαντινής Αυλής.
Ο Ναός, που είναι αφιερωμένος στο Γενέσιον της Θεοτόκου, ονομάστηκε «Κόκκινη Εκκλησιά», λόγω του ζωηρού κόκκινου χρώματος των πλίνθων της τοιχοποιίας του αλλά και Παναγία Βελλάς, γιατί υπήρξε μετόχι της μονής Βελλά των Ιωαννίνων. Αναφέρεται επίσης και ως «Βασιλομονάστηρο», προσωνυμία που αποδίδει την αρχική του λειτουργία ως καθολικό μονής, τη σπουδαιότητά του αλλά και τη σχέση του με τον οίκο των δεσποτών της Ηπείρου.
Δεν υπάρχουν βέβαια σήμερα ίχνη του παλαιού μοναστηριού αλλά παραμένει άθικτος ο σταυρεπίστεγος Ναός. Πρόκειται για ορθογώνιο κτίσμα διαστάσεων 16 Χ 9,15 μέτρων που χωρίζεται σε νάρθηκα και κυρίως ναό, ενώ διέθετε αρχικά και τρούλο διαμέτρου περίπου τριών μέτρων, που κατέπεσε και αντικαταστάθηκε από ξύλινη δικλινή στέγη. Αρχικά ο ναός είχε πέντε εισόδους, εκ των οποίων οι τρεις κτίστηκαν ενώ ιδιαίτερα εντυπωσιακά είναι και τα έξι μεγάλα τοξωτά παράθυρά του, που δεσπόζουν σε όλες τις πλευρές του και με το έντονο κόκκινο χρώμα τους δικαιολογούν την προσωνυμία του.
Εκτός όμως από την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, εξίσου σημαντικά είναι και τα ευρήματα στο εσωτερικό του Ναού. Πρόκειται για τα σωζόμενα τμήματα του αρχικού γύψινου τέμπλου αλλά και σπαράγματα του τοιχογραφικού του διακόσμου, τα οποία μάλιστα αποτελούν και το μοναδικό χρονολογημένο με επιγραφή, τοιχογραφικό σύνολο του «Δεσποτάτου της Ηπείρου». Πιο συγκεκριμένα, στην ανατολική πλευρά του νάρθηκα, σώζεται η τοιχογραφία των δωρητών του ναού. Στο κέντρο, δεσπόζει η Θεοτόκος ένθρονη, βρεφοκρατούσα, πλαισιωμένη από δύο αγγέλους. Κάτω από το υποπόδιό της, σε μικρότερη κλίμακα, διακρίνονται κεφαλές αγίων καθώς και δύο ζεύγη λαϊκών. Πρόκειται για τον πρωτοστράτορα Θεόδωρο Τσιμισκή, συνοδευόμενο από τη σύζυγό του Μαρία, ο οποίος κρατά στο αριστερό του χέρι ομοίωμα του ναού, με ψηλό τρούλο και το προσφέρει στη Θεοτόκο.
Αντίστοιχα δεξιά της Θεοτόκου, διακρίνεται ο αδερφός του, Ιωάννης Τσιμισκής, συνοδευόμενος επίσης από τη σύζυγό του Άννα. Οι μορφές είναι ενδεδυμένες με πολυτελή ενδύματα ενώ η ιδιαιτερότητά τους έγκειται στο γεγονός ότι αποδίδονται με φυσικότητα κι όχι με τη συνήθη αυστηρότητα των μορφών της Βυζαντινής περιόδου. Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν δυο κίονες μπροστά ακριβώς από το τέμπλο του Ναού, που προέρχονται πιθανώς από οικοδόμημα της κλασικής αρχαιότητας, που προϋπήρχε στο χώρο.
Αναφορικά με την πορεία του μνημείου στο χρόνο, μετά την ίδρυση της Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου στο Βουργαρέλι, στα μέσα του 17ου αι., η Κόκκινη Εκκλησιά θα προσαρτηθεί σε αυτή και θα παραμείνει μετόχι της έως τις αρχές του 20ού αι. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι., εμφανίζεται ερειπωμένη και εγκαταλελειμμένη. Ωστόσο, τη δεκαετία του 1950 θα κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο.
Το 1967 θα υποστεί αρκετές ζημιές από σεισμό που έπληξε την ευρύτερη περιοχή. Έκτοτε θα ξεκινήσουν εκτεταμένες αναστηλωτικές εργασίες, οι οποίες, με μικρές διακοπές, θα συνεχιστούν μέχρι και τις ημέρες μας. Πριν από δέκα χρόνια περίπου, στη δεκαετία του 2000 έγινε συστηματική συντήρηση της σκεπής και του δαπέδου του Ναού από την 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων. Με την εκσκαφή του δαπέδου, μάλιστα, βρέθηκαν σε όλο το εσωτερικό του Ναού τάφοι, ο ένας δίπλα στον άλλο, με πέτρινες πλάκες για χωρίσματα, που μαρτυρούν πως πρόκειται για μαζική ταφή νεκρών κατά την ίδια χρονική περίοδο, την οποία η αρχαιολογική υπηρεσία απέδωσε σε κάποιον πόλεμο ή θανατηφόρο ασθένεια που έπληξε την περιοχή.
Σήμερα, το μνημείο συντηρείται και αναστηλώνεται συστηματικά από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων, ενώ έχει τύχει και αρκετής προσοχής μέσω άρθρων, δημοσιεύσεων και μελετών έγκριτων ερευνητών και επιστημόνων.
Πρόσφατα, επίσης, με πρωτοβουλία των μόνιμων κατοίκων του οικισμού Παλαιοχωρίου στο Βουργαρέλι, ιδρύθηκε και ο Πολιτιστικός Σύλλογος ‘η Κόκκινη Εκκλησιά’ με πρωταρχικό του μέλημα και καθήκον τόσο τη φροντίδα και προστασία του Ναού και του περιβάλλοντος αυτού χώρου, όσο και την ανάδειξη και προβολή του περίφημου αυτού βυζαντινού μνημείου, μέσω καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και δράσεων, ως μέρος της πλούσιας πολιτιστικής μας κληρονομιάς που θα περάσει ως πολύτιμη παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές.
Πληροφορίες – κείμενο: Νίκος Καραβασίλης, πρόεδρος Συλλόγου «Κόκκινη εκκλησία»
Φωτογραφίες: Λάζαρος Τσάτσος, Γεώργιος Λιαπάτης