Από την έντυπη έκδοση
Της Άννας Δόγα
[email protected]
Σε σύμμαχο των τραπεζών στο σαφάρι κατά των στρατηγικών κακοπληρωτών αναδεικνύεται ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, αφού η υπαγωγή στο ευνοϊκό πλαίσιο προϋποθέτει την πλήρη αποκάλυψη των οικονομικών στοιχείων της επιχείρησης, αλλά και την υποβολή στην ουσία ενός περιουσιολογίου από τον επιχειρηματία.
Τραπεζίτες εκτιμούν ότι με αυτόν τον τρόπο θα εντοπιστούν strategic defaulters, οι οποίοι θα επιχειρήσουν να επωφεληθούν από τον εξωδικαστικό, ο οποίος όμως είναι ακριβώς δομημένος με τρόπο που να αποκλείει τέτοιες περιπτώσεις. Mε την υποβολή ήδη της αίτησης, ο επιχειρηματίας συναινεί στην άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων, καθώς και του φορολογικού απορρήτου.
Η πρόθεση της κυβέρνησης, και βεβαίως των τραπεζών, είναι να στηριχθεί η προσπάθεια των βιώσιμων επιχειρήσεων και των επιχειρηματιών και να υπάρξει η πλήρης εικόνα της κατάστασής τους. Εάν, όπως απαιτείται, υπάρξει ειλικρίνεια στην υποβολή των στοιχείων, θα αποκατασταθεί σταδιακά και η σχέση των επιχειρηματιών με τις τράπεζες, μια σχέση που δοκιμάστηκε με την κρίση και θα αρθεί η εκατέρωθεν καχυποψία, εκτιμούν τραπεζικά στελέχη που «βλέπουν» τσουνάμι αιτήσεων τον πρώτο καιρό, αρχής γενομένης από τον Σεπτέμβριο και εξομάλυνση της ροής στη συνέχεια, καθώς μόλις γίνει αντιληπτό ότι η διαδικασία δεν είναι μόνο ευκαιρία, αλλά έχει και υποχρεώσεις, αρκετοί θα κάνουν πίσω.
Πάντως για επιχειρηματίες που βρίσκονται στο μικροσκόπιο από τις τράπεζες, ακόμη και η απροθυμία να συμμετάσχουν θα αποτελέσει ένα «τεκμήριο» ότι δεν θέλουν να δηλώσουν την πραγματική τους κατάσταση.
Ο εξωδικαστικός συμβιβασμός που μετρά λίγες ημέρες λειτουργίας, από τις 3 Αυγούστου, αποτελεί μια δεύτερη ευκαιρία για μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων -400 χιλιάδες εκτιμά η κυβέρνηση, έως 150 χιλιάδες σύμφωνα με τις τράπεζες- και ήδη καταγράφεται μεγάλο ενδιαφέρον. Παρότι οι αιτήσεις ακόμη μετρούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, όσο εξοικειώνονται οι επιχειρήσεις -και κυρίως από τον Σεπτέμβριο- αναμένεται ότι θα πολλαπλασιάζονται σταθερά.
Με την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία ο οφειλέτης παρέχει την άδεια για κοινοποίηση στον συντονιστή της διαδικασίας, τον εμπειρογνώμονα και όλους τους συμμετέχοντες πιστωτές, και για επεξεργασία και διασταύρωση από αυτούς των δεδομένων του, τα οποία περιλαμβάνονται στην αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα, όσο και άλλων δεδομένων που αφορούν την περιουσιακή κατάστασή του, όπως οι καταθέσεις και τα εμβάσματα, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή ή σε γνώση των συμμετεχόντων πιστωτών για τους σκοπούς της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.
Η άδεια αυτή συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων και του φορολογικού απορρήτου, ενώ οι δανειστές, πριν αρχίσει η διαδικασία διαπραγμάτευσης πρέπει να υπογράψουν δήλωση εμπιστευτικότητας σε σχέση με τα στοιχεία αυτά που περιέχονται σε γνώση τους.
Ο αιτούμενος την υπαγωγή του στον εξωδικαστικό δίνει εξαρχής κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων του με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία τους, έτσι ώστε να μπορεί να προσδιορισθεί η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας του, όπως και πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά, δημόσιο βιβλίο) που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Οι τράπεζες έχουν εντοπίσει τον «κορμό» των strategic defaulters, αλλά παραμένουν εμπόδια για τον εντοπισμό της πλήρους οικονομικής κατάστασης, ειδικά όσον αφορά τις καταθέσεις και μάλιστα αυτές που έχουν βγει εκτός Ελλάδας και των εμβασμάτων τους σε βάθος χρόνου.
Ηλεκτρονική πλατφόρμα
Ο χρόνος τους τελειώνει» τονίζουν τραπεζίτες αναφερόμενοι στους στρατηγικούς κακοπληρωτές και προς αυτή την κατεύθυνση θα συμβάλει καίρια η λειτουργία της πλατφόρμας των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Υπολογίζεται ότι θα είναι δυνατή η εκπλειστηρίαση περίπου 5.000 ακινήτων αυτής της κατηγορίας, η οποία και θα ενισχύσει το σκέλος των εσόδων από ρευστοποίηση εξασφαλίσεων που περιλαμβάνεται στους στόχους των τραπεζών και θα δώσει επίσης μήνυμα στους strategic defaulters, που αποδεικνύονται περισσότεροι από το 25% του συνόλου των «κόκκινων» δανειοληπτών, όπως είχε αρχικώς εκτιμηθεί, αφού οι έλεγχοι των τραπεζών ανακαλύπτουν «λαβράκια».