Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Τη λύση της Ιρλανδίας σε ό,τι αφορά τα κόκκινα δάνεια εξετάζουν οι Έλληνες τραπεζίτες, όπως υποστηρίζουν διεθνείς κύκλοι, γνώστες της κατάστασης. Πρόκειται για το γνωστό split & mortgage το οποίο έχει προταθεί στο παρελθόν και από γκουρού των ελληνικών τραπεζών και το οποίο εφαρμόστηκε με απόλυτη επιτυχία στην Ιρλανδία που αντιμετώπισε πρώτη μεγάλο πρόβλημα στο τραπεζικό της ιστό.
Η λύση αυτή προβλέπει διάσπαση του δανείου σε δύο μέρη: Το πρώτο είναι εκείνο που ο δανειολήπτης μπορεί να εξυπηρετήσει, ενώ το δεύτερο είναι εκείνο που δεν μπορεί να εξυπηρετήσει και που στο τέλος της ημέρας θα διαγραφεί.
Η εφαρμογή μιας τέτοιας λύσης στηρίζεται σε δύο βασικές παραμέτρους:
- Στην περίπτωση που ο δανειολήπτης δεν καταβάλει το πρώτο μέρος επανεμφανίζεται αυτομάτως ως οφειλέτης και του δεύτερου μέρους του δανείου.
- Το πρώτο μέρος του δανείου πρέπει να εξοφληθεί στο όλον προκειμένου να διαγραφεί τελικώς το δεύτερο μέρος του δανείου.
Οι ίδιες αρμόδιες πηγές αναφέρουν στο πλαίσιο μιας διεθνούς εμπειρίας πως η λύση της συσσώρευσης κόκκινων δανείων σε μία Βad Βank κρατικού ενδιαφέροντος θα πρέπει να είναι σε θέση να πουλά τα δάνεια σε τιμές αγοράς και ο μέτοχος- εν προκειμένω το Δημόσιο να είναι έτοιμος να δεχθεί τις ενδεχόμενες ζημιές, όπως είναι έτοιμος να τις αναλάβει ο ιδιώτης . Πολλοί λένε, αναφέρουν οι ίδιες πηγές πως ο ιδιώτης λειτουργεί καλύτερα ως τραπεζίτης- ιστορικά μιλώντας-.
Οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί αποτελούν ένα εργαλείο το οποίο από τη στιγμή που λειτουργεί θα επιταχύνει τα αποτελέσματα των ρυθμίσεων όσων μπορούν να ρυθμίσουν και μέχρι πρότινος δεν το έπρατταν. Δεν έχει σημασία – λένε οι ίδιες πηγές – πόσοι πολλοί πλειστηριασμοί θα γίνουν, αλλά είναι θετικό το ότι γίνονται.
Τα stress tests των ελληνικών τραπεζών ήταν σκληρά και διενεργήθηκαν σε στατικούς ισολογισμούς και με βάση τα νέα λογιστικά πρότυπα. Οι διοικήσεις στις οποίες πρέπει να δοθεί χρόνος (18 μήνες τουλάχιστον) προκειμένου να φέρουν αποτελέσματα τα κατάφεραν καλά σημειώνουν οι πηγές με γνώση του θέματος των κόκκινων δανείων. Το αν οι ελληνικές τράπεζες θα προχωρήσουν σε έναν δεύτερο χρόνο σε αυξήσεις κεφαλαίου πρέπει να αποτελεί δική τους απόφαση και όχι απόφαση κάποιων αρχών. Για παράδειγμα η Unicredito μετά από επίπονες προσπάθειες 5 ετών να κρατήσει το κεφάλι έξω από το νερό αποφάσισε να γίνει μία τράπεζα premium η οποία να έχει άποψη για τα διεθνή δρώμενα. Με νέα διοίκηση αποφάσισε πως θα πραγματοποιήσει μία γιγάντια αύξηση και να βγει μπροστά τις εξελίξεις.
Οι εποπτικές αρχές εξετάζουν κατά πόσον μία τράπεζα έχει τα κεφάλαια που απαιτούνται. Αν όμως αυτή τράπεζα επιθυμεί να αντιμετωπίσει δυναμικά τις εξελίξεις πρέπει αυτή και όχι οι αρχές να λάβουν αποφάσεις.
Οι τράπεζες πρέπει να ανακτήσουν τις εγγυήσεις των δανείων τους. Τότε και μόνον τότε τα δανειακά χαρτοφυλάκια εξυγειαίνονται.
Προς αυτήν την κατεύθυνση μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλοι οι απαραίτητοι μηχανισμοί και οι πωλήσεις σε funds που πολλές φορές αποδεικνύονται καταλληλότερα στη διαχείριση από τις τράπεζες.
Η φύση μιας Επενδυτικής Τράπεζας δεν την εξαιρεί σε καμία περίπτωση από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές ιδιαίτερα αν πρόκειται για μία τράπεζα της οποίας το ενεργητικό είναι ύψους 30 δις. ευρώ σημειώνουν οι αρμόδιες πηγές. Στην Ευρώπη το πλήθος των τραπεζών είναι μεγάλο και ίσως αυτό είναι καθοριστικό για το αν θα πρέπει να υπάρξουν κι άλλες τράπεζες ή όχι.
Σε ό,τι αφορά το θέμα του feet and proper τραπεζικών στελεχών οι πηγές αναφέρουν πως οι εποπτικές αρχές πραγματοποιούν 2000-3000 αξιολογήσεις.
Θα μπορούσε κάποιος να πει πως υπάρχει κάποιο έλλειμμα εναρμόνισης του θεσμικού πλαισίου που χρησιμοποιούν οι επόπτες σε ευρωπαϊκό επίπεδο με τα αντίστοιχα εθνικά δίκαια και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον έχει ζητηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με Οδηγία να βοηθήσει περαιτέρω την εναρμόνιση.
Εξαιρετικής σημασίας τέλος για τις τράπεζες είναι προσελκύσουν καταθέσεις και αυτές να φθάσουν στο επίπεδο του 2015. Υπολείπονται από το επίπεδο αυτό κατά 30 δις. ευρώ.
Η επαναφορά των καταθέσεων θα οδηγήσεις τις τράπεζες να πραγματοποιήσουν πραγματικές τραπεζικές εργασίες. Τέλος τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα πρέπει σύντομα να απαλλαγούν από τον ELA.