Skip to main content

Παπουτσάνης: Πρόταση για μέρισμα 0,04 ευρώ/μετοχή

Επώνυμα προϊόντα- ξενοδοχειακά είδη και συνεργασίες για τρίτους με έμφαση τις πολυεθνικές πυλώνες ανάπτυξης

Στην ανάπτυξη της δραστηριότητας και της κερδοφορίας της στοχεύει το 2024 η διοίκηση της Παπουτσάνης, στηριζόμενη σε τρεις πυλώνες, τα επώνυμα προϊόντα Παπουτσάνης, τα ξενοδοχειακά προϊόντα και τις κατηγορίες παραγωγών για τρίτους και ειδικών σαπωνομαζών.

Ήδη από το πρώτο τρίμηνο του 2024 η συμφωνία με νέα μεγάλη πολυεθνική εταιρεία είναι σε εξέλιξη και εκτιμάται ότι, σε ετήσια βάση, θα συνεισφέρει επιπλέον πωλήσεις περίπου έξι εκατομμυρίων ευρώ. Σημειώνεται δε, ότι η συνεργασία αυτή έχει σημαντικές προοπτικές περαιτέρω επέκτασης. Η Διοίκηση προτίθεται να προτείνει στην Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων τη διανομή μερίσματος μικτού ποσού €0,04 ανά μετοχή. Η προτεινόμενη διανομή τελεί υπό την έγκριση της Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων. Επιπλέον, σημειώνεται ότι στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας στις 08.11.2023 εγκρίθηκε η διανομή μικτού προμερίσματος ύψους €0,03 ανά μετοχή, το οποίο καταβλήθηκε στους μετόχους στις 08.12.2023.

Σύμφωνα με την εταιρεία ο πυλώνας των επώνυμων προϊόντων Παπουτσάνης αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα και αναμένεται να ενισχυθεί σημαντικά το 2024, μέσω του εμπλουτισμού της γκάμας των προϊόντων. Ο τομέας των ξενοδοχειακών προϊόντων αναμένεται να αποτελέσει επίσης κύριο άξονα ανάπτυξης για την Παπουτσάνης, καθώς οι προβλέψεις για τον τουρισμό είναι πολύ αισιόδοξες, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Η εισηγμένη εξακολουθεί να χτίζει δυναμικά τις μακροχρόνιες υπάρχουσες συνεργασίες με στρατηγικούς πελάτες, ενώ, όπως τονίζει, έχουν μπει ισχυρές βάσεις για την ανάπτυξη των εξαγωγών των επώνυμων ξενοδοχειακών προϊόντων μας σε μία σειρά από νέες αγορές. Οι κατηγορίες παραγωγών για τρίτους και ειδικών σαπωνομαζών αναμένεται να συνεχίσουν την ανάπτυξή τους κυρίως μέσω διεύρυνσης του πελατολογίου αλλά και ανάπτυξης των συνθετικών σαπωνομαζών. Η ολοκλήρωση του επενδυτικού πλάνου έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ισχυρή ανάπτυξη της Παπουτσάνης μέσα από σημαντικές συνεργασίες, καθώς συνεπάγεται ικανή ελεύθερη δυναμικότητα των παραγωγικών εγκαταστάσεων της Παπουτσάνης (50% κατά μέσο όρο, διαφοροποιημένη για κάθε παραγωγικό τμήμα). Σε αυτό το πλαίσιο, εντός του πρώτου τριμήνου 2024 εντάσσεται η συνεργασία με μεγάλη πολυεθνική εταιρεία. Ταυτόχρονα η εταιρεία βρίσκεται σε προχωρημένες διαπραγματεύσεις και με άλλες πολυεθνικές, καθώς και μικρότερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο σαπώνων και καλλυντικών για την παραγωγή προϊόντων τους στις εγκαταστάσεις της Παπουτσάνης.

Κατά το έτος 2023 ο κύκλος εργασιών της εταιρείας ανήλθε σε 62,3 εκατ. ευρώ (έναντι 70,7 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2022), ήτοι μειωμένος κατά 12%, με την αξία των εξαγωγών να αντιπροσωπεύει το 55% του συνολικού κύκλου εργασιών. Η κατηγορία επώνυμων προϊόντων παρουσιάζει ισχυρή ανάπτυξη κατά 36% σε σύγκριση με το 2022, υπερκαλύπτοντας τις απώλειες από την πτώση της αγοράς του αντισηπτικού (-48,6% σε αξία στο οργανωμένο λιανεμπόριο για το έτος 2023 σε σχέση με το 2022). Οι πωλήσεις των ξενοδοχειακών προϊόντων μειώθηκαν κατά 32% σε σχέση με τις αντίστοιχες πωλήσεις του 2022, με τις πωλήσεις των επώνυμων προϊόντων προς τις ξενοδοχειακές μονάδες της εγχώριας αγοράς να αυξάνονται κατά 17% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, καλύπτοντας μέρος της υποχώρησης των πωλήσεων στο εξωτερικό. Προϊόντα τρίτων (βιομηχανικές πωλήσεις, ιδιωτική ετικέτα): Οι πωλήσεις της κατηγορίας αυτής περιορίστηκαν κατά 11%, τάση που οδηγείται από τις πωλήσεις εξωτερικού. Οι πωλήσεις της κατηγορίας προϊόντα τρίτων (βιομηχανικές πωλήσεις, ιδιωτική ετικέτα) περιορίστηκαν κατά 11%, τάση που οδηγείται από τις πωλήσεις εξωτερικού.

Ενισχυμένος κατά 15% ο κύκλος εργασιών το 2023

Στην Ελλάδα το 2023 ο κύκλος εργασιών ανήλθε σε 28,1 εκατ. ευρώ ενισχυμένος κατά 15%, χάρη στη σημαντική ανάπτυξη της κατηγορίας των επωνύμων προϊόντων και των πωλήσεων στην εγχώρια ξενοδοχειακή αγορά. Στο εξωτερικό διαπιστώνεται μείωση κατά 26% που προκύπτει κυρίως από τις κατηγορίες παραγωγών για τρίτους λόγω αλλαγών στο προϊοντικό χαρτοφυλάκιο και καταργήσεων από την πλευρά των πολυεθνικών-πελατών, ως συνέπεια της αύξησης του κόστους και ανάλογης συμπίεσης των περιθωρίων κέρδους των συγκεκριμένων προϊόντων. Στην κατηγορία των σαπωνωμαζών η μείωση οφείλεται στην ομαλοποίηση της ζήτησης μετά τις πολύ αυξημένες ανάγκες που παρατηρήθηκαν κατά το έτος 2022, ως απόρροια των καθυστερήσεων και των αυξημένων μεταφορικών από τρίτες χώρες.

Όσον αφορά τη συνεισφορά των τεσσάρων τομέων δραστηριότητας στον κύκλο εργασιών του 2023, επισημαίνεται ότι το 27% των συνολικών εσόδων προέρχεται από πωλήσεις επωνύμων προϊόντων της Παπουτσάνης στην Ελλάδα και το εξωτερικό, το 17% από πωλήσεις στην ξενοδοχειακή αγορά, το 40% από παραγωγές προϊόντων για τρίτους και το 16% από βιομηχανικές πωλήσεις ειδικών σαπωνομαζών.

Μετά την κορύφωση των τιμών υλών και ενέργειας στο τέλος του 2022, σημειώθηκε σταδιακή εξομάλυνση αυτών, γεγονός που απεικονίζεται στο μικτό περιθώριο κέρδους το οποίο βελτιώθηκε σημαντικά, από 24% για το σύνολο του 2022, σε 34% για το έτος 2023. Στη βελτίωση της μικτής κερδοφορίας συνεισφέρουν σημαντικά οι κατηγορίες επωνύμων και ξενοδοχειακών προϊόντων που απευθύνονται στην εγχώρια αγορά και σημειώνουν ισχυρή διψήφια ανάπτυξη. Τα κέρδη προ φόρων, χρηματοδοτικών, επενδυτικών αποτελεσμάτων και αποσβέσεων (EBITDA) επίσης παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση κατά 27% σε σχέση με το 2022, παρά την υστέρηση των πωλήσεων κατά 12%, και ανήλθαν σε 9,2 εκατ. ευρώ ή 15% επί του κύκλου εργασιών. Τα κέρδη προ φόρων, χρηματοδοτικών, μη επαναλαμβανόμενων κονδυλίων και αποσβέσεων (Adjusted EBITDA) ανήλθαν σε 9,5 εκατ. Ευρώ ή 15% επί των πωλήσεων της χρήσης, βελτιωμένα κατά 28%. Τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 5,0 εκατ. ευρώ ή 8% επί του κύκλου εργασιών βελτιωμένα κατά 28%. Τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους ανήλθαν σε 4,1 εκατ. ευρώ βελτιωμένα κατά 36%. Στη βελτίωση όλων των δεικτών κερδοφορίας συνετέλεσε η ολοκλήρωση του ισχυρού επενδυτικού πλάνου της προηγούμενης τριετίας που έχει επιτύχει την σημαντική μείωση του κόστους βιομηχανοποίησης, δίνοντας παράλληλα ώθηση στις προοπτικές ανάπτυξης του κύκλου εργασιών μέσω νέων συμφωνιών, προσφέροντας ποιοτικά ανώτερα προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές.