Η ολιστική αντιμετώπιση μιας ασθένειας, ακόμη και από πλευράς οικονομικών όρων, θεωρείται καθοριστική για τη διαδικασία διαχείρισης. Μάλιστα αυτό είναι εμφανές και στα όσα περιγράφονται στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την αντιμετώπιση της ηπατίτιδας C, το οποίο δημοσιοποιήθηκε το καλοκαίρι και ήδη μεθοδεύεται η άμεση ενεργοποίησή του. Την ίδια στιγμή εκδόθηκε και η σχετική υπουργική απόφαση με βάση την οποία προσδιορίστηκε ο κλειστός προϋπολογισμός για την κάλυψη των ασθενών με τα φάρμακα για την ηπατίτιδα C διάρκειας 14 μηνών ύψους 67,5 εκατ. ευρώ.
Βέβαια η δαπάνη για τα νέα φάρμακα είναι ένα μόνο μέρος του συνολικού κόστους για την αντιμετώπιση της νόσου, με βάση μάλιστα και τα όσα προβλέπει ο ΠΟΥ και πρέπει να υλοποιηθούν μέχρι το 2030 και η οποία, όπως αποδεικνύει σχετική μελέτη, αποτελεί επένδυση στην κοινωνία ύψους 3,5 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα λοιπόν με το σχέδιο, σε πρώτο στάδιο ο συνολικός προϋπολογισμός για την αντιμετώπιση της ηπατίτιδας C εκτιμήθηκε σε τουλάχιστον 59.304.000 ευρώ σε βάθος πενταετίας, χωρίς να υπολογίζεται το κόστος της φαρμακευτικής περίθαλψης. Με βάση λοιπόν το σχέδιο απαιτούνται για την αναδιάρθρωση δομών και υπηρεσιών (διαγνωστικές και επιχειρησιακές μελέτες) περίπου 50.000 ευρώ. Για τις ανάγκες κάλυψης του 1ου άξονα του σχεδίου, δηλαδή: Αγωγή υγείας, πρόληψη και ευαισθητοποίηση του πληθυσμού (διοίκηση του προγράμματος και υγειονομικό υλικό) χρειάζονται 5.529.000 ευρώ. Για τον 2ο άξονα: Προσυμπτωματικός έλεγχος απαιτούνται 50 εκατ. ευρώ, για τον 3ο άξονα: Διάγνωση και θεραπεία 3.725.000 ευρώ και για τον 4ο άξονα: Παρακολούθηση, αποκατάσταση και χρόνια φροντίδα απαιτούνται ίδιοι πόροι οι οποίοι δεν έχουν προσδιοριστεί με βάση το σχέδιο.
Σημειώνεται ότι για τον προσδιορισμό των ποσών έχουν ληφθεί υπόψη η δυσκολία κινητοποίησης του πληθυσμού για προσυμπτωματικό έλεγχο και κατά συνέπεια για «ανάδυση» και ανεύρεση ασθενών, η δυνατότητα να γίνει «εσωτερική» μετακίνηση πόρων σε άλλες συναφείς δραστηριότητες, εκτιμήσεις με βάση τον αριθμό των εξεταζόμενων ατόμων για την επίτευξη του στόχου του ΠΟΥ για την αύξηση των διαγνώσεων (ο προϋπολογισμός καταμερίζεται κατά 60% στον γενικό πληθυσμό και κατά 40% στις ομάδες υψηλού κινδύνου). Επισημαίνεται ακόμη ότι «δεν συμπεριλαμβάνεται η εκτίμηση για το κόστος της θεραπείας, καθώς η φαρμακευτική δαπάνη έχει πιστωθεί στον ΕΟΠΥΥ και η τιμή του φαρμάκου βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση και εμπίπτει στους όρους εμπιστευτικότητας.
Όσον αφορά τη διαχρονική κατανομή με βάση την πενταετία, τα ποσά επιμερίζονται ως εξής: το 2018 στα 6.863.500 ευρώ, το 2019 στα 9.088.500 ευρώ, το 2020 στα 11.984.000, το 2021 στα 14.434.000 και το 2022 στα 16.934.000.
Χρηματοδότηση
Οι κύριες πηγές χρηματοδότησης του προγράμματος, όσον αφορά τις μελέτες για την αναδιάρθρωση των δομών και υπηρεσιών, την αγωγή υγείας, την πρόληψη και την ευαισθητοποίηση του πληθυσμού (1ος άξονας), προέρχονται από πόρους του υπουργείου Υγείας ή μέσω ΕΣΠΑ (κοινοτικό πλαίσιο στήριξης). Επιπλέον, η χρηματοδότηση της πρόληψης έναντι των ηπατίτιδων οφείλει να είναι ενταγμένη στο πρόγραμμα Δημόσιας Υγείας και πρόληψης.
Η χρηματοδότηση του προσυμπτωματικού ελέγχου (2ος άξονας) και της διάγνωσης και θεραπείας της νόσου (3ος άξονας) καλύπτεται από τους προϋπολογισμούς του ΕΟΠΥΥ και του υπουργείου Υγείας.
Τέλος, η χρηματοδότηση του 4ου άξονα που αφορά την παρακολούθηση, αποκατάσταση και χρόνια φροντίδα των ασθενών, καλύπτεται από τους προϋπολογισμούς των εμπλεκόμενων φορέων. Στο σύνολο του Εθνικού Σχεδίου, η χρηματοδότηση των επιμέρους πεδίων αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τα επιδημιολογικά δεδομένα και τα στοιχεία των δεικτών παρακολούθησης.
Ακόμη, θεμιτή κρίνεται η αναζήτηση χρηματικών πόρων και μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων ή διεθνών φορέων (φορείς που αιτούνται: ΜΕΛ/ ΚΕΕΛΠΝΟ/ ΟΚΑΝΑ, Κέντρα Αναφοράς, ΚΕΘΕΑ, 18ΑΝΩ, ΑΡΓΩ ΜΚΟ/Πανεπιστημιακά τμήματα (π.χ. ΕΣΔΥ)/Παρατηρητήρια (π.χ. ΕΚΤΕΠΝ), κρατικά νοσοκομεία).
Μελέτη ανάλυσης κόστους
Όπως λοιπόν σημειώνεται στη μελέτη «Οικονομική αξιολόγηση της στρατηγικής εξάλειψης της ηπατίτιδας C σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας»*, η οποία παρουσιάστηκε από τον Ηλία Γκούντα στην «5η Πανελλήνια Συνάντηση για το AIDS και τις Ηπατίτιδες» που διοργανώθηκε από την Επιστημονική Εταιρεία Επιδημιολογίας, Βιοστατιστικής & Προληπτικής Ιατρικής, η εξάλειψη της HCV στην Ελλάδα κοστίζει 3,5 δισ. ευρώ για το διάστημα 2015-2030. Το κόστος αυτό συνυπολογίζει έμμεσα και άμεσα κόστη που αφορούν τη νόσο και βασίζεται στο κύριο σενάριο το οποίο έχει υιοθετήσει ο ΠΟΥ.
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να αξιολογήσει οικονομικά την προτεινόμενη από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στρατηγική εξάλειψης της HCV μέχρι το 2030 στην Ελλάδα. Όπως σημειώνεται λοιπόν, για να επιτευχθεί εξάλειψη πρέπει να δοθούν αρκετές θεραπείες αρχικά, για να σταματήσουμε την αύξηση του φορτίου νοσηρότητας. Συνολικά δε επισημαίνεται ότι απαιτούνται 90.000 θεραπείες. Η μελέτη «ρισκάρει» θα λέγαμε και μια εκτίμηση για το μέσο κόστος θεραπείας, το οποίο με βάση τα νέα φάρμακα ήταν της τάξης των 42 χιλ. ευρώ ανά ασθενή, αλλά κατόπιν και της δήλωσης του υπουργού και την επίτευξη πολύ μεγάλης έκπτωσης εκτιμήθηκε στα 14,7 χιλ. ευρώ
Όπως σημειώνει η μελέτη, αν δεν θεραπεύσουμε τους ασθενείς και τους αφήσουμε να οδηγηθούν σε προχωρημένο στάδιο ίνωσης, τα χρήματα που γλιτώνουμε από τη μη λήψη θεραπειών, θα πληρωθούν πολλαπλάσια σε νοσήλια και έμμεσο κόστος. Φαίνεται λοιπόν ότι για να πετύχουμε εξάλειψη, η επένδυση είναι εμπροσθοβαρής, δηλαδή θα πρέπει να δοθούν αρκετά χρήματα στην αρχή του σχεδίου ώστε να εξοικονομηθούν αργότερα από τη μείωση των επιπλοκών και του έμμεσου κόστους.
Τα δε έμμεσα κόστη της HCV είναι μια σημαντική παράμετρος και αποδεικνύουν το πόσο αποδοτική οικονομικά είναι η στρατηγική εξάλειψης (cost effective και cost saving). Έμμεσα κόστη θεωρούνται η απώλεια παραγωγικότητας λόγω ασθενείας ή θανάτου από τη νόσο.
Η έρευνα για τον υπολογισμό των έμμεσων κοστών χρησιμοποιεί τα DALYs. Ένα DALY μπορεί να θεωρηθεί ως ένα χαμένο έτος «υγιούς» ζωής. Το άθροισμα αυτών των DALYs είναι μια μέτρηση του χάσματος μεταξύ τρέχουσας κατάστασης της υγείας και μιας ιδανικής κατάστασης υγείας, όπου το σύνολο του πληθυσμού ζει σε μια προχωρημένη ηλικία, απαλλαγμένη από τη νόσο και αναπηρία.
Τα DALYs αθροίζουν τα χρόνια που χάνονται εξαιτίας πρώιμης θνησιμότητας (YLL, Years of Life Lost) και τα χρόνια που ζει κανείς με αναπηρία ή νόσο (YLD, Years Lived in Disability/Disease). Η καλύτερη στρατηγική είναι αυτή που τα ελαχιστοποιεί.
Αντίστοιχα στα άμεσα κόστη περιλαμβάνονται οι πόροι που αναλογούν σε θεραπευτική παρέμβαση ή θεραπεία όπως το κόστος διαχείρισης ασθενών, η αντι-ιική θεραπεία, οι εξετάσεις κ.α.
H μελέτη, όπως αναφέραμε, αποδεικνύει ότι το σενάριο του ΠΟΥ στη λήξη του προγράμματος το 2030 είναι οικονομικά ιδιαίτερα αποδοτικό. Όπως φαίνεται μάλιστα η διαφορά στο συνολικό κόστος είναι της τάξης του 1 δισ. ευρώ! Δηλαδή εάν δεν ακολουθήσουμε το σενάριο του ΠΟΥ αλλά παραμείνουμε στο βασικό σενάριο, δηλαδή στη μέχρι πρόσφατα στρατηγική αντιμετώπισης της νόσου, η επιβάρυνση θα είναι αυτού του επιπέδου συνολικά για το σύστημα υγείας αλλά και την κοινωνία. Κι αυτό προκύπτει, καθώς εκτιμήθηκε ότι η διαφορά στο άμεσο κόστος ανάμεσα στις δύο στρατηγικές μέχρι το 2030 θα ήταν 782 εκατ. ευρώ, ενώ και τα αντίστοιχα σωρευτικά αποτιμώμενα DALYs θα ήταν 77.180.
Η μελέτη έγινε από τους: Γκούντας Ηλίας (Επιστημονικός Συνεργάτης, Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών, Υποψήφιος διδάκτορας Ιατρικής Σχολής Αθηνών), Σύψα Βάνα (Επίκουρη Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής, Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών), Παπαθεοδωρίδης Γεώργιος (Καθηγητής Παθολογίας – Γαστρεντερολογίας, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής Πανεπιστημιακής Γαστρεντερολογικής Κλινικής, Γ.Ν.Α. ΛΑΪΚΟ), Σουλιώτης Κυριάκος (Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Υγείας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου), Razavi H. (Γενικός Διευθυντής Center for Disease Analysis, Lafayette, Colorado, USA), Χατζάκης Άγγελος (Καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών).