Skip to main content

Μονόδρομος προς την ανάκαμψη η στήριξη της ρευστότητας και της ιδιωτικής κατανάλωσης

Του Ιωάννη Μασούτη*

Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έχουμε ζήσει μια πρωτόγνωρη κατάσταση με προκλήσεις σε υγειονομικό επίπεδο, σε εθνικό επίπεδο, αλλά και στην οικονομία. Το χειρότερο στοιχείο αυτής της κρίσης ήταν η αβεβαιότητα που προκάλεσε. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι πριν από έναν χρόνο βρισκόμασταν σε πολύ χειρότερο σημείο. Δεν υπήρχαν ακόμη τα «όπλα» για τη μάχη στο υγειονομικό επίπεδο και συνεπώς δεν γνωρίζαμε πόσο θα διαρκέσει η κρίση. Σήμερα έχει εμβολιαστεί μεγάλο μέρος του πληθυσμού της χώρας και ευχόμαστε σύντομα να έχει ολοκληρωθεί η προσπάθεια αυτή. Κανείς δεν επιθυμεί ένα ακόμη lockdown γιατί μία τέτοια εξέλιξη θα έχει τραγικές συνέπειες στην κοινωνία και την οικονομία.

Η κυβέρνηση «άκουσε» τους παραγωγικούς φορείς και έλαβε έγκαιρα τα ορθά μέτρα στήριξης που κράτησαν όρθιες τις επιχειρήσεις, αποτρέποντας έτσι μια αύξηση της ανεργίας. Οι επιχειρήσεις όμως σήμερα πρέπει να περάσουν στην επόμενη μέρα, που είναι η επιστροφή στην κανονικότητα της ελεύθερης αγοράς. Η κυβέρνηση θα πρέπει λοιπόν να ενισχύσει τη ρευστότητα της αγοράς και την ιδιωτική κατανάλωση μέσω φορολογικών και ασφαλιστικών ελαφρύνσεων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Το δυσεπίλυτο ζήτημα της ρευστότητας είναι κάτι που μας απασχολεί ιδιαίτερα και για το λόγο αυτό υλοποιούμε τακτικά έρευνες τις οποίες και προωθούμε στην κυβέρνηση με δικές μας επισημάνσεις και προτάσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις μετά  την πολυετή οικονομική κρίση κατά τη μνημονιακή περίοδο και την κρίση που έφερε η πανδημία έχασαν την πιστοληπτική τους ικανότητα. Είδαμε τους τελευταίους 12 μήνες ακόμη και εγγυημένα δάνεια covid να μην εγκρίνονται και να μην εκταμιεύονται.

Όλοι ελπίζουμε ότι το 2022 θα τελειώσει η πανδημία και η οικονομία μας θα επιστρέψει σε αναπτυξιακή τροχιά. Ήδη τα στοιχεία δείχνουν ότι η τουριστική βιομηχανία της χώρας μας ανακάμπτει.

Αν λοιπόν συνεχιστεί το εμβολιαστικό πρόγραμμα και η κυβέρνηση στηρίξει τη ρευστότητα και την ιδιωτική κατανάλωση, όπως προανέφερα, η φετινή χρονιά θα κλείσει με σημαντική κάλυψη των απωλειών που προκάλεσε η υγειονομική κρίση και το 2022 θα μπορέσουμε να περάσουμε σε φάση ανάπτυξης. Οι χρηματαγορές δείχνουν να εμπιστεύονται τη χώρα μας και να αναγνωρίζουν τις προοπτικές της.

Το σχέδιο για την αξιοποίηση των πόρων που θα εισρεύσουν από τα ευρωπαϊκά ταμεία (Ταμείο Ανάκαμψης) αποτελεί ουσιαστικά ένα οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό της χώρας.  Και έτσι πρέπει να το δούμε. Εδώ και χρόνια μιλάμε για τις ανάγκες πουέχει η Ελλάδα σε έργα υποδομής, και αναφέρομαι σε ώριμα έργα, αλλά κυρίως για ένα μετασχηματισμό της οικονομίας μας προκειμένου αυτή να γίνει πιο ανταγωνιστική.

Μιλάμε για κίνητρα που θα έφερναν συνεργασίες και συγχωνεύσεις προκειμένου να μεγαλώσει το μέσο μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων και μέσω οικονομιών κλίμακας να καταφέρουν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Θέλουμε μια καλύτερη αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με σεβασμό στο περιβάλλον. Μιλάμε για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημόσιου αλλά και του ιδιωτικού τομέα και την προσαρμογή των επιχειρήσεων στις ανάγκες της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Ακούμε για τον εκσυγχρονισμό όλης της αλυσίδας παραγωγής γνώσης και για την καλύτερη διασύνδεση της παραγωγής με την εκπαίδευση. Ζητάμε τον εκσυγχρονισμό του τομέα της δημόσιας υγείας. Μιλάμε για τον εκσυγχρονισμό της γεωργικής παραγωγής που θα της επιτρέψουν να γίνει πιο εξωστρεφής. Θέλουμε έναν εκσυγχρονισμό του τουριστικού προϊόντος που θα αγγίζει κι άλλες μορφές τουρισμού, όχι μόνο του ήλιου και της θάλασσας όπως λέγεται.

Η κρίση του COVID-19 ήρθε να υπογραμμίσει αυτές τις ανάγκες προσαρμογής της οικονομίας και να τις καταστήσει επιτακτικότερες. Όλοι μας είδαμε την ανάγκη να περάσουμε σε μια εποχή αγορών εξ αποστάσεως, την ανάγκη εκσυγχρονισμού του τομέα της δημόσιας υγείας, όλοι μας είδαμε με μεγάλη ικανοποίηση το πόσο αποτελεσματικά λειτούργησαν, προς όφελος του πολίτη και της επιχείρησης, όλες οι μεταρρυθμίσεις που είχαν υλοποιηθεί στον τομέα του ψηφιακού μετασχηματισμού των δημόσιων υπηρεσιών. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης ύψους 30,5 δισ. θα κινητοποιήσουν επιπρόσθετους ιδιωτικούς πόρους περί τα 60 δισ. Εκτιμάται ότι οι ευρωπαϊκοί πόροι θα δημιουργήσουν 180.000 θέσεις εργασίας έως το 2026 και θα αυξήσουν το ΑΕΠ κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες και ιδιωτικές επενδύσεις που θα υλοποιηθούν θα δημιουργήσουν μια επιπλέον αύξηση του ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 20%.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλες αυτές οι παρεμβάσεις εκσυγχρονισμού θα ανεβάσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα τονωθεί. Το ερώτημα όμως είναι κατά πόσον οι πόροι που προορίζονται για ιδιωτικές επενδύσεις θα κατευθυνθούν τελικά προς τις ελληνικές ΜμΕ. Απαράβατος όρος είναι η χορήγηση δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης προς ιδιωτικές επιχειρήσεις ύψους 12,7 δισ. να γίνει από το τραπεζικό σύστημα με «όρους αγοράς».

Όσον αφορά την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης, πέραν των δράσεων αυτών και των άμεσων ευκαιριών που θα δημιουργηθούν για τον ιδιωτικό τομέα, προβλέπονται και αναπλάσεις και άλλα έργα υποδομής, όπως τα επιχειρηματικά πάρκα. Μιλώντας για μεγάλα έργα υποδομής θέλω επίσης να αναφέρω και την ανάπλαση του εκθεσιακού κέντρου της ΔΕΘ το οποίο πρέπει να ολοκληρωθεί.

Ακούμε εδώ και χρόνια για τη δυνατότητα μετεξέλιξης της Θεσσαλονίκης σε κέντρο ανάπτυξης νεοφυών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας. Τέτοιες πρωτοβουλίες όπως η Αλεξάνδρεια Ζώνη Καινοτομίας και το Thess INTEC μπορούν να προωθηθούν. Κυρίως όμως πρέπει να δει κανείς τις έμμεσες ωφέλειες που θα προέλθουν από την αύξηση της ελκυστικότητας της χώρας μας στην προσέλκυση νέων μεγάλων επενδύσεων από τον μετασχηματισμό αυτό και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.  

Ήδη έχουμε δει να υλοποιούνται στη Θεσσαλονίκη επενδύσεις μεγάλων ξένων επιχειρήσεων (π.χ. Pfizer, CISCO, Deloitte, Microsoft). Το κύμα αυτό  αναμένεται να μεγαλώσει τα επόμενα χρόνια και να δούμε τους νέους που έφυγαν από την Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια να γυρίζουν πίσω και  ίσως να δούμε, επιτέλους, να υλοποιείται το όραμα που είχαμε 30 χρόνια πριν για μια Θεσσαλονίκη που θα αποτελεί το επιχειρηματικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής της ΝΑ Ευρώπης.