Η θέση για το κοινωνικό κράτος και ιδιαίτερα το σύστημα υγείας ήταν πάντα τα τελευταία 40 χρόνια βασική ιδεολογική και πολιτική διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις, τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας στο συνέδριο που διοργάνωσε η ιστοσελίδα ygeiamou.gr, με θέμα «Η κοινωνική διάσταση της Υγείας».
Υπογράμμισε ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε κορυφαία πολιτική προτεραιότητα κατά τη διακυβέρνηση του παρά τη «δημοσιονομική ασφυξία» και πως για τα επόμενα χρόνια αποτελεί εξίσου κορυφαία πολιτική προτεραιότητα και όραμα του ένα «νέο ΕΣΥ με αξία τη ζωή, που θα εμπνέει σιγουριά, αξιοπιστία και κύρος, που θα αντιμετωπίζει κάθε ασθενή ανάλογα με τις ανάγκες του και όχι ανάλογα με το πορτοφόλι του». Τόνισε ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ το νέο ΕΣΥ αποτελεί το δίδαγμα της πανδημίας για το πώς πρέπει να κινηθούμε από εδώ και πέρα και πως η υλοποίηση του σχεδίου του για αυτό αποτελεί την «πραγματοποίηση των αξιών μας στην πράξη».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ανέφερε ότι η Δεξιά στη χώρα μας ήταν εξαρχής επικριτική απέναντι στο ΕΣΥ, το 1983 όταν ψηφίστηκε και ιδρύθηκε το ΕΣΥ «στη Βουλή μιλούσε για σοβιετικού τύπου σύστημα και καταψήφιζε» και «αργότερα υπουργοί της πρωτοστάτησαν στην απαξίωσή του, με χαρακτηριστικότερο απόφθεγμα αυτό του κ. Γεωργιάδη την εποχή των μνημονίων, ότι δεν θα αφήσει να του πάρει η τρόικα τη δόξα των απολύσεων». Κατηγόρησε τη ΝΔ ότι χαρακτήριζε «αχρείαστες και πεταμένα λεφτά» τις τοπικές μονάδες υγείας που δημιούργησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και ότι προεκλογικά μιλούσε για «νέο ΕΣΥ με σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα», αλλά «τελικά ήρθε η πανδημία και δεν πρόλαβε». Όμως, προσέθεσε, «πρόλαβε να “παγώσει” όλες τις μόνιμες προσλήψεις που ήταν σε εξέλιξη, και να μην ανοίξει ούτε ένα παραπάνω κρεβάτι σε ΜΕΘ μέχρι τοn Μάρτιο του 2020 που βρεθήκαμε με τη πλάτη στοn τοίχο».
Κατόπιν αυτών ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι η σύγκρουση «δυο ολικά διαφορετικών αντιλήψεων» στον τομέα της υγείας είναι πολύ παλιά. «Η μία υπερασπίζεται ένα ισχυρό δημόσιο και δωρεάν ΕΣΥ, ως δικλείδα ασφαλείας για τη ζωή και την υγεία του πληθυσμού» και η άλλη, είπε, θεωρεί το δημόσιο από τη φύση του δυσλειτουργικό και τον τομέα της Υγείας ως «πεδίο και ευκαιρία για την κερδοφορία μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων». Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημείωσε ότι η πανδημία έβαλε τη σφραγίδα της στο πώς οι άνθρωποι βλέπουν αυτή τη διάσταση απόψεων, τονίζοντας ότι «δημιουργείται μια τάση καθολικής αναγνώρισης της αξίας των Δημόσιων Συστημάτων Υγείας και υποχωρεί η μέχρι χθες κρατούσα νεοφιλελεύθερη λογική για λιγότερο kράτος και περισσότερη αγορά στην Υγεία». Είπε ότι δημιουργείται «η απαίτηση για ισχυρό, ανθρώπινο και αποτελεσματικό κράτος, ειδικά στον ευαίσθητο τομέα της υγείας και της πρόνοιας», υποστηρίζοντας πως αυτό αποτελεί μεγάλη ιδεολογική επικράτηση της Αριστεράς έναντι της Δεξιάς.
Ο κ. Τσίπρας έκανε λόγο για μια «εκτεταμένη ζώνη υγειονομικής φτώχειας» που δημιουργήθηκε την περίοδο 2010-14, για να τονίσει ότι η κορυφαία πολιτική προτεραιότητα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ το 2015 ήταν «να διασφαλίσει την ισότιμη πρόσβαση των ανασφάλιστων στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, να αποτρέψει το λειτουργικό blackout στο ΕΣΥ και να αναδιοργανώσει το δημόσιο σύστημα υγείας». Είπε ότι παρά τις δυσκολίες επιτεύχθηκε αυτός ο στόχος. Ειδικότερα ανέφερε ότι οι πολίτες με ανικανοποίητες ανάγκες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από 14,4% του πληθυσμού το 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, υποχώρησαν στο 10,4% το 2018. Είπε ότι μπήκε μπροστά πρόγραμμα επενδύσεων σε εξοπλισμό και υποδομές του ΕΣΥ που ξεπέρασε τα 300 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβάνοντας επενδύσεις σε τεχνολογία ακριβών και καινοτόμων θεραπειών και ότι «πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη ένεση ανθρώπινου δυναμικού του ΕΣΥ την τελευταία 20ετία, που περιλάμβανε 3.360 μόνιμους γιατρούς, 5.026 μόνιμους νοσηλευτές και άλλους επαγγελματίες υγείας, συνολικά πάνω από 19.000 εργαζόμενους στο Σύστημα Υγείας».
Τόνισε ότι δημιουργήθηκε μια «προίκα» που αν δεν υπήρχε για να την παραλάβει η σημερινή κυβέρνηση «θα ήταν αναγκασμένη να ξεκινήσει από πολύ χειρότερη θέση την αντιμετώπιση της πανδημίας». Κατηγόρησε την κυβέρνηση της ΝΔ ότι «έχοντας πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης κρίσιμων λειτουργιών του ΕΣΥ μέσω των ΣΔΙΤ και όχι σχέδιο ανάπτυξης του, αντιμετώπισε την υγειονομική κρίση ως μια “παρένθεση” αναγκαστικής στήριξης του ΕΣΥ με συμβασιούχους “μιας χρήσης”, χωρίς προοπτική σοβαρής και μόνιμου χαρακτήρα επένδυσης στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας». Έτσι, προσέθεσε, υπήρξαν «πολλαπλές ολιγωρίες, ανεπάρκειες, ιδεοληπτικές επιλογές και λάθη στην προετοιμασία του ΕΣΥ μπροστά στο 2ο και στο 3ο επιδημικό κύμα, τα οποία αποτυπώθηκαν στη συνολική πορεία της πανδημίας στη χώρα και τα πληρώσαμε ακριβά».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υπογράμμισε ότι σήμερα βρισκόμαστε σε κρίσιμο σταυροδρόμι «αν αξία μας είναι ο άνθρωπος και η ανθρώπινη ζωή ή αν η αξία μας είναι τα κέρδη», σχολιάζοντας ότι «ωστόσο είναι βέβαιο ότι πολύ σύντομα, μόλις η κρίση αρχίσει να περνάει, κάποιοι θα επανέλθουν στις βασικές προγραμματικές και ιδεολογικές τους αρχές». Σχολίασε ότι και σήμερα ο πρωθυπουργός από αυτό το βήμα επανέλαβε «αυτές τις αρχές της συνεργασίας του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα…», για να τονίσει ότι όμως η συρρίκνωση των κρατικών δομών δεν μπορεί το επιστέγασμα των συμπερασμάτων που βγάλαμε απ’ αυτή τη δραματική κρίση.
Σημείωσε ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ η υγεία «αποτελεί ύψιστο δημόσιο αγαθό και η δυνατότητα πρόσβασης για όλους τους πολίτες σε αξιόπιστες υπηρεσίες υγείας, αποτελεί δείκτη δικαιοσύνης». Τόνισε ότι τα θεμέλια του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ για ένα νέο ΕΣΥ βασίζονται σε τρεις άξονες. Ο πρώτος είναι ένα «νέο κοινωνικό συμβόλαιο» με τους εργαζόμενους στον χώρο της Υγείας, γιατρούς, νοσηλευτές, διοικητικό προσωπικό: γενναία αύξηση των απολαβών τους, αλλά ταυτόχρονα η πολύ αυστηρή τήρηση των νόμων απέναντι σε φαινόμενα διαφθοράς. Δεύτερος άξονας η γενναία αύξηση των οικονομικών πόρων του συστήματος συνολικά, ώστε αυτοί σε βάθος τετραετίας να εναρμονιστούν με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι σήμερα στο 7% του ΑΕΠ. Τρίτος άξονας η αναδιανομή των οικονομικών πόρων εντός του συστήματος.
Ειδικότερα μίλησε για:
-Ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού του ΕΣΥ και συγκεκριμένα την ανάγκη για 15.000 μόνιμες προσλήψεις, την ένταξη στο ΕΣΥ του συνόλου του υγειονομικού προσωπικού που έδωσε τη μάχη της πανδημίας, την αυτόματη προκήρυξη όλων των οργανικών θέσεων που κενώνονται λόγω αποχωρήσεων, τα ειδικά κίνητρα για την προσέλκυση γιατρών στις άγονες και νησιωτικές περιοχές, τη θέσπιση εισαγωγικού μισθού 2.000 ευρώ για τον πρωτοδιόριστο γιατρό (που θα συμπαρασύρει και τις υπόλοιπες βαθμίδες) τη μέριμνα για το υπόλοιπο προσωπικό με ανάλογες αυξήσεις, και ένταξη στα Βαρέα και Ανθυγιεινά.
-Ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης στην ΠΦΥ με τον πολλαπλασιασμό των ΤΟΜΥ και την καθολική εφαρμογή του θεσμού του οικογενειακού γιατρού.
-Ανάπτυξη Κινητών Ομάδων Υγείας
-Ανάπτυξη Δικτύων κατ’ οίκον φροντίδας από τις δομές ΠΦΥ
-Συγκρότηση των ΣΟΦΥ (Σχολικές Ομάδες Φροντίδας Υγείας) αποτελούμενες από σχολικούς νοσηλευτές και ψυχολόγους.
-Ανάπτυξη διεπιστημονικών ομάδων «ειδικής αγωγής και φροντίδας» μέσω του δημόσιου συστήματος υγείας για παροχή υπηρεσιών ψυχοθεραπείας, λογο-έργο-φυσικο-θεραπείας σε παιδιά και εφήβους.
-Γηριατρική φροντίδα και άλλες οριζόντιες στρατηγικές για την αναδιοργάνωση των υπηρεσιών δημόσιας υγείας, για τον καρκίνο, για τη φυσική ιατρική και αποκατάσταση, για την αναπαραγωγική υγεία, για την ανάπτυξη κοινοτικών υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, για την ολιστική αντιμετώπιση των εξαρτήσεων.
-Αποκέντρωση των υπηρεσιών υγείας με έναν Φιλόδημο για την Υγεία και το Ψηφιακό ΕΣΥ.
-Διεύρυνση των παρεχόμενων υπηρεσιών από τον ΕΟΠΥΥ για το σύνολο του πληθυσμού, την πλήρη κάλυψη και των ανασφάλιστων πολιτών, αλλά και τη κάλυψη νέων υπηρεσιών, όπως η οδοντιατρική φροντίδα για παιδιά και ενήλικες.
-Την εγγυημένη πρόσβαση όλων των ασθενών στις σύγχρονες φαρμακευτικές θεραπείες, τη καθοριστική μείωση της συμμετοχής στο φάρμακο για τους χρόνια πάσχοντες.
-Την αύξηση της χωρητικότητας και της δυναμικότητας των νοσοκομείων, με έμφαση στην αύξηση κρεβατιών σε ειδικά τμήματα, με έμφαση στις ΜΕΘ, με έμφαση στη λειτουργική επάρκεια των Νοσοκομείων της περιφέρειας, ώστε να αποφεύγεται η μεγάλη μετακίνηση ασθενών προς τα κεντρικά Νοσοκομεία, με έμφαση στην ανάπτυξη νέων ειδικών νοσοκομειακών δομών (ογκολογικά, παιδιατρικά, καρδιοχειρουργικά) και στόχο τη δραστική μείωση των χρόνων αναμονής και η συρρίκνωση της ιδιωτικής δαπάνης.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε ότι «όλα αυτά απαιτούν ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, που αφορά, όχι μόνο τους εργαζόμενους στο χώρο της υγείας ΕΣΥ, αλλά το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας».
Κληθείς να σχολιάσει την εξέλιξη της πανδημίας, ο Αλ. Τσίπρας έκανε λόγο για δύο ξεχωριστές φάσεις, η πρώτη από την έναρξη της πανδημίας τον προηγούμενο Μάρτη μέχρι τον Οκτώβριο και τη δεύτερη, από το φθινόπωρο και μετά. Όπως είπε, «δεν υπάρχει αμφιβολία» ότι αρχικά η εξέλιξη ήταν «εξαιρετικά καλή» γιατί δεν είχε εισαχθεί ο ιός στην κοινότητα, καθώς και υπήρχε και «έντονη ανησυχία» στον κόσμο, αντίθετα με τη δεύτερη. Και υποστήριξε ότι το περιθώριο που έδωσε η πρώτη εξέλιξη έπρεπε να έχει αξιοποιηθεί καλύτερα, πρώτα απ’ όλα για την καλύτερη οργάνωση του ανοίγματος του τουρισμού, δηλαδή, όπως είπε, να γίνουν αυτά που έγιναν τώρα με το πιστοποιητικό και τα τεστ.
«Το λάθος της κυβέρνησης…»
«Το λάθος της κυβέρνησης ήταν ότι πέρυσι πίστεψαν στις εξαγγελίες τους ότι νικήσανε τον κορωνοϊό, ότι δε θα έχουμε δεύτερο κύμα» δήλωσε χαρακτηριστικά και άσκησε κριτική για τις ελλείψεις της κυβέρνησης όσον αφορά την προετοιμασία του ΕΣΥ, την επιδημιολογική επιτήρηση, την αποτροπή συγκέντρωσης πληθυσμού στα μέσα μαζικής μεταφοράς με περισσότερα δρομολόγια ή την πρόσληψη εκπαιδευτικών στα σχολεία.
Ωστόσο, ο Αλ. Τσίπρας υποστήριξε ότι συνολικά, η αντιπολίτευση στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλες χώρες “έβαλε πλάτη” στην κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της πανδημίας κυρίως σε ό,τι σχετίζεται με τους περιορισμούς των ελευθεριών και την ανάγκη εμβολιασμού, ενώ σε επί μέρους θέματα άσκησε εποικοδομητική κριτική.
Ο κ. Γεροτζιάφας, από την πλευρά του, τόνισε ότι «η πανδημία δεν τελείωσε» και πως είναι σημαντικό «τους επόμενους τρεις μήνες να οργανώσουμε την περίθαλψη έτσι ώστε να μη επαναληφθούν οι συνέπειες στα επόμενα κύματα».
Αναφορικά με τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υπογράμμισε πως η ανάκαμψη θα πρέπει να «συμπεριλάβει ισότιμα όλους», ιδιαίτερα τους επιχειρηματίες που έχουν υποστεί “πληγές”. Ερωτηθείς σχετικά με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να υπάρξει κούρεμα του ιδιωτικού χρέους, εξέφρασε την άποψη ότι πρέπει να υπάρξει αξιοποίηση «όλων των εργαλείων» χωρίς ταμπού, χαρακτηρίζοντας την κυβέρνηση “εμμονική” σε αυτό το ζήτημα.
Επίσης, αναφερόμενος στην αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, τόνισε ότι αποτελεί μία πρόκληση καθώς περιλαμβάνει αρκετά λεφτά και εξήγησε πως αυτό που έχει σημασία είναι πού θα πάνε αυτά τα χρήματα, εάν θα χρησιμοποιηθούν για την επούλωση των πληγών και την ανάπτυξη με αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου ή «θα πάνε σε κάποια μεγάλα σχήματα για να αυξήσουν την κερδοφορία τους χωρίς να αφήσουν μια σημαντική απόδοση στην οικονομία και την κοινωνία».
Κλείνοντας, ο Αλ. Τσίπρας άσκησε κριτική στην ΕΕ για αποτυχία στην καμπάνια του εμβολιασμού, υποστηρίζοντας ότι ενώ ορθώς ανέλαβε να εκπροσωπήσει όλα τα κράτη-μέλη προκειμένου να ξεκινήσουν όλοι με την ίδια ταχύτητα, ταυτόχρονα λειτούργησε «προστατευτικά» ως προς τα «συμφέροντα συγκεκριμένων εταιριών». Το ίδιο, σημείωσε, συνέβη και με την άρση της πατέντας των εμβολίων, κάνοντας λόγο για μια στρατηγική που είναι και «ηθικά προβλητική» και αναποτελεσματική.
«Πριν καλά καλά ανοίξει η οικονομική δραστηριότητα, μετά από έξι μήνες lockdown και με πολλά δισ. ευρώ επιπλέον ιδιωτικού χρέους να βαραίνουν νοικοκυριά, εργαζόμενους και επιχειρήσεις, η κυβέρνηση από σήμερα αίρει το καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας», υπογραμμίζει σε δήλωσή του στα κοινωνικά δίκτυα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας.
Όπως σημειώνει, «χιλιάδες οφειλέτες, εργαζόμενοι, επαγγελματίες και καταστηματάρχες οδηγούνται με συνοπτικές διαδικασίες στην πτώχευση και η περιουσία τους σε μαζικούς πλειστηριασμούς», ενώ εγκαλεί τον πρωθυπουργό γιατί όπως αναφέρει «δεν αρνείται μόνο την πρόταση» του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ «για ρύθμιση του πανδημικού χρέους με διαγραφή μέρους της βασικής οφειλής, αλλά αρνείται να δώσει έστω και μία ευκαιρία για τους οφειλέτες που επλήγησαν από την υγειονομική κρίση».
«Με δυο λόγια υλοποιεί όσα δεν κατάφεραν με στυγνούς εκβιασμούς ούτε οι δανειστές για δέκα χρόνια: Από τη μία μειώνει το εισόδημα των εργαζομένων και θεσμοθετεί την πληρωμή σε…ρεπό και από την άλλη βγάζει στο σφυρί τα σπίτια τους», τονίζει και καταλήγει: «Δεν πρόκειται απλά για το πιο νεοφιλελεύθερο σχέδιο αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Πρόκειται για εν εξελίξει κοινωνική καταστροφή».