Το οικονομικό όραμα της κυβέρνησης του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ εντός των ορίων του ευρύτερου σχεδίου για την επίλυση της ισραηλινοπαλαιστινιακής διένεξης αντιμετωπίζεται με περιφρόνηση, χλεύη και οργή από το μεγαλύτερο μέρος του αραβικού κόσμου, μολονότι ορισμένοι στον Κόλπο θεωρούν πως πρέπει να του δοθεί μια ευκαιρία.
Το σχέδιο αυτό, που προβλέπει να δαπανηθούν 50 δισεκατομμύρια δολάρια καθ’ όδόν από την «ειρήνη στην ευημερία» κι αναμένεται να παρουσιαστεί από τον γαμπρό του Τραμπ, τον Τζάρεντ Κούσνερ, κατά τη διάρκεια μιας διεθνούς συνόδου στο Μπαχρέιν την προσεχή εβδομάδα, εισηγείται ιδίως να δημιουργηθεί ένα παγκόσμιο επενδυτικό ταμείο για να τονωθούν η παλαιστινιακή οικονομία και εκείνες γειτονικών αραβικών κρατών.
Όμως η έλλειψη σαφούς περιγράμματος για την πολιτική λύση — η Ουάσινγκτον λέει πως αυτή η πτυχή του σχεδίου θα αποκαλυφθεί αργότερα — προκαλεί την απόρριψη όχι μόνο των Παλαιστίνιων, αλλά και αραβικών κρατών με τα οποία το Ισραήλ επιδιώκει ομαλές σχέσεις.
Από το Σουδάν ως το Κουβέιτ, γνωστοί δημοσιολόγοι και απλοί πολίτες αντιμετωπίζουν τις προτάσεις του Κούσνερ με εντυπωσιακά παρόμοιες εκφράσεις: «κολοσσιαίο χάσιμο χρόνου», «απορρίπτονται ασυζητητί», «θνησιγενείς».
«Οι πατρίδες δεν πωλούνται, ακόμη και για όλα τα λεφτά στον κόσμο», εξήγησε ο Γκαμάλ Φάχμι, αιγύπτιος αναλυτής. «Αυτό το σχέδιο είναι πνευματικό προϊόν ανθρώπων που κάνουν αγοραπωλησίες ακινήτων, όχι πολιτικών. Ακόμη και αραβικά κράτη που χαρακτηρίζονται μετριοπαθή δεν είναι σε θέση να εκφράσουν ανοικτά υποστήριξη σε αυτό».
Για τον Σαρκίς Ναούμ της λιβανέζικης εφημερίδας Ενάχαρ, «αυτό το οικονομικό σχέδιο, όπως και άλλα, δεν θα επιτύχει διότι δεν έχει πολιτικά θεμέλια».
Μολονότι το περίγραμμα της πολιτικής διάστασης του σχεδίου των ΗΠΑ επισήμως καλύπτεται από πέπλο μυστικότητας, αξιωματούχοι ενημερωμένοι γι’ αυτό τονίζουν ότι ο Κούσνερ θα βάλει στον κάλαθο των αχρήστων τη λύση των δύο κρατών. Πρόκειται για μια φόρμουλα γενικής αποδοχής διεθνώς, που προβλέπει τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού Κράτους, στο πλάι του Ισραήλ, με την επικράτειά του να περιλαμβάνει τη Δυτική Όχθη, την ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Λωρίδα της Γάζας.
Η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) απορρίπτει το σχέδιο του Κούσνερ, κάνει λόγο για «αόριστες υποσχέσεις» κι επιμένει ότι μόνο μια πολιτική λύση θα διευθετήσει το Μεσανατολικό. Για την ΟΑΠ, η αμερικανική κυβέρνηση απλά αποπειράται να δωροδοκήσει τους Παλαιστίνιους ώστε να αποδεχθούν την ισραηλινή κατοχή.
Για τον Τζαουάντ αλ Ανάνι, ιορδανό πολιτικό και πρώην κυβερνητικό αξιωματούχο, η καχυποψία είναι το κυρίαρχο στοιχείο, μετά τις αποφάσεις του Τραμπ να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως την πρωτεύουσα του Ισραήλ και να μεταφέρει εκεί την αμερικανική πρεσβεία, αλλά και να αναγνωρίσει την προσάρτηση μέρους των Υψιπέδων του Γκολάν.
«Αυτή είναι μια προσέγγιση χωρίς ισορροπία: βασίζεται στο ότι οι Παλαιστίνιοι είναι η πιο ευάλωτη πλευρά και άρα αυτοί που θα υποκύψουν ευκολότερα στην πίεση», κρίνει. «Όλη η περιοχή γυρίζει χρόνια πίσω», προσθέτει.
Ο Αζάμ Χουνέιντι, υπαρχηγός των Αδελφών Μουσουλμάνων της Ιορδανίας, της μεγαλύτερης παράταξης της αντιπολίτευσης, είναι πιο ευθύς. «Το οικονομικό σχέδιο είναι το πωλητήριο της Παλαιστίνης με την ταμπέλα της ευημερίας σε αντάλλαγμα για την ειρήνη και χωρίς να επιστρέφεται ούτε τετραγωνικό μέτρο γης (…) με το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης να το επωμίζονται αραβικά κράτη του Κόλπου». Η αμερικανική κυβέρνηση πάει να κλείσει «μια συμφωνία με λεφτά των Αράβων», ερίζει.
«Ιστορικό έγκλημα»
Οι προτάσεις του Κούσνερ για την οικονομία θα συζητηθούν στη Μανάμα, σε μια σύνοδο που οργανώνουν οι ΗΠΑ και το Μπαχρέιν, την 25η και την 26η Ιουνίου. Η Παλαιστινιακή Αρχή ξεκαθάρισε από την αρχή ότι θα την μποϊκοτάρει. Ο Λευκός Οίκος δεν έχει προσκαλέσει την κυβέρνηση του Ισραήλ.
Σύμμαχοι της Ουάσινγκτον στον Κόλπο, όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, θα πάνε, όπως και απεσταλμένοι των κυβερνήσεων της Αιγύπτου, της Ιορδανίας και του Μαρόκου. Ο Λίβανος και το Ιράκ δεν συμμετέχουν.
Η σιιτική παράταξη Χεζμπολάχ του Λιβάνου, που είναι προσκείμενη στο Ιράν και διαθέτει σημαντική επιρροή στη λιβανέζικη κυβέρνηση, αποκαλεί το σχέδιο της κυβέρνησης του Τραμπ «ιστορικό έγκλημα» που πρέπει να εμποδιστεί.
Άραβες αναλυτές χαρακτηρίζουν το σχέδιο μια προσπάθεια εξαγοράς όσων εναντιώνονται στην ισραηλινή κατοχή, μια απόπειρα δωροδοκίας πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων στις γειτονικές χώρες που φιλοξενούν παλαιστίνιους πρόσφυγες.
«Είναι ανειλικρινές να λέγεται ότι το σχέδιο αυτό είναι αποκλειστικά οικονομικό, διότι έχει πολιτική διάσταση — κι αυτή έχει επιπτώσεις που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τις πολιτικές επιδιώξεις» των Παλαιστίνιων, επισημαίνει ο Σαφουάν Μάσρι, καθηγητής του πανεπιστημίου Κολούμπια.
«Μεγάλο μέρος αυτών των 50 δισεκ. δολαρίων θα διατεθεί σε γειτονικές χώρες που έχουν υποδεχθεί παλαιστίνιους πρόσφυγες», εξηγεί.
Μετά την ίδρυση του Κράτους του Ισραήλ το 1948, η Ιορδανία, η Συρία και ο Λίβανος υποδέχθηκαν το μεγαλύτερο μέρος του παλαιστινιακού προσφυγικού πληθυσμού, που σήμερα εκτιμάται ότι αριθμεί περίπου πέντε εκατομμύρια ανθρώπους.
Για τον Μοχάναντ Χατζί Αλί, συνεργάτη του Κέντρου Κάρνεγκι για τη Μέση Ανατολή στη Βηρυτό, το σχέδιο αυτό θα αποτύχει και «θα ωφελήσει αντίπαλους των ΗΠΑ στην περιοχή», όπως τόνισε, υπονοώντας το Ιράν.
«Δεν κάνει κακό το να ακούς»
Τα τελευταία χρόνια, η ολοένα σκληρότερη σύγκρουση μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν με μια ομάδα σουνιτικών κρατών υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας σπρώχνει όλο και περισσότερο την ισραηλινοπαλαιστινιακή διένεξη στο περιθώριο.
Καθώς το Ριάντ και οι σύμμαχοι του καλωσορίζουν τη σκληρότερη γραμμή του Τραμπ έναντι της Τεχεράνης — η οποία αυτοπροβάλλεται ως προστάτιδα των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων — ορισμένοι κατηγορούν το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας ότι εγκαταλείπει τους Παλαιστίνιους.
Προσπαθώντας να διασκεδάσει τους φόβους ότι θα τους ασκήσει πίεση να δεχθούν ένα αμερικανικό σχέδιο που θα ευνοεί το Ισραήλ, το Ριάντ διαβεβαιώνει πως δεν θα υιοθετήσει τίποτα, εάν δεν ικανοποιεί θεμελιώδη παλαιστινιακά αιτήματα.
Ο Αλί Σιχάμπι, επικεφαλής του Arabia Foundation, που υποστηρίζει τις σαουδαραβικές πολιτικές, κρίνει πως η Παλαιστινιακή Αρχή διέπραξε σφάλμα απορρίπτοντας a priori το σχέδιο των ΗΠΑ.
«Θα έπρεπε να το αποδεχθεί και να εργαστεί για να δρέψει τα οφέλη για τον λαό της και μετά να κινηθεί δυναμικά, χωρίς βία (…) για τη διεκδίκηση πολιτικών δικαιωμάτων», υποστήριξε μέσω Twitter.
Για τον Χάλαφ Άχμαντ αλ Χάμπτουρ, εξέχοντα επιχειρηματία στα ΗΑΕ, η άρνηση των Παλαιστινίων να πάνε στο Μπαχρέιν ήταν «μυωπική στην καλύτερη περίπτωση, αυτογκόλ στη χειρότερη περίπτωση». «Δεν σου κάνει κακό το να ακούς αυτό που βάζουν στο τραπέζι», επιχειρηματολόγησε.
Αλλά ακόμα και στον Κόλπο, η υποστήριξη στο σχέδιο του Κούσνερ είναι περιορισμένη.
Για τον Μάτζεντ αλ Ανσάρι, καθηγητή πολιτικής κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο του Κατάρ, το σχέδιο του Κούσνερ είναι φαιδρό και δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.
«Η ιδέα ότι θα περάσουμε από την προσφορά εδαφών με αντάλλαγμα την ειρήνη στην προσφορά χρημάτων με αντάλλαγμα την ειρήνη είναι προσβλητική για όσους υποστηρίζουν την παλαιστινιακή υπόθεση», επισήμανε. «Είναι πολύ σαφές ότι η ιδέα του Κούσνερ είναι να πληρωθούν οι Παλαιστίνιοι για να δεχθούν την κατοχή όλων των εδαφών τους από το Ισραήλ και να μην γίνει καμία παραχώρηση στους Παλαιστίνιους».
Για τον Μαϊθάμ ας Σαχς, ερευνητή από το Κουβέιτ, η Ουάσινγκτον δεν θα μπορέσει να επιτύχει την εφαρμογή του σχεδίου της με διπλωματικά μέσα κι ενδέχεται να προσπαθήσει να το επιβάλλει διά της βίας.
Ο Τραμπ «έδωσε στο Ισραήλ την Ιερουσαλήμ και τα υψίπεδα του Γκολάν και καθημερινά του κάνει δώρα σε βάρος των Αράβων», σημείωσε.
Για τον Αμπντουλχάλεκ Αμπντούλα, πολιτικό επιστήμονα στα Εμιράτα, οι Παλαιστίνιοι δικαιούνται να απορρίψουν το σχέδιο του Κούσνερ, διότι δεν επληρώνει καν ελάχιστες προϋποθέσεις γι’ αυτούς.
«Το σχέδιο δεν έχει ευχάριστη γεύση ούτε για το ευρύτερο ακροατήριο στην περιοχή. Αφορά το ξεπούλημα μιας δίκαιης υπόθεσης», επισήμανε.
«Οι χώρες του Κόλπου θα δυσκολευτούν να το επιβάλλουν στους Παλαιστίνιους. Θα δυσκολευτούν να τους πείσουν (…). Δεν είναι αυτό που περιμένει ο κόσμος έπειτα από τόσα χρόνια πολέμου και αγώνα».
Πηγές: ΑΜΠΕ, Reuters