Η αίθουσα της ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο είναι συχνά απελπιστικά άδεια κατά τη διάρκεια συζητήσεων ρουτίνας. Την Τρίτη όμως αναμένεται να είναι όλοι εκεί, καθώς, ως γνωστόν, κάθε ψήφος μετράει. Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες η εκλογή προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου δεν αποτελεί τυπική διαδικασία.
Συνήθως οι μεγαλύτερες κοινοβουλευτικές ομάδες, Συντηρητικοί (ΕΛΚ) και Σοσιαλιστές, συναινούσαν ως προς το πρόσωπο του επόμενου προέδρου. Ωστόσο, τώρα ο διάδοχος του απερχόμενου Μάρτιν Σουλτς θα προκύψει από κανονική ψηφοφορία. Επτά υποψήφιοι, ένας από κάθε Κοινοβουλευτική Ομάδα, διεκδικούν την προεδρία. Η έκβαση είναι εντελώς απρόβλεπτη, εκτιμά ο εκλογολόγος Ντόρου Φραντέσκου από την οργάνωση Votewatch. Η οργάνωση ανέπτυξε ένα μοντέλο, βάσει του οποίου προβαίνει στην εκτίμηση ότι επικρατέστερος υποψήφιος είναι ο Αντόνιο Ταγιάνι του ΕΛΚ.
Ωστόσο, η αβεβαιότητα είναι μεγάλη, δεδομένου ότι όλοι οι υποψήφιοι εξαρτώνται από τις ψήφους των υπόλοιπων Κοινοβουλευτικών Ομάδων. Επομένως, θα πρέπει να αναμένονται συμμαχίες, ενώ δεν αποκλείονται ίντριγκες, ακόμη και… προδοσίες. Ο Τζιάνι Πιτέλα, υποψήφιος των Σοσιαλιστών, θεωρεί θετική τη διαδικασία που ακολουθείται. Όπως δήλωσε στην DW, «στο τέλος θα νικήσει αυτός που έχει τις περισσότερες ψήφους, ακόμη κι αν είναι μόνο μία ή 10. Τόσο δημοκρατικό!».
Πολλοί ευρωβουλευτές εξεπλάγησαν με το γεγονός ότι Σοσιαλιστές και Συντηρητικοί τερμάτισαν τον ανεπίσημο συνασπισμό στο θέμα της εκλογής προέδρου. Αυτός ο συνασπισμός αποτέλεσε βάση αγαστής συνεργασίας με το άλλο νομοθετικό όργανο, το συμβούλιο υπουργών. Το τελευταίο, οι εκπρόσωποι δηλαδή των εθνικών κυβερνήσεων, καλείται να ψηφίσει νόμους όπως και το Ευρωπαϊκό Κοινοβουλίο. Η Κομισιόν προτείνει το περιεχόμενο των νομοσχεδίων. Και τα τρία ευρωπαϊκά όργανα συνήθιζαν να συνομιλούν και να καταλήγουν συχνά κεκλεισμένων των θυρών σε συναινετικές λύσεις.
Ο απερχόμενος πρόεδρος Σουλτς θεωρείται δεξιοτέχνης σε αυτή τη διαδικασία. Έτσι μπορούσε να επιταχυνθεί η νομοθετική διαδικασία. Πολλές μικρές ΚΟ αισθάνονταν ωστόσο πλήρως περιθωριοποιημένες εξαιτίας αυτής της διαδικασίας. Κάτι που πρόκειται να αλλάξει στο εξής, δεσμεύεται ο Τζιάνι Πιτέλα.
Όπως επισήμανε στην DW, «θέλω να γίνω πρόεδρος όλου του Ευρωκοινοβουλίου, όλων των Κοινοβουλευτικών Ομάδων και των βουλευτών». Αντίθετα, ο ανταγωνιστής του Αντόνιο Ταγιάνι θέλει τη διατήρηση του status quo, σχολιάζει επικριτικά. Ο ίδιος ο Ταγιάνι πάντως διαψεύδει στην DW τους ισχυρισμούς του σοσιαλιστή αντιπάλου του, λέγοντας ότι «θέλω να είμαι ένας πρόεδρος που χτίζει γέφυρες και σε αντίθεση με τον Μάρτιν Σουλτς, θα εκπροσωπεί και τις μειονότητες στο ΕΚ».
Γερμανοί ευρωβουλευτές εκτίμησαν ότι θα είναι δύσκολο να αναπληρώσει κανείς το κενό που αφήνει η αποχώρηση του Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος κατόρθωνε να διατηρεί την προσοχή της Γερμανίας στραμμένη στο ΕΚ. Όπως εκτιμούν, οι δύο Ιταλοί ανταγωνιστές υποψήφιοι δεν θα τα καταφέρουν το ίδιο καλά σε αυτό το πεδίο.
Ενισχυμένη η επιρροή των δεξιών λαϊκιστών
Παρά το γεγονός ότι ΕΛΚ και Σοσιαλιστές, μαζί με την ΚΟ των Φιλελευθέρων είχαν δεσμευθεί με συμβόλαιο πριν από 2,5 χρόνια ότι τον Μάρτιν Σουλτς θα διαδεχθεί συντηρητικός υποψήφιος, τόσο οι Σοσιαλιστές όσο και οι Φιλελεύθεροι κάνουν σήμερα στροφή 180 μοιρών. Δεδομένου ότι δύο συντηρητικοί πολιτικοί είναι επικεφαλής τόσο της Κομισιόν όσο και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν το δικαίωμα να διεκδικήσουν τουλάχιστον το αξίωμα του προέδρου της Ευρωβουλής, επισημαίνει ο Γερμανός ευρωβουλευτής των Σοσιαλδημοκρατών Ούντο Μπούλμαν.
«Το ΕΚ θα γίνει μέσα από αυτή την εκλογή προέδρου και χωρίς τον ‘μεγάλο συνασπισμό’ πιο πολιτικό, κριτικό, δημοκρατικό», εκτιμά από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς Γκρέγκορ Γκύζι. Ο ίδιος παρατήρησε ωστόσο κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο ΕΚ ότι οι δεξιοί λαϊκιστές και πολέμιοι της Ευρώπης αποκτούν μεγαλύτερη επιρροή. Όπως επισημαίνει, το ΕΛΚ ενδέχεται να στηρίζεται στο εξής στις ψήφους των δύο ακροδεξιών ΚΟ. Πάντως το έργο της σύμπτηξης συμμαχιών θα είναι δυσκολότερο και για τους Σοσιαλιστές, οι οποίοι θα κληθούν να αναζητήσουν πλειοψηφίες στα στρατόπεδα των Πρασίνων και της Αριστεράς, αλλά ακόμη και των λαϊκιστών και κομμουνιστών.
Στα οξύμωρα της εκλογής προέδρου στο ΕΚ συγκαταλέγεται η υποψηφιότητα της Πράσινης ευρωβουλευτή Τζιν Λάμπερτ από τη Μ. Βρετανία, η οποία είναι υποψήφια παρά το επικείμενο Brexit. Όπως υπογραμμίζει η ίδια, με αυτόν τον τρόπο οι Πράσινοι στέλνουν ένα μήνυμα κατά του Brexit. Άλλοι ευρωβουλευτές κάνουν απλά λόγο για θέατρο του παραλόγου.
Γεγονός είναι ότι η υποψήφια ή ο υποψήφιος εκλέγεται εφόσον συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων. Στον τέταρτο γύρο αρκεί η απλή πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας στον τέταρτο γύρο, τον προεδρικό θώκο καταλαμβάνει βάσει καταστατικού ο γηραιότερος.