Με την επισήμανση ότι μιλά για δέκατη φορά τους τελευταίους 12 μήνες στη Βουλή για την πανδημία, πέρα από τις δεκάδες αναφορές του σε αυτή με άλλες κοινοβουλευτικές αφορμές, ξεκίνησε την πρωτολογία του ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στην προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή, σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων, για το εθνικό σχέδιο αντιμετώπισης της πανδημίας και των επιπτώσεών της στην οικονομία, η οποία γίνεται κατόπιν αιτήματος της προέδρου του ΚΙΝΑΛ, Φώφης Γεννηματά.
Όπως σημείωσε, αυτό αποδεικνύει πως η Δημοκρατία μας λειτουργεί, παρά τις επιπλοκές του κορονοϊού, αλλά και ότι η κυβέρνηση ενημερώνει τακτικά τους πολίτες και τα κόμματα, διεκδικώντας μια κοινή στάση απέναντι στο κοινό πρόβλημα.
Θα ευχόμασταν να είχαμε βάλει τελεία στο κεφάλαιο της πανδημίας, όμως δυστυχώς παντού στον κόσμο ο ιός παρουσιάζεται εξαιρετικά ανθεκτικός, οι επιθετικές μεταλλάξεις του επιβάλλουν προσαρμογές μέχρις ότου ο εμβολιασμός φέρει την τελική νίκη, είπε ο πρωθυπουργός.
Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ακόμα ένα κρίσιμο δίμηνο στη μάχη με τον Covid. Ελπίζουμε πλέον βάσιμα ότι θα είναι και το τελευταίο, τόνισε.
«Δεν θα ήθελα να επικαλούμαι διεθνή στοιχεία που αποτυπώνουν επώδυνα δεδομένα. Θα πρέπει όμως να συμφωνούμε σε κάποια βάση συζήτησης» τόνισε και σημείωσε πως σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό Οργανισμό Υγείας, η Ελλάδα είναι στην 23η θέση σε απώλειες ανθρώπων ανά εκατομμύριο. «Εάν ήμασταν στον ευρωπαϊκό μέσο όρο θα είχαμε χάσει ακόμα 8.000 ανθρώπους, μία κωμόπολη» ανέφερε.
Σχετικά με τους εμβολιασμούς, είπε πως «είμαστε στην 5η θέση ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ που έχουν εμβολιάσει ανθρώπους και με τις δύο δόσεις» και συμπλήρωσε πως στον δείκτη της πρόσθετης θνησιμότητας η χώρα μας έχει από τις καλύτερες επιδόσεις στην Ευρώπη, με 6,6% βάσει μιας γαλλικής μελέτης.
«Η διαχείριση της πανδημίας είναι μαραθώνιος, όχι σπριντ. Παρά τις μεγάλες δυσκολίες, ένα είναι το συμπέρασμα. Η Ελλάδα τα κατάφερε καλύτερα σε σχέση με χώρες που είχαν καλύτερα συστήματα υγείας. Η εικόνα καταστροφής που παρουσιάζει η αντιπολίτευση είναι ψέμα που αδικεί τη χώρα, κυρίως προσβάλλει όσους ξεπερνούν τον εαυτό τους παλεύοντας νύχτα-μέρα με τον ιό. Προφανώς και κανείς δεν πανηγυρίζει…» τόνισε ο πρωθυπουργός.
«Η τελευταία επίθεση του κορωνοϊού χτυπά σφοδρά όλη την Ευρώπη» συνέχισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σημειώνοντας πως «εδώ στην Ελλάδα αντιμετωπίστηκε με μέτρα που λάβαμε τον Φεβρουάριο. Το ΕΣΥ άντεξε και η προσπάθεια συνεχίζεται» υποστήριξε.
Αναφερόμενος στην κατάσταση στην Αττική, ο πρωθυπουργός παρατήρησε πως η αναλογία εισιτηρίων-εξιτηρίων στα νοσοκομεία δείχνει να βελτιώνεται σταδιακά.
Όπως υπογράμμισε, οι περιορισμοί μεγέθυναν την πίεση στους πολίτες, που σταδιακά άρχιζαν να ξεστρατίζουν. Χρειάζεται πλέον, είπε, μια ειλικρινής νέα ανάγνωση της πραγματικότητας. Αυτή ξεκινά, όπως είπε, με τη βασική παραδοχή ότι τα ισχύοντα μέτρα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, είχαν αποτέλεσμα κι έτσι αποφύγαμε τα χειρότερα. Τώρα είμαστε σε διαφορετική φάση, με επιθετικότερες μεταλλάξεις, έχουμε πιο εξαντλημένη κοινωνία, αλλά καλύτερο καιρό και μαζικό εμβολιασμό. Η στάση μας αναπροσαρμόζεται, όπως κάνουμε από την αρχή. Σε καμία χώρα δεν ακολουθήθηκε η ίδια πολιτική. Πρέπει να καταργούμε μέτρα που δεν δούλεψαν, η στάση μας να διακρίνεται από ρεαλισμό και ευελιξία» είπε.
«Πολλές φορές, μαζί με το υπουργείο Υγείας χρειάστηκε να αλλάξουμε τακτική, όπως με τις καθυστερήσεις των εμβολίων» συνέχισε ο πρωθυπουργός. Όπως σημείωσε, στο θέμα αυτό «η Ευρώπη δεν μας τα είπε καλά. Πράγματι, πέτυχε στην αλληλεγγύη κι απέτυχε στην έγκαιρη προμήθεια επαρκών ποσοτήτων και στη διάθεσή τους στα κράτη μέλη. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, ο εμβολιασμός στην Ευρώπη είναι απελπιστικά αργός». Στην Ελλάδα, πάντως, τόνισε, «η επιχείρηση ‘Ελευθερία’ δουλεύει υποδειγματικά και δεν τυγχάνει της στοιχειώδους αναγνώρισης από τη αντιπολίτευση».
«Είναι λάθος να μιλάμε για άνοιγμα, πιο σωστό είναι να μιλάμε για αναπροσαρμογή δραστηριοτήτων» είπε περαιτέρω ο πρωθυπουργός, εξηγώντας πως «επιτρέψαμε τις διαδημοτικές μετακινήσεις τα Σαββατοκύριακα, ειδάλλως το μέτρο αυτό θα αποκτούσε ταξικά χαρακτηριστικά, καθώς δεν έχουν όλοι πρόσβαση στα προάστια».
«Από Δευτέρα λειτουργεί το λιανεμπόριο, μέτρο που μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα, υπό την προϋπόθεση ότι θα οδηγήσει τους πολίτες σε αλλαγή συμπεριφορών. Αφού δούμε τα αποτελέσματα, την επόμενη εβδομάδα θα εξετάσουμε την επαναλειτουργία των Λυκείων. Αυτά τα δύο αντίβαρα ελευθερίας έχουν ένα κοινό νήμα. Επιχειρούν να αμβλύνουν την κόπωση των πολιτών και να τους κατευθύνουν σε υπαίθριους χώρους, αλλά και να βοηθήσουν την Οικονομία» είπε.
«Περισσότερη ελευθερία σημαίνει και περισσότερη υπευθυνότητα» ανέφερε ο πρωθυπουργός και ζήτησε «να μη δούμε συνωστισμό», διαφορετικά «με τον ίδιο τρόπο που μειώθηκαν οι περιορισμοί, μπορούν και να επανέλθουν εάν δούμε φαινόμενα συνωστισμού. Έχω εμπιστοσύνη στους πολίτες ότι δεν θα δούμε τέτοια φαινόμενα» δήλωσε.
Ο πρωθυπουργός ανέφερε πως η συνολική στήριξη στην Οικονομία από την αρχή της πανδημίας φθάνει στα 40 δισ. ευρώ, υπενθυμίζοντας πως, όπως ανακοινώθηκε χθες, θα δοθούν «330 εκατομμύρια ευρώ στον κλάδο της εστίασης για να μπορέσουν οι εστιάτορες να επανεκκινήσουν τις επιχειρήσεις τους».
«Η αυτοκυριαρχία από τον φόβο του 2020 κινδυνεύει να μετατραπεί σε απειθαρχία το 2021» είπε, σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί κατά της πανδημίας. «Υπάρχει κούραση και αμφισβήτηση των μέτρων πανευρωπαϊκά. Στην Ελλάδα είμαστε σε καλύτερο επίπεδο. Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών τηρεί τα μέτρα και θέλω να τους ευχαριστήσω. Θέλω να τους πω να αναλογιστούν τον κόπο των γιατρών που μας φροντίζουν. Συμμερίζομαι την κόπωση και ιδιαίτερα των νέων. Να κάνουμε όλοι αυτήν την τελική προσπάθεια έχοντας δυο πρόσθετα εργαλεία: πρώτον, τα self test. Και πρέπει να πω ότι είναι παράδεκτη η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης που επιχείρησε να ταυτίσει αυτά τα τεστ με συγκεκριμένη εταιρεία, κάτι που καταρρίφθηκε από τον διαγωνισμό.
Είμαστε η πρώτη χώρα που επιστρατεύει μαζικά τα self test» σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ευχαρίστησε το Ελεγκτικό Συνέδριο, «που αντελήφθη την κρισιμότητα και επικύρωσε τον διαγωνισμό. Εάν υπάρχουν προτάσεις για το πώς θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν, εδώ είμαστε» ανέφερε.
Δεύτερο «εργαλείο», όπως εξήγησε, είναι «τα 1.500.000 εμβόλια που θα κάνουμε τον Απρίλιο, ώστε έως το Πάσχα να έχουμε χτίσει ένα πρώτο τείχος ανοσίας με τους πολίτες άνω των 60 κι όλους όσοι έχουν βαριά υποκείμενα νοσήματα. Και έως το τέλος Μαΐου να προχωρήσουμε στον εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού».