Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Σε νέα γραμμή πολιτικής και επικοινωνιακής διαχείρισης της κατάστασης στην οικονομία κινείται η κυβέρνηση, με στόχο την ανάκτηση της πρωτοβουλίας των κινήσεων ως προϋπόθεση, ώστε από τη μία να μηδενίσει τις πιθανότητες να αντιμετωπίσει δυσάρεστες εκπλήξεις στις κρίσιμες ψηφοφορίες που έρχονται στη Βουλή και από την άλλη να εμφανίσει την αξιωματική αντιπολίτευση αμήχανη, έναντι των «καταιγιστικών» εξελίξεων που έρχονται με το κλείσιμο της αξιολόγησης, και αυτών που θα ακολουθήσουν.
Πρόκειται για το πόνημα συσκέψεων σε κλειστό κυβερνητικό κύκλο που προηγήθηκαν στο Μαξίμου -κάποιες και με τη συμμετοχή του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα- στις οποίες συμμετείχε, πέραν των στενών συνεργατών του κ. Τσίπρα, και ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Νίκος Παππάς. Εξ΄ αυτού, κάποια δημοσιεύματα έκαναν λόγο για «επιστροφή» Παππά στο Μαξίμου, κάτι που ωστόσο δεν ισχύει, δηλαδή δεν έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που λειτουργεί το Μαξίμου μετά την απομάκρυνσή του και την αναβάθμιση Βερναρδάκη και Τζανακόπουλου.
Το νέο αφήγημα, που θα συνοδεύσει την κυβέρνηση ως το φθινόπωρο, περιλαμβάνει:
- Κλείσιμο της αξιολόγησης και επίτευξη συνολικής συμφωνίας το αργότερο ως το πρώτο 10ήμερο του Ιουνίου, με ει δυνατόν -αυτό είναι που κυρίως προσπαθεί η διαπραγματευτική ομάδα έχοντας υποχωρήσει σε όλα τα άλλα κρίσιμα θέματα- δεσμευτική διατύπωση των δανειστών για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα που θα αφορούν το χρέος.
- Εκταμίευση της δόσης, συμμετοχή στο QE, αλλά και απόπειρα εξόδου στις αγορές, στοιχεία που θα συμβάλουν στην ανάγκη να φανεί ότι η οικονομία αλλάζει σελίδα.
- Επικοινωνιακή «καταιγίδα» μέχρι τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου με «θετικές» ειδήσεις για την οικονομία και την ανάπτυξη, που θα κυριαρχήσουν των αρνητικών προβλέψεων για χαμηλότερη ανάπτυξη, αύξηση της φοροδοτικής κόπωσης των πολιτών, επιδείνωση των στοιχείων και επιβεβαίωση των προβλέψεων του ΔΝΤ περί μη διατηρήσιμου πλεονάσματος για το 2018 και τα επόμενα χρόνια, κλπ. Η ελπίδα (σ.σ. των κυβερνώντων) είναι ότι στην τελική ευθεία προς τις εκλογές, ο γερμανικός παράγοντας δεν θα ασχοληθεί πολύ με την Ελλάδα και η κυβέρνηση θα μπορεί να διαμορφώσει την εικόνα ενός success story, όπου «οι θυσίες των πολιτών, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, πιάνουν τόπο». Σε αυτό το πλαίσιο θα υπάρξουν και κάποιες διασταλτικές και πομπώδεις εξαγγελίες για «διαγραφή χρέους, αλλά στο μέλλον» ή «γενναίες αποφάσεις στην κοινωνική πολιτική (π.χ. να δοθεί ξανά 13η σύνταξη)», πάντα με την προϋπόθεση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην εξουσία και όχι στο σενάριο ανατροπής του σκηνικού.
- Σκανδαλολογία, με συνεχείς καταγγελίες και επίκληση στις έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη στη δικαιοσύνη, με σκοπό να αποδυναμώνεται ο κριτικός λόγος των κομμάτων της αντιπολίτευσης, κυρίως της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, έναντι των πολιτών που και με βάση τις δημοσκοπήσεις τις οποίες έχει στα χέρια του το Μαξίμου κινούνται στη σφαίρα των αναποφάσιστων.
- Κινήσεις, κυρίως στη διεθνή σκηνή, που στόχο θα έχουν την ενίσχυση του τραυματισμένου προφίλ του Πρωθυπουργού, ώστε να συμπληρωθεί η στροφή που ήδη επιχειρείται να εμφανιστεί ο κ. Τσίπρας ως «μεταμελημένος και ρεαλιστής πολιτικός, που έκανε πολλά λάθη αλλά τα κατανόησε και τα παραδέχθηκε ενώπιον του λαού και πλέον, ως ισότιμος και αποδεκτός συνομιλητής των ομολόγων του, μπορεί να οδηγήσει τη χώρα στη μεταμνημονιακή εποχή».
- Παράλληλα με το επικοινωνιακό «ξέπλυμα» στο προφίλ του Πρωθυπουργού, θα επιχειρηθεί νέα επίθεση εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη, συμπληρωματικά στη σκανδαλολογία, που έχει επίσης τον αρχηγό της ΝΔ στο στόχαστρο. Η νέα επίθεση θα στοχεύει στην ακύρωση του μεταρρυθμιστικού προφίλ που διατηρεί ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και στην εμπέδωση στην ελληνική κοινή γνώμη της πεποίθησης ότι «τώρα που η ελληνική οικονομία σταθεροποιείται και ανακάμπτει, ο Μητσοτάκης, που επένδυσε στην καταστροφή, δεν έχει τι να πει στον ελληνικό λαό».
- Έκταση χείρας «φιλίας» στα υπόλοιπα κόμματα ή στα τμήματα των κομμάτων της αντιπολίτευσης που διατηρούν ή επιθυμούν να διατηρήσουν ανοικτό δίαυλο διαλόγου με τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, με στόχο να μετριαστεί ο αντιπολιτευτικός τους λόγος και σταδιακά να «σπάσει» το ενιαίο αντικυβερνητικό μέτωπο στην οικονομία.
Η στρατηγική αυτή δεν έχει μακρόπνοο ορίζοντα. Θα εφαρμοστεί ως τις γερμανικές εκλογές, που θεωρούνται από τον Πρωθυπουργό και τους επιτελείς του -με όποιο αποτέλεσμα – κομβικό γεγονός για τις εξελίξεις στη Γερμανία, στην Ευρώπη αλλά και την Ελλάδα.
Η έκβασή τους θα κρίνουν έως και τον χρόνο των επόμενων εκλογών. Αν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων αρχίζουν να βελτιώνονται για την κυβέρνηση και αρχίζει και «τσιμπάει» και το προφίλ του Πρωθυπουργού, τότε δεν αποκλείεται, πριν επιβαρυνθεί η επικαιρότητα από τα στοιχεία που θα αφορούν το 2018, ο κ. Τσίπρας να αποφασίσει εκλογές μέσα στο φθινόπωρο. Αν όχι, τότε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα συνεχίσει, με ρίσκο το 2018 να διαψευστεί το success story που θα έχει διηγηθεί μέσα στο εξάμηνο το οποίο ακολουθεί για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και να κληθεί, περισσότερο αδύναμη από τώρα, να αντιμετωπίσει νέο αρνητικό κύμα εξελίξεων.