Skip to main content

Σρι Λάνκα: Η βία επέστρεψε στο Ευλογημένο Νησί

Σε κατάσταση σοκ, μία χώρα που πίστευε ότι είχε αφήσει πίσω της τη βία του εμφυλίου πολέμου, ο οποίος έληξε το 2009, η Σρι Λάνκα (που σημείνει «ευλογημένο νησί») μετρά τις πληγές της από τις χθεσινές βομβιστικές επιθέσεις που βύθισαν τη χώρα στο χάος, τον πόνο και τον θάνατο. Τουλάχιστον 290 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από το μπαράζ επιθέσεων σε εκκλησίες και ξενοδοχεία ανήμερα το Πάσχα των καθολικών, αριθμός που αναμένεται να αυξηθεί τις επόμενες ώρες, καθώς και οι τραυματίες φθάνουν τους 500. Τα χειρότερα ωστόσο ίσως δεν έχουν περάσει.

Αν και δεν υπάρχει επισήμως ανάληψη ευθύνης, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχει εκδώσει ταξιδιωτική οδηγία στην οποία κάνει λόγο για τρομοκρατικές επιθέσεις και προειδοποιεί τους Αμερικανούς ότι μπορεί να επακολουθήσουν και άλλες επιθέσεις. Οι αστυνομικές αρχές ανέφεραν χθες το βράδυ μία ακόμη βομβιστική επίθεση σε ναό στα βορειοδυτικά της χώρας, καθώς και δύο εμπρησμούς σε καταστήματα τα οποία ανήκουν σε μουσουλμάνους στη δυτική Σρι Λάνκα. Οι επιθέσεις της Κυριακής ξύπνησαν τους χειρότερους φόβους ότι η βία επανέρχεται στη χώρα.

«Τρομοκράτες μπορεί να χτυπήσουν χωρίς προειδοποίηση», αναφέρεται στη χθεσινή ταξιδιωτική οδηγία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Στους πιθανούς στόχους περιλμαβάνονται τουριστικοί προορισμοί, εμπορικά καταστήματα, ξενοδοχεία, αεροδρόμια και άλλοι δημόσιοι χώροι.

Ο εμφύλιος πόλεμος

Ο εμφύλιος πόλεμος έληξε στη Σρι Λάνκα το 2009, με την ήττα των Τίγρεων Ταμίλ, μία μειονότητα η οποία δικδικούσε από τη δεκαετία του ’70 την ανεξαρτησία της στα βόρεια και ανατολικά του νησιού. Το εθνικιστικό κίνημα των Ταμίλ θεωρούσε ότι η μειονότητα ήταν θύμα διακρίσεων από την πλευρά της κυβέρνησης που ελέγχεται από την πλειονότητα των Σιναλέζων. Ταμίλ και Σιναλέζοι έφτασαν στη Σρι Λάνκα από την Ινδία, αλλά οι δύο ομάδες έχουν δική τους γλώσσα και διαφορετική θρησκεία – οι Σιναλέζοι είναι κατά κύριο λόγο βουδιστές και οι Ταμίλ ινδουιστές.

Ο πόλεμος μεταξύ των ανταρτών και των Τίγρεων Ταμίλ άρχισε το 1983. Το 2002 οι αντάρτες και η κυβέρνηση υπέγραψαν εκεχειρία με τη διαμεσολάβηση της Νορβηγίας. Οι εχθροπραξίες όμως εντάθηκαν και πάλι από το 2006, και ιδιαίτερα μετά το 2008.

Σε αυτόν τον πόλεμο εκτιμάται ότι έχασαν τη ζωή τους 70.000 με 80.000 άνθρωποι. Έκτοτε, υπήρξαν περιστατικά σποραδικής βίας. Τον Μάρτιο του 2018 η χώρα κυρήχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αφότου μέλη της κοινότητας των βουδιστών Σινάλα επιτέθηκαν σε τζαμιά και περιουσίες μουσουλμάνων.

Έως το 2014 οι εντάσεις μεταξύ βουδιστών και μουσουλμάνων προκάλεσαν μία σειρά από εξεγέρσεις και κατά τη διάρκεια της τελευταίας 10ετίας η σχέση μεταξύ των δύο θρησκευτικών κοινοτήτων χαρακτηρίστηκε από μία ριζοσπαστικοποίηση των θέσεών τους. Τα τελευταία χρόνια αναδύθηκε η υπερεθνικιστική θρησκευτική οργάνωση Μπόντου Μπάλα Σένα, που προωθεί μία πολιτική μίσους απέναντι στους μουσουλμάνους, η διεξαγωγή της οποίας θυμίζει σε πολλά σημεία τους τον διωγμό των Ροχίνγκια στη Μιάνμαρ.

Το χρονικό των επιθέσεων

Οι πρώτες επιθέσεις σημειώθηκαν το πρωί της Κυριακής, περί τις 8.30 – 9.00 τοπική ώρα σε τρία πολυτελή ξενοδοχεία μπροστά στην ακτή στην πρωτεύουσα Κολόμπο. Παράλληλα, βόμβες εξερράγησαν μέσα σε τρεις εκκλησίες όπου ρωμαιοκαθολικοί πιστοί είχαν συγκεντρωθεί για τη λειτουργία του Πάσχα. Στόχοι έγιναν συγκεκριμένα η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου στο Κολόμπο, η εκκλησία του Αγίου Σεβαστιανού στο Νεγκόμπο, περίπου 30 χιλιόμετρα βόρεια από την πρωτεύουσα, και μια εκκλησία στην πόλη Μπατικαλόα, στην άλλη πλευρά της χώρας, στις ανατολικές της ακτές.

Μερικές ώρες αργότερα, σημειώθηκαν άλλες δύο εκρήξεις. Η μία έπληξε ξενοδοχείο σε νότιο προάστιο της πρωτεύουσας. Η δεύτερη έγινε σε σπίτι σε βόρειο προάστιο του Κολόμπο, όπου καμικάζι πυροδότησε τα εκρηκτικά με τα οποία είχε ζωστεί κατά τη διάρκεια αστυνομικής εφόδου.

Σύμφωνα με την αστυνομία, μεταξύ των θυμάτων ήταν δεκάδες ξένοι υπήκοοι, μεταξύ των οποίων Βρετανοί, Ολλανδοί, Πορτογάλοι, Κινέζοι και Αμερικανοί. Η Ινδία επίσης γνωστοποίησε ότι έχουν σκοτωθεί τρεις υπήκοοί της.

Συλλήψεις

Μέχρι στιγμής, ανάληψη ευθύνης δεν υπάρχει. Οι αρχές ωστόσο έχουν ανακοινώσει τη σύλληψη 24 ατόμων. Σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας, οι δράστες είναι εξτρεμιστές, βομβιστές αυτοκτονίας. Σε μία προσπάθεια να σταματήσει την εξάπλωση της παραπληροφόρησης, η κυβέρνηση διέκοψε τη λειτουργία των μέσων κοινωνικής ενημέρωσης και των υπηρεσιών μηνυμάτων.

naftemporiki.gr