Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Επανένωση προσφύγων, ενίσχυση του γαλλογερμανικού άξονα με στόχο τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης, καμία αύξηση φόρων και εξίσωση των ασφαλιστικών εισφορών μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, είναι μερικά από τα στοιχεία της νέας πολιτικής που ευαγγελίζεται η νέα κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού στη Γερμανία.
Οι Χριστιανοδημοκράτες, οι Βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές και οι Σοσιαλδημοκράτες υπέγραψαν και επισήμως χθες την 177 σελίδων συμφωνία που σκιαγραφεί τις βασικές κατευθύνσεις της νέας κυβέρνησης για την επόμενη τετραετία. Μιας κυβέρνησης της οποίας το μεγάλο στοίχημα πάνω απ’ όλα είναι να διατηρήσει τη δική της συνοχή, καθώς οι κυβερνητικοί εταίροι εξακολουθούν να μιλούν πολλές φορές με προεκλογικούς όρους… Την ώρα που οι εταίροι υπέγραφαν τη συμφωνία τους, ο προαλειφόμενος από το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα νέος υπουργός Υγείας Γενς Σπαν δήλωνε ότι αυτοί που παίρνουν επιδόματα δεν είναι φτωχοί, θέλοντας προφανώς να κλείσει την πόρτα σε ενδεχόμενες κοινωνικές ευαισθησίες…
Ο Σπαν υποστήριξε, μιλώντας στην εφημερίδα Berliner Morgenpost, ότι αυτοί που παίρνουν επιδόματα ανεργίας με βάση τις μεταρρυθμίσεις του νόμου Χαρτς IV δεν είναι φτωχοί, επειδή οι βασικές τους ανάγκες καλύπτονται. Τον Σπαν έσπευσε μάλιστα να στηρίξει η γενική γραμματέας του CDU Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ, λέγοντας πως έχει δίκιο. Επισήμανε ωστόσο πως δεν είναι συνετό για τους πολιτικούς που έχουν υψηλότερα εισοδήματα να λένε σε αυτούς που παίρνουν κοινωνικά επιδόματα το πώς να αισθάνονται.
Ο Σπαν και η Κραμπ-Καρενμπάουερ θεωρούνται πιθανοί διάδοχοι της Μέρκελ και οι δηλώσεις αυτές είναι μία ακόμη ένδειξη ενδεχόμενης παραφωνίας στη νέα κυβέρνηση, καθώς Χριστιανοδημοκράτες και SPD θα επιχειρούν να δώσουν το δικό τους ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα.
Η μεγάλη πρόκληση της νέας κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού θα είναι η αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, θέμα το οποίο εκμεταλλεύτηκε δεόντως προεκλογικά το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) για να ανεβάσει τα ποσοστά του. Για την προσφυγική κρίση λοιπόν οι εταίροι στη νέα κυβέρνηση συμφώνησαν να θέσουν όριο στις οικογενειακές επανενώσεις τις 1.000 τον μήνα, περιορίζοντας συνολικά τον αριθμό των αιτούντων άσυλο σε 180.000 με 220.000 τον χρόνο. Για το ζήτημα της Ευρώπης, τα κόμματα τονίζουν τη σπουδαιότητα της Ε.Ε. και επισημαίνουν τη βούληση η Γερμανία να συνεργαστεί στενά με τη Γαλλία όσον αφορά τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης. Η νέα κυβέρνηση δηλώνει πρόθυμη να συνεισφέρει περισσότερα για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, με τα δύο κόμματα να τονίζουν την ανάγκη της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Για την άμυνα υπάρχει δέσμευση για τη δαπάνη επιπλέον 2 δισ. ευρώ προκειμένου η Γερμανία να ανταποκριθεί στις «διεθνείς της υποχρεώσεις» και μεσοπρόθεσμα σχέδια για επένδυση επιπλέον 9 δισ. ευρώ, το ζήτημα ωστόσο φαίνεται πως εξακολουθεί να διχάζει τους εταίρους, που απέφυγαν περαιτέρω, πιο συγκεκριμένες δεσμεύσεις.
Όσον αφορά τη φορολογία, CDU και SPD δεσμεύονται ότι δεν θα υπάρξουν άλλες αυξήσεις. Το SPD πίεζε προεκλογικά για αύξηση του βασικού φορολογικού συντελεστή από 42% σε 45%. Για τον φόρο αλληλεγγύης, τον ειδικό φόρο που θεσπίστηκε το 1990 με τη γερμανική ενοποίηση προκειμένου να ενισχυθεί η πρώην ανατολική Γερμανία, τα κόμματα δεσμεύονται για τη σταδιακή του κατάργηση.
Στο ζήτημα της Υγείας η επιδίωξη του SPD για «Υγεία των πολιτών» και εξίσωση της δημόσιας με την ιδιωτική Υγεία δεν πέρασε. Αντ’ αυτής οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην επαναφορά της ισότητας ανάμεσα στις εισφορές των εργοδοτών και των εργαζομένων.
Οι κυβερνητικοί εταίροι συμφώνησαν επίσης στην κατασκευή 1,5 εκατ. νέων κατοικιών έως το 2022, ένας στόχος ο οποίος κρίνεται ιδιαίτερα φιλόδοξος, με δεδομένο ότι αυτή τη στιγμή κτίζονται περί τις 280.000 νέες κατοικίες τον χρόνο.
Μικρή, αλλά σημαντική επιτυχία για το SPD θεωρείται η συμφωνία των δύο κομμάτων για απαγόρευση χρήσης των ζιζανιοκτόνων.