Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, στις ελληνογερμανικές σχέσεις, αλλά και στην έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα αναφέρεται ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σε άρθρο του στην κυριακάτικη «Βελτ» («Welt Am Sonntag»), με την ευκαιρία συμπλήρωσης 70 χρόνων έκδοσης της γερμανικής εφημερίδας.
Ο κ. Τσίπρας αναφέρεται αρχικώς στην ιστορική συγκυρία (1948) όταν βγήκε το πρώτο φύλλο της εφημερίδας για τη Γερμανία και την Ευρώπη ευρύτερα: «Σε αυτό το φόντο γεννήθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, εμφορούμενη προπάντων από τη συλλογική υπόσχεση να μη συνεχιστεί η διάσπαση της Ευρώπης. Γι’ αυτό η ανοικοδόμηση και τελικά η επανένωση της Γερμανίας αποτέλεσαν ουσιώδες συστατικό στοιχείο για το μέλλον της Ευρώπης», επισημαίνει ο πρωθυπουργός.
«Το όραμα γι’ αυτό το μέλλον βασίστηκε στην κοινή ανάπτυξη και ευημερία, και δεν άφησε περιθώρια να εξαπλωθούν ο εθνικισμός και ο σωβινισμός στην Ευρώπη. Στόχος ήταν ένα μέλλον της κοινής προόδου για τις κοινωνίες της Ευρώπης. Αλλά η ιστορία αποδεικνύει ότι μπορεί να είναι μικρή η απόσταση ανάμεσα σε ένα υπέροχο μέλλον και σε μια καταστροφική επιστροφή στο παρελθόν», σημειώνει.
Αναφερόμενος στο σήμερα, τονίζει πως «αφού η Ευρώπη αναγκάστηκε να έλθει αντιμέτωπη με την οικονομική και προσφυγική κρίση, τις νέες προκλήσεις για την ασφάλεια και την έξοδο ενός σημαντικού μέλους της Ε.Ε., βρίσκεται και πάλι στο χείλος του γκρεμού. Βρίσκεται σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι, στο οποίο πρέπει να παρθούν δύσκολες αποφάσεις – αποφάσεις με βαρυσήμαντες συνέπειες για το μέλλον της ηπείρου».
Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό, «ερχόμαστε αντιμέτωποι με θεμελιώδη ζητήματα. Ή θα δουλέψουμε μαζί ως Ευρωπαίοι, θα βρούμε μια κοινή βάση, για να αντιμετωπίσουμε τις κοινές προκλήσεις μας, να προωθήσουμε την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, να προστατέψουμε τα δικαιώματα των εργαζομένων και να δράσουμε αποφασιστικά κατά της κλιματικής αλλαγής. Ή θα δημιουργήσουμε φραγμούς φόβου και μίσους, θα χτίσουμε τείχη και φράχτες ενάντια σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη, θα διευρύνουμε το χάσμα μεταξύ των πολύ πλούσιων και της υπόλοιπης κοινωνίας και θα χωριστούμε στον έντιμο Βορρά και στον ανεύθυνο Νότο».
Εστιάζοντας στη συνέχεια του άρθρου του στις ελληνο-γερμανικές σχέσεις, ο κ. Τσίπρας τονίζει ότι, «εμείς οι Έλληνες και οι Γερμανοί κατορθώσαμε να γιατρέψουμε πληγές και να ξαναφτιάξουμε μια σχέση, που είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών. Τη δεκαετία του ’50 και του ’60 ήλθαν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες στη Γερμανία, για να φτιάξουν μια καινούρια ζωή και δουλεύοντας πλάι στους Γερμανούς να γίνουν κομμάτι της ανάκαμψης και της ανοικοδόμησης. Τα τελευταία χρόνια, με την έναρξη της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη, πολλές φωνές πολιτικών στη Γερμανία άρχισαν να προσπαθούν να αφυπνίσουν έναν τεχνητό διχασμό ανάμεσα στις χώρες και στους πολίτες μας, κάνοντας την Ελλάδα αποδιοπομπαίο τράγο της Ευρωζώνης. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να διδαχτούν από αυτήν την εμπειρία όλοι οι Ευρωπαίοι. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε τέτοιες διχαστικές φωνές, ιδιαίτερα μέσω των ΜΜΕ, να κερδίσουν ως προς αυτό το πάνω χέρι μεταξύ των λαών μας».
Ο Πρωθυπουργός σημειώνει ότι «από το 2015 και μετά η Ελλάδα έχει αποδείξει αναμφίβολα ότι είναι σε θέση να πραγματοποιήσει μια στροφή, να ξαναδώσει ώθηση στην οικονομία της και να επιστρέψει στην ανάπτυξη» και τονίζει πως «αυτό είναι το αποτέλεσμα των κοινών προσπαθειών του ελληνικού λαού και της πολιτικής βούλησης μιας κυβέρνησης, που δεν έχει καμία σχέση με το διεφθαρμένο status quo ante της πολιτικής και της οικονομίας, που οδήγησε την Ελλάδα στο χείλος της χρεοκοπίας. Σήμερα οι Έλληνες είναι ενωμένοι στην επιθυμία τους να κλείσουν την κακή διαχείριση του παρελθόντος στο χρονοντούλαπο της ιστορίας».
Ο Πρωθυπουργός χαρακτηρίζει καλή είδηση για τη Γερμανία και την Ε.Ε. το «comeback» της Ελλάδας, καθώς, όπως αναφέρει, εκτός από την οικονομική ανάκαμψη, η Ελλάδα διαδραματίζει έναν καίριο γεωπολιτικό ρόλο. «Η χώρα μας είναι μια ευρωπαϊκή δύναμη σταθερότητας και ασφάλειας σε μια αποσταθεροποιημένη περιοχή, όπως απέδειξε μόλις πρόσφατα η συμφωνία για το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ», συμπληρώνει.
Για την καγκελάριο Μέρκελ σημειώνει πως «συνεργαστήκαμε στενά για την αντιμετώπιση των κοινών ευρωπαϊκών μας προκλήσεων. Από κοινού εργαστήκαμε για έναν αποτελεσματικό και ανθρώπινο τρόπο αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης. Η Γερμανίδα Καγκελάριος απέδειξε πόσο σημαντική είναι η υπεύθυνη ηγεσία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα, αν δούμε τις λαϊκιστικές δυνάμεις που προσπαθούν να διχάσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους λαούς της με την προώθηση του εθνικισμού και του ρατσισμού στις κοινωνίες μας. Αυτές οι προσπάθειες ανήκουν σε ένα παρελθόν, στην επιστροφή του οποίου θα πρέπει να αντισταθεί αποφασιστικά κάθε Ευρωπαίος».
Πηγή: ΑΜΠΕ