Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Μεγάλα εμπόδια που αμφισβητούν την δυνατότητά της να εκπέμψει μήνυμα σταθερότητας και συνέχειας, βρίσκει με μεγάλη συχνότητα το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση. Η Συμφωνία των Πρεσπών, η διαλυτική κατάσταση που επικρατεί στους ΑΝΕΛ και οι συνεχείς αποκαλύψεις στην υπόθεση ΔΕΠΑ – Πετσίτη που φέρνει τη σκανδαλολογία στο γήπεδο του ΣΥΡΙΖΑ, είναι τα βασικότερα.
Η συνέχεια των αποκαλύψεων για τον Μανώλη Πετσίτη φέρνει σε δύσκολη θέση τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής Νίκο Παππά και εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Ασφαλείς πληροφορίες αναφέρουν ότι κορυφαίο υπουργοί και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν θέσει τον προβληματισμό τους στον Πρωθυπουργό, ο οποίος – μέχρι στιγμής – στηρίζει πλήρως τον κ. Παππά. Η Κουμουνδούρου εκδίδει απαξιωτικές ανακοινώσεις για όσα βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας προσπαθώντας να φωτίσει τη σχέση Μαρινάκη – Μητσοτάκη, αλλά η αποκάλυψη ότι ο Μανώλης Πετσίτης, του οποίου η σχέση με το Μαξίμου είναι ισχυρή και αποδεδειγμένη, εμφανίζεται ως φορολογικός εκπρόσωπος των εταίρων του δικηγόρου Αρτεμίου στην Ελλάδα, κρίνεται ως σημαντική αποκάλυψη. Ενδεικτική ήταν η δήλωση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Ξυδάκη για τον κ. Πετσίτη: «Δεν τον γνωρίζω τον κύριο. Το θέμα να πάει στη Βουλή».
Σε ό,τι αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών, οι παλινωδίες του Πάνου Καμμένου για τη στάση που θα τηρήσει ο ίδιος και το κόμμα του, δυσκολεύουν τον Αλέξη Τσίπρα να υλοποιήσει τον εκλογικό του σχεδιασμό. Ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ επανέλαβε προχθές ότι αν η Συμφωνία των Πρεσπών έρθει στην ελληνική Βουλή θα θέσει ζήτημα κομματικής πειθαρχίας και οι ΑΝΕΛ θα αποχωρήσουν από την κυβερνητική πλειοψηφία και ζήτησε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να συγκαλέσει Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών για να την μπλοκάρουν. Η δήλωση όμως του κ. Καμμένου, που ενισχύει τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών για τον Μάιο, αλλά και τον Μάρτιο ή και τον Φεβρουάριο, ήταν η εξαγγελία του ότι οι ΑΝΕΛ θα ξεκινήσουν επισήμως την προεκλογική τους καμπάνια στις 10 Ιανουαρίου, εξασθενώντας ακόμα περισσότερο το ήδη αδύναμο κυβερνητικό σήμα για εξάντληση της τετραετίας.
Οι ΑΝΕΛ διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι θα αποχωρήσουν από την κυβέρνηση πριν την ψηφοφορία στην ελληνική Βουλή για τη Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά δεν πρόκειται να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους προς την κυβέρνηση, ωστόσο δύσκολα σε αυτή τη φάση μπορεί να προβλεφθεί το κλίμα και οι πιέσεις που θα υπάρξουν έναντι μίας απονομιμοποιημένης κυβέρνησης, με τον κ. Τσίπρα να προχωρά σε νέο, αναγκαστικό ανασχηματισμό.
Ο Πρωθυπουργός επανέλαβε από το Παλέ Ντε Σπορ της Θεσσαλονίκης ότι η κυβέρνηση θα επιμείνει στη δέσμευσή της να κυρώσει τη Συμφωνία των Πρεσπών από τη σημερινή Βουλή, εμφανίστηκε βέβαιος ότι θα συγκροτηθεί η αναγκαία πλειοψηφία, ωστόσο ενστάσεις υπάρχουν και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ από βουλευτές της Βόρειας Ελλάδας, για τις οποίες το πρωθυπουργικό επιτελείο είναι ενήμερο.
Η αριθμητική της Συμφωνίας των Πρεσπών που εξελίσσεται στο θέμα που θα κρίνει τις πολιτικές εξελίξεις και τα σενάρια για την επόμενη μέρα δείχνουν ότι χωρίς το Ποτάμι – τηρεί στάση αναμονής κλίνοντας προς το ναι με διαφωνούντες τον Γ. Αμυρά και Γρ. Ψαριανό που κλίνουν προς το όχι- και με δεδομένο ότι οι ΑΝΕΛ θα επιμείνουν στη σημερινή τους θέση, δύσκολα θα συγκεντρωθούν οι 151 ψήφοι που χρειάζονται. Εκτός αν έχει βάση το σενάριο που διακινείται και αναφέρει ότι Τσίπρας και Καμμένος έχουν συμφωνήσει οι ΑΝΕΛ να αποχωρήσουν από την ψηφοφορία και να μπορεί να κυρωθεί με λιγότερες ψήφους, δηλαδή με πλειοψηφία επί των παρόντων.
Μέχρι στιγμής πάντως, στα 145 «ναι» των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ προστίθενται ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος των ΑΝΕΛ, ο Σπύρος Δανέλλης από το Ποτάμι, ο Ι. Σαρίδης από την Ένωση Κεντρώων που είπε ότι θα υπερψηφίσει τον προϋπολογισμό αλλά ο Β. Λεβέντης δεν τον διαγράφει επειδή αν το κάνει θα διαλύσει την κοινοβουλευτική του ομάδα, η Κατερίνα Παπακώστα που τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, παρά του ότι λέει η ίδια, την υπολογίζουν στα «ναι». Από εκεί και πέρα, μένει να δείξουν τι θα κάνουν ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Γιώργος Μαυρωτάς κα ο Σπύρος Λυκούδης από το Ποτάμι, ο ανεξάρτητος βουλετής Χάρης Θεοχάρης (χθες στον «Ελεύθερο Τύπο» δήλωσε ότι θα σκεφτεί τι θα κάνει), ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ και βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Θανάσης Θεοχαρόπουλος που βρίσκεται σε μία κόντρα με τη Χαριλάου Τρικούπη και για θέματα συγκρότησης ψηφοδελτίων του Κινήματος Αλλαγής, η βουλευτής των ΑΝΕΛ και υπουργός Έλενα Κουντουρά, για την οποία κυβερνητικές πηγές λένε ότι θα ψηφίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά οι ΑΝΕΛ υποστηρίζουν ότι είναι σύμφωνη με τη γραμμή του κόμματος για καταψήφιση και αποχώρηση από την κυβέρνηση και ο βουλευτής των ΑΝΕΛ και πρώην υπουργός Κώστας Ζουράρις, ο οποίος δεν έχει ξεκαθαρίσει τη στάση του.
Εκτός ελέγχου
Σε αυτό το κλίμα, η αντιπαράθεση ΣΥΡΙΖΑ – Ν.Δ. δείχνει να ξεπερνά τα όρια και να εξελίσσεται σε έναν πόλεμο μέχρις εσχάτων χωρίς κανόνες, με απρόβλεπτες συνέπειες για την οικονομική, την πολιτική και την κοινωνική ζωή. Δηλητηριώδη υπονοούμενα για «Κοτζαμάνηδες» και «φασιστικές αντισυγκεντρώσεις» από τη μία πλευρά «φθηνή επιλογή και έλλειψη ήθους, ο προγραμματισμός κεντρικής ομιλίας Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη, πάνω στην εναρκτήρια ομιλία Μητσοτάκη στο συνέδριο της Ν.Δ.» από την άλλη.
Πράγματα που στο παρελθόν ρυθμίζονταν ανάμεσα στους πολιτικούς αντιπάλους μέσω των άγραφων νόμων της πολιτικής στο πλαίσιο ενός καλώς εννοούμενου πολιτικού πολιτισμού, σήμερα αποτελούν λόγους για νέες, ακόμα πιο σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων.
Το εκτός ελέγχου πολιτικό κλίμα είναι αποτέλεσμα της στρατηγικής που ακολουθούν τα κόμματα, εν όψει των επόμενων εκλογών. Ενδεικτικό του κλίματος είναι πως στο συνέδριο της Ν.Δ. δεν κλήθηκαν εκπρόσωποι των δύο κυβερνητικών κομμάτων, με την Πειραιώς να υποστηρίζει ότι μετά την πρωτοφανή πολιτική απρέπεια του κ. Τσίπρα να προγραμματίσει κεντρική πολιτική ομιλία πάνω στο συνέδριο της Ν.Δ., δεν μπορούσε να απευθύνει πρόσκληση στον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να δώσει στην ομιλία Τσίπρα χαρακτηριστικά ενός μεγάλου αντιφασιστικού προσκλητηρίου για όλο τον προοδευτικό κόσμο και να εμφανίσει τον Πρωθυπουργό ως ηγέτη του προοδευτικού χώρου στην Ελλάδα, που αναμετράται με τις δυνάμεις του συντηρητισμού και της ακροδεξιάς που σήμερα – όπως λένε στην Κουμουνδούρου – εκφράζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία.
Η Ν.Δ. επιχειρεί να αναδείξει τα χαρακτηριστικά λαϊκισμού και οπορτουνισμού του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά του Πρωθυπουργού, καταγγέλλει τη συνεργασία Τσίπρα με τον «ακροδεξιό» Καμμένο και επιχειρεί να εμφανίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως τον ηγέτη που καταφέρνει να συγκεντρώσει τις μεταρρυθμιστικές δυνάμεις του τόπου, κάτω από την «ευρύχωρη» κεντροδεξιά μαρκίζα της Ν.Δ.. Άλλωστε, ο πρόεδρος της Ν.Δ. έχει χαρακτηρίσει πολλές φορές ξεπερασμένο τον άξονα Αριστερά – Δεξιά, δίνοντας το μήνυμα της συμπόρευσης σε μια εθνική προσπάθεια.