Skip to main content

Π. Σόοφ στη «Ν»: Αλλαγή σελίδας στην Ελλάδα αλλά με δίχτυ ασφαλείας

Μία φόρμουλα η οποία θα παρέχει περισσότερη αυτονομία στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, αλλά συγχρόνως θα θωρακίζει την ελληνική οικονομία στο εξωτερικό περιβάλλον, προκρίνει χαρακτηριστικά ως ζητούμενο των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην Αθήνα και τις Βρυξέλλες ο πρέσβης της Γερμανίας Πέτερ Σόοφ, ο οποίος σε αποκλειστική συνέντευξη στη «Ν» αξιολογεί την πρόσφατη αντίδραση των αγορών ως «ένα μάθημα το οποίο δεν θα πρέπει να αγνοήσουμε». Ο ίδιος εκφράζει την άποψη ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση της μεταρρυθμιστικής διαδρομής και υπογραμμίζει ότι χρειάζονται ακόμη ίσως περισσότερα από 2-3 χρόνια προκειμένου η ελληνική οικονομία να μεταβεί από ένα αναπτυξιακό μοντέλο δημόσιας κατανάλωσης σε ένα αναπτυξιακό μοντέλο παραγωγής. «Αν συνεχίσετε σε αυτήν την πορεία θα έχετε επίσης αποτελέσματα στους τομείς της ανεργίας και φυσικά του κρατικού χρέους», εκτιμά ο κ. Σόοφ. Μεταξύ άλλων, χαρακτηρίζει προτεραιότητα της γερμανικής πρεσβείας την έναρξη εντός του 2014 του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου για τον φτηνότερο δανεισμό μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Κύριε Πρέσβη, θα ήθελα να γυρίσω τον χρόνο πίσω στον Φεβρουάριο του 2014: Η διεθνής προσοχή είναι επικεντρωμένη στο ελληνικό πρόγραμμα εξυγίανσης και μόλις 2 μήνες πριν η οικία του προκατόχου σας έχει δεχτεί τρομοκρατική επίθεση. Θα θέλατε ίσως να μοιραστείτε κάποιες από τις σκέψεις που κάνατε εκείνες τις ημέρες φτιάχνοντας τις αποσκευές σας για την Ελλάδα;

Η κύρια σκέψη μου, ανεξάρτητα από το περιστατικό που συνέβη στο τέλος του 2013, ήταν ότι αισθανόμουν μεγάλη τιμή που μου ζητήθηκε να αναλάβω τη θέση του Γερμανού Πρέσβη στην Ελληνική Δημοκρατία και αυτό δεν έχει αλλάξει. Ως προς το συγκεκριμένο περιστατικό, νομίζω ότι είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε ότι η φιλία μας είναι πολύ γερή. Μετράει πολλές δεκαετίες, αν όχι αιώνες. Αν σκεφτείτε τον 20ο  αιώνα, είναι τόσα αυτά που ξεχωρίζουν. Πολλοί Έλληνες πήγαν στη Γερμανία για τις σπουδές τους, αλλά και για να εργαστούν. Πολλοί Γερμανοί τουρίστες επισκέπτονται την Ελλάδα και επιδεικνύουν ευρύτερα ενδιαφέρον για τον ελληνικό πολιτισμό. Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτό το περιστατικό θα πρέπει να μας θυμίζει και να ενισχύει την επίγνωση ότι αυτή η φιλία είναι σημαντική και ότι κανείς δεν είναι ικανός να τη θέσει σε κίνδυνο. Είμαι πεπεισμένος πως αυτή είναι η γνώμη της μεγάλης πλειονότητας στην Ελλάδα και τη Γερμανία.

Ποια είναι η εικόνα την οποία αποκομίζετε από την Ελλάδα σήμερα; Διακρίνετε βήματα βελτίωσης ικανά να αυξήσουν το ΑΕΠ και να μειώσουν την ανεργία;

Πρώτα απ’ όλα γνωρίζουμε ότι τα στοιχεία αναφορικά με το τελευταίο τρίμηνο, το τρίτο τρίμηνο του 2014, πιθανότατα θα δείξουν για πρώτη φορά μετά από, νομίζω, 6 χρόνια ότι η ανάπτυξη επέστρεψε στην Ελλάδα. Αυτά είναι πολύ καλά και σημαντικά νέα. Θεωρώ ότι έχουμε δει σημαντικές εξελίξεις, όπως η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος στον ελληνικό προϋπολογισμό, που έχει δώσει αυτοπεποίθηση στην αγορά. Επίσης, είδαμε μία τουριστική σεζόν πρωτοφανή εδώ και πολλά χρόνια. Άρα έχουμε σαφείς ενδείξεις ανάκαμψης.

Θα λέγατε ότι η Ελλάδα έχει κάνει αυτά που έχει συμφωνήσει με τους εταίρους και δανειστές της;

Αν δούμε τη δημοσιονομική πλευρά, είμαστε όλοι πολύ εντυπωσιασμένοι με αυτό που έχει πετύχει η Ελλάδα. Το πρωτογενές πλεόνασμα επιτεύχθηκε έναν χρόνο νωρίτερα απ΄ ό,τι είχε προβλεφθεί. Ελπίζουμε στην επιστροφή της ανάπτυξης και γενικώς είδαμε ότι οι αγορές έχουν καλωσορίσει την προσπάθεια της Ελλάδας. Πιστεύω ότι σημαντικό μέρος της κοινής μας ατζέντας είναι ο τομέας των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων συνολικά και θα έλεγα ότι κι εδώ η πρόοδος που έχει επιτευχθεί είναι μεγάλη. Αλλά πιστεύω ότι μένουν πολλά να γίνουν και είναι σημαντικό, τώρα που γυρίζουμε σελίδα στο τέλος του 2014, να δούμε από κοινού τις παραμέτρους εκείνες, που απαιτούν περαιτέρω προσοχή και να δούμε από κοινού, πώς θα αντιμετωπίσουμε αυτά τα θέματα στο μέλλον.

Τους τελευταίους μήνες καλλιεργούνται προσδοκίες στην Ελλάδα ότι η χώρα δεν θα συνεχίσει να δανείζεται από τους εταίρους της και ότι αφήνει πίσω το καθεστώς στενής εποπτείας και της εφαρμογής επώδυνων οικονομικών μέτρων. Θεωρείτε βάσιμη αυτήν την εκτίμηση ή θεωρείτε ότι είναι ακόμη νωρίς;

Πρώτα απ’ όλα επιτρέψτε μου να πω ότι αναγνωρίζω πλήρως την τεράστια προσπάθεια την οποία έχουν καταβάλει οι Έλληνες πολίτες τα τελευταία 4 χρόνια. Εμείς οι Γερμανοί γνωρίζουμε τι σημαίνει να πρέπει να ζήσεις με 20% ή 30% μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις. Επομένως, είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι όλοι θα ευχόμασταν η Ελλάδα να μπορούσε να αφήσει πίσω της την τρέχουσα περίοδο της αυστηρής εποπτείας και επιτήρησης και να προχωρήσει σ’ ένα άλλο κεφάλαιο. Ωστόσο, τους προηγούμενους μήνες είδαμε επίσης πόσο άστατο μπορεί να είναι το εξωτερικό περιβάλλον. Πιστεύω ότι είναι προς το συμφέρον όχι μόνο της ελληνικής οικονομίας αλλά γενικότερα της χώρας να επεξεργαστεί τώρα μαζί με τους Ευρωπαίους εταίρους της μία εξίσωση, που από τη μία πλευρά θα μας επιτρέπει να γυρίσουμε αυτήν τη σελίδα και θα διασφαλίζει μεγαλύτερη αυτονομία στον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις για το μέλλον και τις μεταρρυθμίσεις σε αυτήν τη χώρα, αλλά από την άλλη πλευρά θα διασφαλίζει επίσης μία συνεργασία, που θα παρέχει ένα δίχτυ ασφαλείας στην περίπτωση που το εξωτερικό περιβάλλον επιδεινωθεί. Άλλωστε, οι αντιδράσεις των αγορών τους τελευταίους μήνες ήταν, νομίζω, ένα μάθημα, το οποίο δεν θα πρέπει να αγνοήσουμε. Πιστεύω ότι είναι προς το συμφέρον όλων να βρούμε την εξίσωση που θα συνδυάζει αυτά τα δύο: από τη μία πλευρά περισσότερη αυτονομία, και από την άλλη πλευρά ένα δίχτυ ασφαλείας.

Σημαντικό κομμάτι στο παζλ της ελληνικής υπόθεσης είναι η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Τι είδους χαρακτηριστικά οφείλει να έχει η λύση για το ελληνικό χρέος, σύμφωνα με το Βερολίνο;

Αν κοιτάξετε την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δημοσιεύτηκε την προηγούμενη εβδομάδα, θα δείτε ότι η εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας προμηνύεται πολύ θετική. Θα δείτε ρυθμό ανάπτυξης 0,6% εφέτος, 2,9% το επόμενο έτος και ποσοστό άνω του 3% το 2016. Τα στοιχεία δείχνουν καθαρά ότι, αν συνεχίσετε σε αυτήν την πορεία, αν διασφαλίσετε ότι αυτή η ατζέντα θα διατηρηθεί, θα έχετε επίσης αποτελέσματα στους τομείς της ανεργίας και φυσικά του δημόσιου χρέους. Θεωρώ ότι είναι σημαντικό που επιμείναμε στην πορεία την οποία συμφωνήσαμε από κοινού.

Θεωρείτε ότι η διαγραφή μέρους του ελληνικού χρέους είναι κάτι το οποίο θα μπορούσαν να δεχτούν οι Γερμανοί φορολογούμενοι; Υπό ποιες προϋποθέσεις;

Πρώτον, επιτρέψτε μου να πω ότι απ’ όσο έχω παρατηρήσει αυτό δεν είναι προτεραιότητα της ελληνικής κυβέρνησης. Δεύτερον, θα έλεγα ότι το συγκεκριμένο ζήτημα θα μπορούσε να εγείρει δύσκολα ερωτήματα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τρίτον, αν επιδιώξετε να διαγράψετε το χρέος που αφορά επίσημους δανειστές, αλλά και ελληνικές τράπεζες, θα πρέπει να αναλύσετε πολύ προσεκτικά τις επιπτώσεις, για παράδειγμα, στην πιστωτική κατάσταση στην Ελλάδα. Τέταρτον, επιτρέψτε μου να πω, ότι σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες αυτό θα είναι ένα δυσεπίλυτο νομικό ζήτημα, διότι, όσον αφορά το χρέος σε επίσημους δανειστές, δεν υπάρχει η κατάλληλη νομική βάση που θα επιτρέψει μία τέτοια σημαντική διαγραφή δημόσιου χρέους.

Κάποιοι στην Ελλάδα πιστεύουν ότι υπάρχει άλλος, πιο ανώδυνος δρόμος από το «Μνημόνιο». Υπάρχει άλλος δρόμος κ. Πρέσβη κατά τη γνώμη σας;

Θεωρώ πως ό,τι περάσαμε στην Ευρωζώνη τα τελευταία 4-5 χρόνια ανήκει σε αχαρτογράφητα νερά. Δεν υπήρχε ένα πρόγραμμα ή ένα εγχειρίδιο χειρισμού για αντίστοιχες περιπτώσεις. Σίγουρα είναι καιρός, ως έναν βαθμό, να δούμε ιστορικά τι κάναμε και τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει με καλύτερο τρόπο, αλλά πιστεύω ότι το διακύβευμα σε αυτήν τη χώρα ήταν να μεταβεί από ένα αναπτυξιακό μοντέλο βασισμένο σε μεγάλο βαθμό στη δημόσια κατανάλωση, σε ένα αναπτυξιακό μοντέλο βασισμένο στην παραγωγή. Θεωρώ ότι η Ελλάδα είναι στη μέση αυτής της διαδικασίας και πιστεύω, όπως είπα και πριν, ότι πολλά στοιχεία επιβεβαιώνουν ως ορθή την επιλογή. Φυσικά θα χρειαστεί ακόμη χρόνος, αλλά πιστεύω γενικώς ότι ανεξάρτητα από τις λεπτομέρειες για εξειδικευμένα θέματα, τα οποία ίσως θα μπορούσαν να είχαν αντιμετωπιστεί διαφορετικά, η γενική κατεύθυνση ήταν η σωστή για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της.

Είδαμε ότι οι Βρυξέλλες έδειξαν μεγαλύτερη ευελιξία στους προϋπολογισμούς της Γαλλίας και της Ιταλίας σε σχέση με το Σύμφωνο Σταθερότητας. Πώς ερμηνεύετε αυτήν την εξέλιξη; Πρόκειται για ένα δείγμα προσαρμογής της ευρωπαϊκής στρατηγικής σε νέα δεδομένα ή απλώς για κάποιους λόγους υπάρχει μία διαφορετική αντιμετώπιση απέναντι στις μεγάλες οικονομικές δυνάμεις της Ευρωζώνης;

Όσον αφορά το Σύμφωνο Σταθερότητας, είχαμε μία πολύ σημαντική συζήτηση πριν από περίπου 10 χρόνια. Πολλές προσπάθειες εκείνη την περίοδο κατευθύνθηκαν προς τη μεταρρύθμιση του Συμφώνου, ώστε να δίδεται μεγαλύτερη ευελιξία σε χώρες, οι οποίες βρίσκονται σε έκτακτες συνθήκες. Αυτό που συμβαίνει αυτήν τη στιγμή είναι ότι οι προϋπολογισμοί της Γαλλίας και της Ιταλίας έχουν υποβληθεί, όπως προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία θα προβεί σε μία αξιολόγηση αργότερα αυτόν τον μήνα. Πιστεύω ότι τα εργαλεία που έχουμε στην Ευρωζώνη είναι αρκετά ευέλικτα ώστε να διαχειρίζονται έκτακτες συνθήκες, όπως η ύφεση που έχουμε δει σε κάποιες χώρες. Συνεπώς, δεν πρόκειται για μία νέα στρατηγική. Πρόκειται για την εφαρμογή των εργαλείων, που υπάρχουν ήδη διαθέσιμα στην Ευρωζώνη.

Ποιος είναι κατά τη γνώμη σας ο μεγαλύτερος κίνδυνος τον οποίο αντιμετωπίζει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Ευρωζώνης στην Ελλάδα;

Θα επισήμαινα δύο πράγματα. Πρώτον, τον κίνδυνο του απρόβλεπτου εξωτερικού περιβάλλοντος. Αν κοιτάξετε τι έχει συμβεί τον τελευταίο χρόνο στη διεθνή σκηνή, θα δείτε πολλά πράγματα που δεν είχαμε προβλέψει. Η ουκρανική κρίση, η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, η δραστηριοποίηση του Ισλαμικού Κράτους κ.ο.κ. Όλα αυτά, φυσικά, επηρεάζουν τις αγορές και την εμπιστοσύνη στην οικονομία όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά όλων των χωρών και πιστεύω ότι είναι σημαντικό το γεγονός ότι λαμβάνουμε μέτρα, όπως το δίχτυ ασφαλείας, τα προγράμματα πρόληψης, ώστε να διασφαλίσουμε πως είμαστε ικανοί να μετριάσουμε τις συνέπειες στις οικονομίες μας. Δεύτερον, θεωρώ ότι υπάρχει ενδιαφέρον -δεν θα το ονόμαζα κίνδυνο- να διατηρηθεί το momentum στην προώθηση της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας, που είναι θεμελιακή για αυτήν τη χώρα. Επαναλαμβάνω, δεν θα το έλεγα κίνδυνο. Αυτό που πρέπει να αντιληφθούμε είναι ότι αυτή η διαδικασία θα πάρει κάποιον χρόνο. Δεν είναι κάτι που μπορείς να πετύχεις από τη μία μέρα στην άλλη ή από τον έναν χρόνο στον άλλον. Θα πρέπει να εξηγήσουμε στον κόσμο, τι αφορά η διαδικασία και ότι δεν θα λάβει χώρα σε έναν χρόνο. Θα χρειαστούν ίσως δύο, τρία ή περισσότερα χρόνια. Πιστεύω ότι είναι σημαντικό όλοι μας, όχι μόνο η ελληνική κυβέρνηση αλλά όλοι όσοι έχουν την ευθύνη στην Ευρώπη και στην Ευρωζώνη, να εξηγήσουμε στην κοινή γνώμη ότι είναι μία δύσκολη διαδικασία που απαιτεί χρόνο. Όμως στο τέλος πιστεύω ότι η Ευρώπη και η Ευρωζώνη θα βρεθούν σε μία πολύ καλύτερη κατάσταση και ότι επίσης κάθε Ευρωπαίος πολίτης θα είναι καλύτερα από ό,τι είναι τώρα.

Ασφαλώς αυτό έχει να κάνει και με τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις.

Βεβαίως. Όπως ξέρετε ως Πρέσβης απέχω από τον σχολιασμό της εγχώριας κατάστασης, αλλά θέλω να εστιάσω στο γεγονός ότι είναι σημαντικό η μεταρρυθμιστική προσπάθεια να συνεχιστεί και πως όσο μεγαλύτερη απήχηση βρίσκει στην ελληνική κοινωνία, τόσο το καλύτερο.

Εντοπίζετε ομοιότητες ανάμεσα στις σημερινές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα και στις αντίστοιχες στη Γερμανία στις αρχές του 2000;

Αυτή είναι μία περίπλοκη ερώτηση. Ασφαλώς, με μια πρώτη ματιά υπάρχουν πολλές ομοιότητες ανάμεσα σε πολλές παραμέτρους του προγράμματος προσαρμογής που συμφωνήθηκε με την Ελλάδα και σε μεταρρυθμίσεις τις οποίες εφαρμόσαμε στη Γερμανία πριν από κάποια χρόνια. Ωστόσο, θα πρέπει να τονίσει κανείς ότι η κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα είναι διαφορετική από αυτήν που αντιμετώπιζε τότε η Γερμανία. Εφαρμόζαμε αυτές τις μεταρρυθμίσεις σε μία περίοδο αργής ανάπτυξης, ωστόσο, υπήρχε κάποια ανάπτυξη. Δεν το κάναμε εν μέσω ύφεσης. Αυτό που συνέβη στην Ελλάδα, για να χρησιμοποιήσω μία μεταφορά, ήταν σαν να επισκευάζεις πλοίο μεσοπέλαγα σε φουρτούνα. Όταν εφαρμόζαμε αυτά τα προγράμματα στη Γερμανία, η θάλασσα δεν ήταν τόσο φουρτουνιασμένη όσο στην Ελλάδα. Οπότε πάντα τηρώ κάποια απόσταση από αντίστοιχες συγκρίσεις της Ελλάδας και της Γερμανίας όσον αφορά τη μεταρρυθμιστική ατζέντα. Πιστεύω ότι ήταν πιο δύσκολο εδώ στην Ελλάδα.

Με ποιους τρόπους και σε ποιους τομείς στηρίζει η Γερμανία την Ελλάδα σε επίπεδο τεχνογνωσίας;

Έχουμε μία ευρεία συνεργασία σε επίπεδο τεχνικής βοήθειας με διάφορους θεσμούς και φορείς στην Ελλάδα. Πρώτα απ’ όλα, συνεργαζόμαστε πολύ ενεργά με την Ομάδα Δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα και συγκεκριμένα σε τομείς όπως η υγεία, η ενέργεια -ενεργειακή αποδοτικότητα και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας- και η τοπική αυτοδιοίκηση. Πλέον, θα προσθέσουμε και τον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας. Επίσης διαμορφώνουμε το πλαίσιο για μία ελληνογερμανική συνεργασία σε πρόσθετους τομείς. Ελπίζω να αρχίσουμε σύντομα, το 2015, να ενισχύουμε τη συνεργασία και στον τομέα της έρευνας. Ωστόσο, θεωρώ ότι ίσως η σημαντικότερη συνεργασία μας αφορά έναν τομέα ζωτικής σημασίας για την ελληνική οικονομία, το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο. Πρόκειται για μία πρωτοβουλία η οποία θα βοηθήσει τις τράπεζες στη χορήγηση πιστώσεων ιδίως προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κάτι το οποίο δεν λειτουργεί καλά επί του παρόντος. Προωθούμε την εισαγωγή στην Ελλάδα ενός επιχειρηματικού μοντέλου, το οποίο αν το επιθυμούν οι Έλληνες φίλοι μας, μπορεί να υιοθετηθεί και σε ένα ευρύτερο επίπεδο, δίνοντας τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να μην δανείζονται με 9% ή 10% αλλά να δανείζονται ίσως με 3% ή 4%. Αυτό είναι, όπως καταλαβαίνω, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στην ελληνική οικονομία και ελπίζω το πρόγραμμα να αρχίσει πριν από το τέλος του 2014, ώστε να ενταχθούν οι πρώτες ελληνικές επιχειρήσεις. Αυτήν τη στιγμή, πρόκειται για το θέμα που προσωπικά με απασχολεί περισσότερο, διότι θέλουμε να το δούμε να λειτουργεί εντός του 2014.

Υπάρχουν σε εξέλιξη ή δρομολογούνται ελληνογερμανικά προγράμματα όπως για παράδειγμα το Ίδρυμα Νεολαίας. Ποιος είναι ο στόχος και τι πετυχαίνουν αντίστοιχες πρωτοβουλίες;

Νομίζω ότι με πρωτοβουλίες όπως το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας μπορούμε να πετύχουμε τρία πράγματα. Πρώτον, έχουμε δει ότι οι διμερείς σχέσεις μας, ας είμαστε ειλικρινείς, έχουν διανύσει μία δύσκολη περίοδο μετά την έναρξη της κρίσης δημόσιου χρέους. Πολλοί δεν περίμεναν ότι θα υπήρχαν υπερβολικές αντιδράσεις στα ΜΜΕ και των δύο πλευρών. Έχουμε φυσικά γερά θεμέλια στη φιλία μας, όπως αυτά που ανέφερα νωρίτερα: η ακαδημαϊκή ανταλλαγή, η εργασία πολλών Ελλήνων στη Γερμανία, η καλοκαιρινή παραθέριση πολλών Γερμανών στην Ελλάδα. Αλλά είναι επίσης σημαντικό να γυρίσουμε σελίδα και να διασφαλίσουμε ότι θα μεταφέρουμε αυτά τα γερά θεμέλια και στις επόμενες γενιές, διασφαλίζοντας ότι πολλοί Γερμανοί και Έλληνες θα μπορούν να συναντώνται μεταξύ τους όπως γινόταν πριν από 30 χρόνια. Δεύτερον, μέσα από το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας μπορούμε να αναπτύξουμε πολλές πρωτοβουλίες οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν την Ελλάδα στη μάχη κατά της ανεργίας, όπως προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, υποτροφιών κ.ά. Κάτι επίσης πολύ σημαντικό. Όπως γνωρίζετε, το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας είναι η τρίτη αντίστοιχη πρωτοβουλία μετά από το 1963 με τη Γαλλία και τη δεκαετία του 1990 με την Πολωνία. Φυσικά αυτές είναι πρωτοβουλίες που προωθούν την ιδέα της συμφιλίωσης: να μην ξεχάσουμε τι συνέβη στο παρελθόν, να μην ξεχάσουμε την ιστορία μας, αλλά να κοιτάξουμε τρόπους συνεργασίας στο μέλλον, ιδιαίτερα όσον αφορά τις νέες γενιές των δύο χωρών.

Σε τι επίπεδο βρίσκονται οι εμπορικές σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας; Διαβλέπετε ουσιαστικά περιθώρια αύξησης των ελληνικών εξαγωγών προς τη χώρα σας;

Επιτρέψτε μου αρχικά να πω ότι είμαι πολύ υπερήφανος για το γεγονός ότι από τις 150 γερμανικές εταιρείες που είναι ενεργές στην Ελλάδα μετριούνται στα δάκτυλα ενός χεριού εκείνες που έφυγαν μετά την έναρξη της κρίσης. Οι γερμανικές επιχειρήσεις συντηρούν 30.000 θέσεις εργασίας στην Ελλάδα και η προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία είναι περίπου 6-7 δισ. ετησίως. Συνεπώς, δεν έχουμε φύγει και το επίπεδο των εμπορικών σχέσεων παραμένει πολύ υψηλό. Παράλληλα, επεξεργαζόμαστε πρωτοβουλίες για την ενίσχυση αυτής της συνεργασίας. Μία από αυτές, στην οποία η Πρεσβεία έχει εστιάσει τους τελευταίους μήνες, αφορά τον τομέα της προώθησης εξαγωγών. Έχουμε καταφέρει, για παράδειγμα, η Ελλάδα να είναι η χώρα-εταίρος στη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή έκθεση τροφίμων, την έκθεση Αnuga στην Κολωνία, το 2015. Προσπαθούμε να βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις εδώ να διεισδύσουν στη γερμανική οικονομία, ώστε να πωλούν τα προϊόντα τους και να αυξήσουν τις εξαγωγές τους. Επίσης εμπλεκόμαστε σε έναν αριθμό επενδυτικών προγραμμάτων εδώ στην Ελλάδα σε τομείς όπως, για παράδειγμα, τα περιφερειακά αεροδρόμια.

Τι θα λέγατε ότι χρειάζεται η Γερμανία από την Ελλάδα; Επεξεργάζονται Αθήνα και Βερολίνο σχέδια συνδρομής της Ελλάδας στη γερμανική και ευρύτερα ευρωπαϊκή παραγωγή με αμοιβαίο όφελος;

Νομίζω ότι η ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας μέσω της αξιοποίησης ευρωπαϊκών πόρων που υπάρχουν για αυτόν τον σκοπό αποτελεί έναν τομέα μεγάλων ευκαιριών. Επιτρέψτε μου να εστιάσω σε δύο τομείς στρατηγικούς τόσο για την Ελλάδα όσο και για τη Γερμανία. Πρώτον, η ενέργεια. Γνωρίζετε ότι στη Γερμανία έχουμε διαμορφώσει μία πολύ φιλόδοξη ενεργειακή ατζέντα η οποία προωθεί την αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Γνωρίζω ότι σε αυτήν τη χώρα υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον και -όπως βλέπουμε με τον ήλιο και τον αέρα- πολλοί πόροι, καλύτεροι από εκείνους της Γερμανίας σε αυτό το επίπεδο. Πιστεύω ότι η Γερμανία με τη γνώση και την τεχνολογία της και η Ελλάδα με τους πόρους της μπορούν να συμπράξουν και να ενδυναμώσουν τη συνεργασία σε έναν τομέα στρατηγικό και για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε σχέση άλλωστε με το νέο χρηματοδοτικό της πρόγραμμα για την περίοδο 2014-2020. Δεύτερον, νομίζω ότι μπορούμε και ελπίζω να κάνουμε περισσότερα στον τομέα της έρευνας, ιδίως της εφαρμοσμένης έρευνας. Γνωρίζετε ότι η καινοτομία είναι η αιχμή της ανταγωνιστικότητας στο σύνολο της Ευρώπης. Στην Ελλάδα έχετε εξαιρετικά καταρτισμένους εργαζόμενους, εξαιρετικούς ερευνητικούς θεσμούς, κάτι που συνηθίζω να το λέω στη χώρα μου διότι δεν το γνωρίζουν όσο θα ήθελα. Θεωρώ ότι η ενίσχυση της συνεργασίας σε αυτό το πεδίο θα ήταν πολύ επωφελής και για τους δυο μας και ευρύτερα για την Ευρώπη και την Ευρωζώνη. Κι εδώ υπάρχουν νέες χρηματοδοτικές δυνατότητες στην Ευρώπη και πιστεύω ότι θα πρέπει να κάνουμε τα πάντα ώστε να διερευνήσουμε στο μέγιστο αυτές τις ευκαιρίες.

Στην Ελλάδα συνεχίζει να εξελίσσεται μία συζήτηση γύρω από τις επανορθώσεις της Γερμανίας για τις πράξεις της στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Το Βερολίνο συμμερίζεται την άποψη ότι υπάρχουν εκκρεμότητες σε ζητήματα όπως για παράδειγμα το κατοχικό δάνειο;

Γνωρίζουμε, και γνωρίζω φυσικά, ότι διαφοροποιούνται οι αξιολογήσεις και οι απόψεις μας ως προς τη νομική πλευρά αυτών των θεμάτων. Ωστόσο, είναι πιστεύω δική μου ευθύνη ως Πρέσβη να φροντίσω ότι δεν θα μείνουμε απλώς στην επισήμανση του γεγονότος πως μπορεί να διαφωνούμε σε αυτό το θέμα, αλλά και ότι θα μεριμνήσουμε να χτίσουμε γέφυρες στον σημερινό σύγχρονο κόσμο. Αυτή είναι η δουλειά μου ως Πρέσβη. Θεωρώ ότι ήταν πολύ σημαντική η χειρονομία του Προέδρου μας τον Μάρτιο που επισκέφτηκε τη Βόρεια Ελλάδα και συγκεκριμένα τους Λιγκιάδες, ένα χωριό, στο οποίο η γερμανική Βέρμαχτ διέπραξε ένα απάνθρωπο αιματοκύλισμα, όπως έκανε σε τόσα άλλα μέρη. Για πρώτη φορά, ο ίδιος απολογήθηκε δημοσίως εκ μέρους του γερμανικού λαού. Παρατηρώ ότι πολύς κόσμος τον οποίο συναντώ στην Ελλάδα είναι πρόθυμος και έτοιμος να τείνει το χέρι προς συμφιλίωση, γνωρίζοντας ότι το θέμα της νομικής διαμάχης βρίσκεται κάπου στο πίσω μέρος των μυαλών μας. Ωστόσο, και πάλι, τείνουν το χέρι προς συμφιλίωση. Αυτό που εγώ θα ήθελα να δω είναι εμείς οι Γερμανοί να έχουμε τη δυνατότητα να ανταποκριθούμε σε αυτές τις πολύ θετικές χειρονομίες, ειδικά όταν αυτές προέρχονται από τους απογόνους των θυμάτων. Εμείς ήμασταν αυτοί που κάναμε αυτά τα αποτρόπαια πράγματα. Γι’ αυτό θα ήθελα να είμαι ικανός να σφίξω το χέρι του ανθρώπου που με προσεγγίζει. Γι’ αυτούς τους λόγους έχουμε αναλάβει μία σειρά από πρωτοβουλίες. Αναφέρατε προηγουμένως το Ίδρυμα Νεολαίας. Δημιουργήσαμε επίσης ένα Ταμείο που θα είναι δυνατό να ανταποκρίνεται σε αιτήματα, για παράδειγμα, χωριών που υπέστησαν αποτρόπαιες σφαγές, για την ενίσχυση των υποδομών τους. Ακριβώς σε αυτά τα δύο θα ήθελα να εστιάσω.

Το τελευταίο διάστημα καταγράφεται ένα ρευστό σκηνικό στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, γύρω από την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή ενός μέλους της ΕΕ. Πώς αξιολογείτε τη στάση της Τουρκίας σε αυτήν την υπόθεση και ποιο μήνυμα θα στέλνατε εκ μέρους της γερμανικής κυβέρνησης με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις;

Οι αρχηγοί των κυβερνήσεων βρήκαν νομίζω στις 24 Οκτωβρίου, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, την κατάλληλη γλώσσα για το κατάλληλο μήνυμα αναφορικά με τις εξελίξεις. Πρόκειται για ένα καθαρό μήνυμα στήριξης προς την Κυπριακή Δημοκρατία αλλά και έκκλησης, προς την Τουρκία, για αυτοσυγκράτηση και σεβασμό στα πολιτικά δικαιώματα της Κύπρου επί των κυριαρχικών υδάτων της. Νομίζω ότι αυτό είναι ακριβώς το κατάλληλο μήνυμα που χρειαζόμαστε και το οποίο φέρνω ως απάντηση στην ερώτηση που μόλις μου θέσατε.

*Ευχαριστούμε το Amalia Hotel για τη φιλοξενία.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ
[email protected]
@VasKostoulas

Κάμερα – Μοντάζ: Βάνιας Σταυρακάκης