Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Ο συναλλαγματικός πόλεμος έχει χαρακτηριστεί «σιωπηρός δολοφόνος για την οικονομία» και «ακήρυχτος πόλεμος», ενώ, παρότι έχει επικριθεί επανειλημμένως από τους διεθνείς οργανισμούς, επανέρχεται δυναμικά. Η ευκολία με την οποία η νέα αμερικανική κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ σπάει την παράδοση και σχολιάζει για τις αποτιμήσεις των νομισμάτων εγείρει ανησυχίες ότι οι ΗΠΑ μπορεί να οδηγήσουν τον κόσμο σε νέο γύρο συναλλαγματικών πολέμων.
Την αρχή έκανε κορυφαίος εμπορικός σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κατηγόρησε το Βερολίνο ότι χρησιμοποιεί ένα «υποτιμημένο ευρώ» για να εκμεταλλεύεται τους Ευρωπαίους εταίρους του και την Αμερική, χαρακτηρίζοντας μάλιστα το ευρωπαϊκό ενιαίο νόμισμα «υπόγειο γερμανικό μάρκο».
Τα σχόλια του Αμερικανού προέδρου, συνέχεια των δηλώσεών του κατά την προεκλογική εκστρατεία του, ότι ένα ισχυρό δολάριο πλήττει τις αμερικανικές επιχειρήσεις, συνιστούν μία δυνατή αλλαγή πλεύσης από τις πρακτικές του παρελθόντος.
Επί μακρόν, Αμερικανοί πρόεδροι αρνούνταν να σχολιάσουν επί της αξίας του δολαρίου ή άλλων νομισμάτων, δίδοντας αντ’ αυτού έμφαση στην εμπιστοσύνη προς το δολάριο. Παραδοσιακά, τον λόγο για να θέτει ερωτήματα αναφορικά με το συνάλλαγμα έχει ο υπουργός Οικονομικών. Όμως, ο Στέφεν Μνούσιν, ο πρώην τραπεζίτης της Goldman Sachs που επελέγη από τον Ντόναλντ Τραμπ για υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, υιοθέτησε δημοσίως μία θέση πιο επιφυλακτική από αυτή του Αμερικανού προέδρου.
Το θέμα είναι ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πιάστηκε, για τους δικούς του λόγους, από την παραπάνω δήλωση, λέγοντας ότι η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ είναι «υπερβολικά χαμηλή» για τη χώρα του, ρίχνοντας για μία ακόμη φορά τα πυρά του στην ΕΚΤ για την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική της.
Ο κ. Σόιμπλε είπε ξεκάθαρα ότι την ευθύνη για την εξασθένηση του ευρώ έναντι του δολαρίου φέρει η ΕΚΤ, απαντώντας εμμέσως πλην σαφώς στις κατηγορίες της Ουάσιγκτον ότι το Βερολίνο αποφεύγει να ενισχύσει την εσωτερική του ζήτηση και να αυξήσει τις εισαγωγές. Για όσους το έχουν ξεχάσει, η Γερμανία παρουσίασε εμπορικό πλεόνασμα 300 δισ. δολαρίων πέρυσι, το μεγαλύτερο στον κόσμο, ξεπερνώντας το αντίστοιχο της Κίνας, σύμφωνα με εκτιμήσεις του γερμανικού οικονομικού ινστιτούτου Ifo. Όταν λοιπόν υπάρχουν διαρθρωτικά προβλήματα, η συναλλαγματική ισοτιμία δεν δίνει «απάντηση». Οι λύσεις ας αναζητηθούν πέρα από συναλλαγματικούς πολέμους…