Από την έντυπη έκδοση
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Η κοινοβουλευτική συζήτηση των τριών μνημονίων κατανόησης και συνεργασίας Αθήνας – Σκοπίων για την επίσπευση της ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στην Ε.Ε., τη διμερή οικονομική συνεργασία και την επιτήρηση του εναέριου χώρου της γείτονος αντιμετωπίζεται από τη συμπολίτευση περίπου ως «καυτή πατάτα».
Ο φόβος για ενδεχόμενη «ανταρσία» γαλάζιων βουλευτών, αλλά και η ανησυχία για την ένταση της κριτικής που θα της ασκηθεί, κάνουν τη Ν.Δ. να κλοτσά το τενεκεδάκι προς τα πέρα. Η στάση αυτή υπαγορεύεται από τη λογική της πεπατημένης που θέλει, διαχρονικά, τις κυβερνήσεις να αποφεύγουν να μιλούν για τις αθετημένες υποσχέσεις τους. Υπάρχει, όμως, και μια άλλη λογική, πολύ πιο εποικοδομητική, που λέει ότι η πολιτική δράση δεν απαντά στο χθες, αλλά στις ανάγκες τού σήμερα.
Σήμερα, λοιπόν, που έχει κατακάτσει πια η σκόνη των συλλαλητηρίων και του κοινοβουλευτικού «ανένδοτου» της Ν.Δ. (αλλά και του ΚΙΝΑΛ) κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, θα πρέπει να αναλογιστεί κανείς τι θα είχε συμβεί αν η ελληνική Βουλή δεν είχε ψηφίσει τον Ιανουάριο του 2019 την πολύκροτη συμφωνία. Πρώτον, η Ελλάδα -εν μέσω έντασης των τουρκικών προκλήσεων- θα διατηρούσε ένα δεύτερο ανοικτό μέτωπο που θα της αφαιρούσε διπλωματικές δυνάμεις και όχι μόνο. Δεύτερον, η Άγκυρα θα επιχειρούσε να εκμεταλλευτεί τη μακρόχρονη αντιπαλότητα για να ενισχύσει την επιρροή της στην περιοχή με έμφαση στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Τρίτον, η αξιοπιστία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής θα είχε τρωθεί επικίνδυνα από τις αιτιάσεις του διεθνούς παράγοντα περί προσχηματικής διαπραγμάτευσης.
Επομένως, η συντεταγμένη επικύρωση των τριών συμφωνιών δεν αποτελεί παρά ευκαιρία. Θα δείξει εντός και εκτός της χώρας ότι η κυβέρνηση έχει αφήσει οριστικά πίσω της τις προεκλογικές απειλές περί «βέτο», ότι ο πρωθυπουργός τηρεί τη δέσμευσή του πως θα σεβαστεί τη συμφωνία, ότι εργάζεται για μια εξωστρεφή Ελλάδα που ηγεμονεύει πολιτικά και οικονομικά στη Βαλκανική και ότι εστιάζει μόνο στους πραγματικούς -εξ Ανατολών- κινδύνους. Και αν κάποιοι από τις τάξεις της Ν.Δ. αποφασίσουν να μην ακολουθήσουν, θα αποδείξουν πόσο κολλημένοι μένουν στο παρελθόν. Ακόμη και αυτό θα είναι ένα κέρδος.