Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Σ’ ένα «όπισθεν ολοταχώς» έχουν αποδυθεί καλοκαιριάτικα γύρω από τις ανακοινώσεις και το κουβεντολόι -διότι περί αυτού πρόκειται!- για το θέμα των «κόκκινων» δανείων τόσο ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης όσο και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Ο πρώτος, με την ανακοίνωση ότι χρειάζεται «δουλειά ουσίας» πριν από το χορό των ανακοινώσεων γύρω από τα «κόκκινα» δάνεια και την όποια αντιμετώπισή τους, έκανε στην πραγματικότητα την πρώτη υπεύθυνη τοποθέτηση σ’ ένα θέμα που ταχύτατα ξέφευγε με τις εμβριθείς αναλύσεις και τα κακαρίσματα ανά τον Τύπο και τα τηλεπαράθυρα (η απόσταση μεταξύ εμβριθούς ανάλυσης και κακαρίσματος είναι συχνά πολύ μικρότερη απ’ όσο φαίνεται).
Ο δεύτερος, ως ΤτΕ, πήρε την πρωτοβουλία να βάλει ένα «στοπ» στη συζήτηση περί ενιαίας Bad Bank όπως εξελισσόταν, ολισθηρά. «Πάλι καλά!» θα έτεινε να πει κανείς, καθώς η συζήτηση αυτή πήγαινε αληθινά να ξεφύγει, ενώ αφορά την τελευταία (και ως εκ τούτου δυνητικά βαρύτερη) πτυχή του «ελληνικού δράματος».
Στη συζήτηση αυτή και τον τρόπο που εξελίσσεται, αθώοι δεν υπάρχουν! Η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος, όχι τόσο με τη διοργάνωση workshop στα πλαίσια του οποίου συζητήθηκε εκτενώς (και) το ενδεχόμενο ενιαίας Bad Bank όσο με τη διά διαρροών διακίνηση του έντονου ενδιαφέροντός της να ενορχηστρώσει η ίδια την αντιμετώπιση του αδιεξόδου των NPLs/των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών, ολοκληρώνει την κίνηση δημοσιότητας που ξεκίνησε πριν από ένα 6μηνο – τότε που επί Προβόπουλου (σοφά επέλεξε να μην ανακηρυχθεί επίτιμος διοικητής της ΤτΕ, εγκαθιστάμενος έτσι «έξω από το στόχαστρο» όσων θα ακολουθήσουν) και ΣΕΒ/Δημήτρη Δασκαλόπουλου είχε συζητηθεί διεξοδικά, σε μεγάλο συνέδριο στο Μέγαρο Μουσικής, το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων.
Τρόικα, ΤΧΣ και Τράπεζα της Ελλάδος σε ρόλο Μέρκελ – Σαρκοζί στην Ντοβίλ
Συνεχίστηκε η συζήτηση αυτή σε πλήθος διοργανώσεις -απ’ αυτές άλλο τίποτε!- όμως ήδη τότε η Κεντρική Τράπεζα σφράγισε την προσέγγιση ότι οι τράπεζες θα’ πρεπε να σταματήσουν τη χρηματοδότηση όσων επιχειρήσεων δεν προκύπτουν βιώσιμες, ώστε να «ελευθερωθούν» και στοιχεία ενεργητικού τους (που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν παραγωγικότερα στην οικονομία…) αλλά και χρηματοδοτικοί πόροι για άλλες, υγιέστερες επιχειρήσεις και νέα ξεκινήματα.
Ενώ επίσης ήδη από τότε ο Μιχάλης Σάλλας, κάπως αμήχανος στο ρόλο του επικεφαλής του μεγαλύτερου και ταχύτερα αναπτυσσόμενου πιστωτικού ιδρύματος της χώρας, και με επίγνωση του τι σήμαινε η χαλαρή ποινικοποίηση της ρύθμισης δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση («υπόθεση ΤΤ», όπου η ομόφωνη άποψη της ιεραρχίας και της επιτροπής πιστώσεων δεν «προστάτευσε» το Δ.Σ. από την ποινική εξέταση ρυθμίσεων τις οποίες ενέκρινε και κατέρρευσαν με την κρίση), είχε επισημάνει ότι είναι επείγουσα μια συγκροτημένη αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων.
Οπως έγινε και με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η οποία σερνόταν επί μήνες και μήνες μετά το δίδυμο PSI και την εξόντωση των τραπεζικών ισολογισμών, έτσι και η υπόθεση των «κόκκινων» δανείων αφέθηκε να συζητείται και να σαπίζει επί μήνες.
Να σαπίζει επειδή η δημόσια συζήτηση, όπως παραδοσιακά συμβαίνει στην Ελλάδα με τα υπερ-πρόθυμα για απλουστευτικές «λύσεις» μέσα ενημέρωσης και τους ακόμη πιο πρόθυμους για τάξιμο αδάπανων φιλολαϊκών προσεγγίσεων πολιτικούς, διαμόρφωσε σταδιακά την αντίληψη ότι είτε με «κούρεμα» είτε με ρύθμιση/ριζική αλλαγή των όρων των μη εξυπηρετούμενων δανείων «θα δοθεί λύση, να μη χαθούν θέσεις εργασίας και μειωθεί κι άλλο η παραγωγή μέσα στην κρίση».
Απόλυτα λογική και σωστή η προσέγγιση αυτή, όμως απόλυτα καταστροφική όταν αφήνεται -επιδεξίως- να θεωρείται ότι μπορεί να αφορά το σύνολο των κάπου 70 δισ. δανείων, πάντως κάπου 45 επιχειρηματικών, που επισήμως βρίσκονται σε καθυστέρηση.
Από εκεί και πέρα αρχίζει ο ανταγωνισμός για το ποιος θα βρεθεί στο ρόλο του «καλού», αλλά χωρίς οποιοσδήποτε να κρατήσει την καυτή πατάτα του κόστους.
Ετσι αναδύθηκε και η λογική της Bad Bank, και μάλιστα ενιαίας (ώστε να μην υπάρχει ανάμεσα στις τράπεζες «ανταγωνισμός ρυθμίσεων»: γιατί ως μέθοδος η ΒΒ ήδη από καιρό εφαρμόζεται εσωτερικά από την Πειραιώς και την Εθνική), και μάλιστα «δημοσίου συμφέροντος» (εδώ μπαίνει στη μέση και ολίγος ΣΥΡΙΖΑ, συν λίγη προεκλογική υπαινικτική υπόσχεση «εμείς θα σας τα ρυθμίσουμε»), με αναγωγές μάλιστα στην ιρλανδική περίπτωση.
Επιδέξια, όμως, παραβλέφθηκε ότι κάποιος/κάποιοι/κάπως θα κουβαλήσει το κόστος των «κόκκινων» δανείων, τα οποία θα γραφτούν οριστικώς -και πέρα από τις συσσωρευμένες προβλέψεις που χτίζουν, επώδυνα για τους μετόχους τους, οι τράπεζες μέσα στα χρόνια της κρίσης- σαν ζημιές.
Στην Ιρλανδία, πατρίδα-πρότυπο της Bad Bank, το κόστος το σήκωσε το Δημόσιο, το οποίο όμως δεν ήταν στο ξεκίνημα υπερδανεισμένο. Σ’ εμάς, το ερώτημα «ποιος θα πληρώσει» αφήνεται σ’ ένα flou artistique.
Ομως, όταν από τον πρόεδρο του ΤΧΣ Χρήστο Σκλαβούνη μέχρι τους κατά καιρούς από καθέδρας /pontificating τροϊκανούς ή/και τις τοποθετήσεις των Γενικών Διευθύνσεων των Βρυξελλών (ιδίως της DG Comp, που έχει «πάρει ύφος» ολίγον τι Σαβοναρόλα) ακούγονται σοφίες του τύπου «επείγει να δοθεί λύση στα NPLs των τραπεζών αλλά με δημοσιονομικά ουδέτερο τρόπο», και την ίδια στιγμή επισείονται πάνω από την κεφαλή των τραπεζών διάφορα λεπίδια άμα επιχειρούν ρυθμίσεις (οπότε η έλλογη στάση αυτοπροστασίας να είναι η αναβολή και πάλιν αναβολή), είναι ζήτημα χρόνου να αρχίσει να ξηλώνεται ανοιχτά η κατάσταση.
Οταν, δηλαδή, γιορτάζουμε την με όρους αγοράς ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την περαιτέρω αυτόνομη προσφυγή τους στις αγορές για ρευστότητα -την οποία, βέβαια, θυμίζουμε ότι κατά προτεραιότητα ανακατευθύνουν στη Φραγκφούρτη για να απεξαρτηθούν από την ΕΚΤ!- αποκτούμε νέο αδιέξοδο στον ορίζοντα.
Στιγμές-στιγμές οι δημόσιες τοποθετήσεις (με ηθικόν ύφος) για το θέμα των «κόκκινων» δανείων αρχίζουν να θυμίζουν την καταστροφική εκείνη -όχι δε μόνο για την Ελλάδα…- τοποθέτηση Μέρκελ – Σαρκοζί στην Ντοβίλ για τη συμμετοχή των ιδιωτών δανειστών-ομολογιούχων στο κόστος διάσωσης των χωρών της περιφέρειας. Η τοποθέτηση εκείνη (που ex post περιγράφεται ως ηλίθια και καταστροφική) τάραξε συθέμελα τις αγορές. Η αντίστοιχη τοποθέτηση Ντέισελμπλουμ, μετά την κυπριακή καταβύθιση, για τη γενίκευση του bail-in ακόμη βλέπουμε πώς θα επηρεάσει τη διακρατούμενη εντός Ευρωζώνης αποταμίευση. Ε, σ’ εμάς, είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς οι από άμβωνος και «εύκολες» τοποθετήσεις για τη ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων θα επηρεάσουν την εναπομένουσα εντός των τειχών αποταμίευση των 160-165 δισ., ήδη σε σταθερή αφαίμαξη από το φορολογικό τσουνάμι…
Αμα αρχίσει αυτός ο κόσμος να αισθάνεται ότι το «ποιος θα πληρώσει» για το κόστος της ρύθμισης των «κόκκινων» δανείων αφορά… τον ίδιο, τότε θα περιέλθουμε στην τελική -όντως- πράξη του ελληνικού δράματος.
Τα στοιχήματα για κεφαλαιακές ανάγκες 5 έως 8 δισ. ευρώ – και «ούτε ο Θεός ο ίδιος ξέρει»
Σ’ αυτό, λοιπόν, το φόντο και ενώ ξετυλίγεται ήδη η άλλη υπόθεση -εκείνη των «ευρωπαϊκών» stress tests, μετά από της Τράπεζας της Ελλάδος/BlackRock- για την οποία είχαμε τη διαβεβαίωση (έτσι δεν είναι;) ότι δεν θα επιφύλασσε δυσάρεστες εκπλήξεις, άρχισαν να μπαίνουν εκ νέου τα στοιχήματα για το πόσο θα είναι το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών των συστημικών τραπεζών που θα μας προκύψουν.
Από το «μηδέν ή περίπου εκεί», βρεθήκαμε αισίως στα 2-2,5 δισ. ευρώ (ποσό που, αληθινά, θα μπορούσε να καλυφθεί με όρους αγοράς). Ηδη όμως, με το πέρασμα του χρόνου -και περνάει γρήγορα σε τέτοια ζητήματα ο αναθεματισμένος!- έχουμε πάλι το φαινόμενο της κολοκυθιάς σε εξέλιξη. Μιλούν για 5 ή 6, ακόμη και για 8 δισ. ευρώ.
Εύστοχος εκείνος που είπε «ούτε ο Θεός ο ίδιος ξέρει, ακόμα». Θα παρατηρείς, φίλε αναγνώστη, ότι το άνω άκρο μιας τέτοιας ψαλίδας είναι περίπου ίσο με το υπόλοιπο «μαξιλάρι» του ΤΧΣ, που οι τροϊκανοί αρνούνται να ελευθερώσουν για μια επιδέξια μείωση του χρηματοδοτικού κενού του 2015-16.
Και ξέρουμε, δεν ξέρουμε; ότι όλα τα stress tests, όχι μόνο σ’ εμάς αλλά και ανά τας Ευρώπας, υπήρξαν πάντα γυμνάσματα εξόχως πολιτικά…
Μολονότι, λοιπόν, η υπόθεση των «κόκκινων» δανείων και της προώθησης -όχι συζήτησης, όχι άλλης συζήτησης!- ρυθμίσεών τους δεν μεταφράζεται άμεσα και αυτόματα σε κεφαλαιακές ανάγκες, ε, όσο και να το κάνουμε, κάποια σχέση έχει!
Γι’ αυτό, ο περίπατος στο δηλητηριώδη κήπο των κόκκινων δανείων καλό είναι (α) να γίνεται με μεγαλύτερη περίσκεψη και (β) κάποτε να τελειώνει.
Α. Δ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΗΣ – [email protected]