Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Τώρα που μεγάλωσα και με τα παραμύθια μάλωσα, καλά το κατάλαβα ότι «άνευ γελοίων τα σπουδαία μαθείν, ου δυνατόν».
Αυτό είναι κέρδος παιδαγωγικό, που δεν λιώνει κάτω από ήλιο μεταρρυθμιστικό. Είναι μεταρρύθμιση η κλήρωση των σημαιοφόρων στα Δημοτικά σχολεία ή η σταυροφορία του εξισωτισμού γίνεται για να αμβλύνει το συνειδησιακό πρόβλημα για τις μνημονιακές «αμαρτίες»;
Μήπως πολιτικολογούμε για τα επουσιώδη, ενώ το πρόβλημα είναι ότι η αξιολόγηση και η αριστεία αρέσει όταν δεν θίγει τα «θεία» μεγάλου κομματιού της κοινωνίας; Πολλοί από αυτούς που κόπτονται για την αριστεία εννοούν την αξιοκρατία για όλους τους άλλους και δικάζουν τους «μικρούς» αυτοί «μεγάλοι» για ανεκτικότητα στη λογική της ήσσονος προσπάθειας για… για…
Και ξέρετε ποιο είναι το ωραίο; Είναι οι ίδιοι που ωφελήθηκαν και ωφελούνται από το γλέντι, οι ίδιοι που βολεύτηκαν και βόλεψαν. Όταν αυτοί μιλάνε για αριστεία, με πιάνει ναυτία.
Όταν οι άλλοι ονειρεύονται έναν άλλον κόσμο που είναι εφικτός, έστω μόνο στη ΣΤ’ Δημοτικού, με πιάνει ζάλη, καθώς «η επιβράβευση των αρίστων δημιουργεί καθεστώς ποικίλων ανισοτήτων. Όσοι δεν επιλεγούν για σημαιοφόροι βιώνουν ένα είδος αρνητικής διάκρισης που μπορεί να αποβεί καθοριστικό για την υπόλοιπη ζωή τους».
Η ζωή είναι ανταγωνιστική, ενίοτε άδικη, κι αυτό δεν είναι νέο. Προφανώς, το εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να είναι προσανατολισμένο στ’ αστέρια. Αυτό, ωστόσο, είναι πολύ διαφορετικό από το να μην τα επιβραβεύει, διότι δεν υπάρχει τίποτα πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των άνισων. Με τη σημαία; Είναι βραβείο η σημαία ή ιδέα;
Αυτό μπορούμε να το συζητήσουμε, αλλά και την αριστεία στην κοινωνία να αποκαταστήσουμε.
Δεν ξέρω τι σας έμεινε από τον «Επιτάφιο», μα το συμπέρασμα είναι αρκετό. «Ξυνελών τε λέγω την τε πάσαν πόλιν παίδευσιν κοινήν της Ελλάδος είναι».