Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Κάθε κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να προωθεί εκλογικά συστήματα που είτε στοχεύουν στην ανάδειξη σταθερών κυβερνήσεων, είτε εστιάζουν στην αναλογική εκπροσώπηση των ψηφοφόρων.
Ο νέος εκλογικός νόμος καθιερώνει κλιμακωτή πριμοδότηση για το πρώτο κόμμα, εφόσον έχει υπερβεί το 25% και δίνει τη δυνατότητα για την ανάδειξη αυτοδύναμης κυβέρνησης με ποσοστό γύρω στο 37%. Αυτό το βαφτίζουμε ενισχυμένη αναλογική, αν και άλλα λέει η λογική.
Ακούστηκαν επιχειρήματα και από τις δύο πλευρές στη Βουλή, ορισμένα, δε, γλίστρησαν μέχρι του Χίτλερ την εκλογή, αλλά ο καλόπιστος πολίτης δεν μπορεί ακόμη να καταλάβει γιατί κατ’ ουσίαν αποκλείονται (όπως και στον 3636/2008, γνωστό και ως νόμο Παυλόπουλου) οι προεκλογικοί συνασπισμοί από το μπόνους.
Για να λάβει ένας συνασπισμός το «δώρο», πρέπει ο μέσος όρος των συμμετεχόντων κομμάτων να υπερβαίνει το ποσοστό του δεύτερου αυτοτελούς κόμματος. Για παράδειγμα, συνεργάζονται δύο κόμματα από την αρχή, έτσι διεκδικούν την ψήφο, και ένα 40% του εκλογικού σώματος τα εμπιστεύεται. Κόμμα που κατεβαίνει μόνο του παίρνει 25%. Σύμφωνα, όμως, με τον νέο νόμο το 40% είναι μικρότερο από το 25% -γιατί ο μέσος όρος των κομμάτων του συνασπισμού είναι 20%- και το «δώρο» πάει στο κόμμα που κάνει σόλο καριέρα.
Δηλαδή, είναι καλύτερες οι μετεκλογικές συνεργασίες, όπου η μόνη συγκολλητική ουσία είναι η εξουσία; Μη μου πείτε για προγραμματική βάση, γιατί γελά η πλάση. Από το 2012 έχουμε δει τη φάση.
Άντε να καταλάβω την πριμοδότηση του πρώτου κόμματος, όταν αυτό βρίσκεται σχετικά κοντά στην αυτοδυναμία, αλλά αν το πρώτο είναι «ιερό», γιατί δίδονται διερευνητικές εντολές και στο δεύτερο και στο τρίτο κόμμα, προφανώς με ανοιχτό το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης και χωρίς το πρώτο;
Κάτι ανάλογο δεν συνέβη στην Πορτογαλία στην προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, χωρίς να απειληθεί η δημοσιονομική σταθερότητα και η κυβερνησιμότητα; Τι λέξη κι αυτή, εδώ στο Νότο όπου τα εκλογικά συστήματα κάνουν κρότο…