Από την έντυπη έκδοση
Του Δ.Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]
Χωρίς πολλά λόγια και περιττούς προλόγους. Ο προπηλακισμός δύο επιφανών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, των πρώην υπουργών Νίκου Φίλη και Νίκου Ξυδάκη, είναι πράξη απεχθής. Όπως το ίδιο απεχθείς ήταν οι προπηλακισμοί εις βάρος του Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια το 2011 στη Θεσσαλονίκη και την ίδια χρονιά ο ξυλοδαρμός του Κωστή Χατζηδάκη και του Απόστολου Κακλαμάνη στο κέντρο της Αθήνας, η απειλή λιντσαρίσματος του Γιώργου Πεταλωτή στο ΚΑΠΗ της Αργυρούπολης, ο ξυλοδαρμός του βουλευτή Χρήστου Μαγκούφη στα Τρίκαλα, η ρίψη γιαουρτιών κατά του Θόδωρου Πάγκαλου και οι εμπρηστικές επιθέσεις στην οικία του υπουργού Αλέκου Φλαμπουράρη.
Τα λίγα τελευταία χρόνια στη χώρα έχει διαμορφωθεί μια κατάσταση κοινωνικοπολιτικού μηδενισμού, έχει επικρατήσει μια κουλτούρα βίας που επέτρεψε να διαπραχθεί το αποτρόπαιο έγκλημα της δολοφονίας τριών ανθρώπων στο υποκατάστημα της Marfin. Έγκλημα το οποίο παραμένει χρόνια τώρα ατιμώρητο, ενώ διαρκής είναι η βάναυση κακοποίηση του δημόσιου χώρου από κάθε λογής αγανακτισμένους και εξεγερμένους.
Η περιδιάβαση στους λειμώνες της βίας -υποκειμενικής, αντικειμενικής, συμβολικής- κρατάει το μυαλό σε εγρήγορση, τροφοδοτεί τον προβληματισμό και τη σκέψη, για να μπορεί να διακρίνει τις αιτίες, την πάθηση από τα συμπτώματα, αλλά ως εκεί.
Η βία δεν μπορεί να γίνει συνθήκη συμβίωσης, οι αγανακτισμένοι πελταστές δεν μπορεί να είναι ο τρόπος του μέλλοντός μας και σε καμιά περίπτωση οι σηματοδότες στην οδό της επιστροφής σε μια έλλογη κανονικότητα.
Όσοι σχετικοποίησαν και ακόμη χειρότερα εργαλειοποίησαν τη βία δεν μπορεί τώρα να απορούν με την εικόνα των δύο πρώην υπουργών και τα δηλητηριώδη, ανόητα σχόλια στο διαδίκτυο.
Ας ανατρέξουν στον διάλογο του ναζί αξιωματικού και του Πικάσο, στο κατεχόμενο Παρίσι, ενώπιον του πίνακα της Γκουέρνικα. Εκεί θα βρουν την απάντηση στο ερώτημα «ποιος το έκανε αυτό». Το πρόβλημα είναι βαθιά πολιτικό, όχι απλώς ζήτημα ηθικής τάξεως. Η αγελαία συμπεριφορά, ως εκδήλωση ενός πληγωμένου θυμικού, μπορεί να λειτουργεί εκτονωτικά κι ως διαφυγή από μια δυσβάσταχτη, ζοφερή πραγματικότητα, αλλά δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα, το οποίο θα επιβάλλει δυναστικά την παρουσία του όσο ο εκσφενδονιζόμενος καφές θα υποκαθιστά το επιχείρημα και την έλλογη, κοινή και συνειδητή δράση για μια βαθιά αλλαγή.
Καιρός είναι ο καταγωγικός μύθος του Κάιν – Άβελ να πάψει να βρίσκει αντίκρισμα στην πραγματικότητα.