Από την έντυπη έκδοση
Η παγκόσμια οικονομία βιώνει περίοδο «ισχνών αγελάδων», με την κατανάλωση να βρίσκεται υπό πίεση και την ανάκαμψη να παραμένει «αναιμική» και «εύθραυστη», όπως μας θυμίζει σε κάθε ευκαιρία το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι ο πλανήτης έχει γίνει πιο φτωχός. «Λεφτά υπάρχουν» διαβεβαιώνει σε έκθεση που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα η Oxfam, εν όψει της συνάντησης των ισχυρών του πλανήτη στο Νταβός της Ελβετίας. Το πρόβλημα είναι ότι αυτά συγκεντρώνονται στα χέρια ολοένα και λιγότερων.
Το 1% των πλουσιότερων της Γης κατέχει σήμερα ήδη το 48% του πλούτου και σύντομα θα «πλειοψηφεί», ελέγχοντας περισσότερο χρήμα από όλους τους υπόλοιπους μαζί. Πρόσφατη έκθεση της Credit Suisse συμπληρώνει την εικόνα.
Ο παγκόσμιος πλούτος εκτινάχθηκε από τα 117 τρισ. δολάρια το 2000, στα 262 τρισ. δολάρια το 2014, ακολουθώντας την ανιούσα ακόμη και κατά τις χρονιές που η παγκόσμια οικονομία είχε παγιδευτεί σε ύφεση.
Το «πορτοφόλι» των εκατομμυριούχων φούσκωσε μάλιστα αισθητά μέσα σε αυτό το διάστημα. Σύμφωνα με την ελβετική τράπεζα, το 94,5% του πλούτου ελέγχεται σήμερα μόλις από το 20% του πληθυσμού.
Η τάση δείχνει συνεχή όξυνση των ανισοτήτων, παρά τις επίμονες διακηρύξεις των ηγετών της παγκόσμιας κοινότητας για στήριξη της μεσαίας τάξης και μετατόπιση των βαρών στους «έχοντες».
Γιατί συμβαίνει αυτό; Διακεκριμένοι οικονομολόγοι, όπως ο Τομά Πικετί, έχουν εξηγήσει ότι η ψαλίδα μεταξύ φτωχών και πλουσίων θα ανοίγει όσο τα κέρδη από τις επενδύσεις στις αγορές αυξάνονται με ρυθμούς πολύ ταχύτερους της πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης.
Τα τελευταία χρόνια, η απόκλιση ανάμεσα στο ράλι των αγορών, που μαρτυρά επενδυτική ευφορία, και τη μάλλον ζοφερή εικόνα της οικονομίας είναι εντυπωσιακή. Και αυτό οφείλεται εν μέρει στον τρόπο με τον οποίο έχει αντιμετωπιστεί η κρίση.
Οι κεντρικές τράπεζες έχουν κινητοποιηθεί δυναμικά, με στόχο τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας. Από το ξέσπασμα της κρίσης έως σήμερα έχουν ρίξει ζεστό χρήμα ύψους 10 τρισ. δολαρίων, με την περισσότερη ρευστότητα να προέρχεται από την αμερικανική Φέντεραλ Ριζέρβ και να ακολουθούν σε παρεμβάσεις η ΕΚΤ και η Τράπεζα της Ιαπωνίας. Οι προθέσεις τους είναι οι καλύτερες. Τα αποτελέσματα, όμως, φτωχά.
Οι αποφάσεις τους φαίνεται να έχουν προς το παρόν «περάσει» πολύ περισσότερο στην τσέπη των επενδυτών από ό,τι σε εκείνη των απλών καταναλωτών. Μένει να φανεί εάν οι νέες πρωτοβουλίες, που αναμένονται εναγωνίως, ιδιαίτερα από την ΕΚΤ, θα γίνουν αισθητές και από τους τελευταίους.
ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ – [email protected]