Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ.Παπανδρόπουλου
Οση καλή θέληση και αν έχει η κ. Κριστίν Λαγκάρντ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν μπορεί να τα βγάλει μόνη της πέρα στη σημερινή κρίση της νόσου Covid-19. Έπρεπε να υπάρξει παρέμβαση των κρατών-μελών και από την άποψη αυτή η γαλλογερμανική συμφωνία είναι πολυσήμαντο γεγονός, που κλείνει πολλά στόματα γκρινιάρηδων», μας λέει ένας παλαιός νομικός σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και συνεργάτης του πρώην προέδρου της Ζακ Ντελόρ.
Κατά την εκτίμησή του, που συμμερίζεται και ο συνταγματολόγος, πρώην ευρωβουλευτής, καθηγητής Κώστας Μποτόπουλος, η τελευταία πρόταση/δέσμευση του δίδυμου Μέρκελ-Μακρόν για τη δημιουργία «Ταμείου Ανάκαμψης» ύψους 500 δισ. ευρώ, μέσω κοινού εργαλείου/ομολόγου, που θα έχει την εγγύηση του κοινοτικού προϋπολογισμού και όχι αυτήν του «εθνικού δανεισμού», αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό βήμα οικονομικής ολοκλήρωσης. Παρά κάποιες αοριστίες. Ειδικότερα δε φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από κρίσιμα θέματα, όπως: α) ότι η Γερμανία δεν ταυτίζεται με το ανώτατο δικαστήριό της, β) ότι ο γαλλογερμανικός άξονας είναι κάθε άλλο παρά νεκρός ή άτολμος, γ) ότι η έννοια της «αλληλεγγύης» μπορεί να περάσει, εφόσον υπάρχει πολιτική βούληση, από τα λόγια στα έργα.
«Η Ε.Ε. απέδειξε ότι υπάρχει, παρά τις πανδημίες, μένουμε στο σπίτι και τις πολύπλευρες επιθέσεις των λαϊκιστών. Είμαι δε βέβαιος ότι στο γεωπολιτικό παίγνιο Κινέζοι και Αμερικανοί δεν θα είναι μόνοι τους», μας είπε ο Γάλλος ευρωβουλευτής Μπερνάρ Γκετά.
Όσο για την έννοια της αλληλεγγύης, στην παρούσα φάση της πανδημίας και των επιπτώσεών της στη συνολική οικονομική δραστηριότητα έχει μεγάλη σημασία. Πλην όμως δεν απαντά σ’ ένα βασικό ερώτημα, που είναι αυτό του «ποιος πληρώνει για την αλληλεγγύη αυτή;».
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι εύκολη, γιατί στη δομή και λειτουργία της Ευρωζώνης η ασάφεια αποτελεί κανόνα. Και αν έως σήμερα το όλο οικοδόμημα παραμένει ζωντανό, αυτό οφείλεται στον ηρωισμό και τις τολμηρές πρωτοβουλίες του Μάριο Ντράγκι το 2012. Όταν έπραξε αυτό που έπρεπε, την ώρα που ήταν κρίσιμη. Στα ίδια χνάρια κινείται σήμερα και η κ. Λαγκάρντ, αλλά σ’ ένα διαφορετικό γεωπολιτικό και νομισματικό περιβάλλον.
Στην ουσία, η ΕΚΤ, τα τελευταία επτά χρόνια, αγοράζει κρατικές αξίες ενεργητικού και ομόλογα ιδιωτικών επιχειρήσεων, εγγράφοντας τα προϊόντα αυτά στον ισολογισμό της. Έως σήμερα εκτιμάται ότι έχει αγοράσει περί τα 6,2 τρισ. ευρώ, τα οποία παραμένουν ακόμη λογιστικές εγγραφές, που σημαίνει ότι έχουμε «εγχρηματισμό χρέους», χωρίς αυτό να δημιουργεί πληθωρισμό. Μόνον οι τιμές των ακινήτων γνωρίζουν σχετική άνοδο. Ποιος πληρώνει, λοιπόν, αυτόν τον «εγχρηματισμό χρέους»; Πολύ απλά, στο μέτρο που τα κράτη δανείζονται με αστεία ή μηδενικά επιτόκια, τη νύφη πληρώνουν ο Γερμανός, ο Αυστριακός η ο Ολλανδός αποταμιευτής.
Όπως μας λέει ο καθηγητής Γιώργος Μπήτρος, αυτή η κατάσταση είναι εξωφρενική και στην ουσία συνιστά υπεξαίρεση ιδιοκτησίας. Για να δανείζονται φθηνά τα κράτη και ήδη υπερχρεωμένες κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις, πλήττονται οι αποταμιευτές. Με άλλα λόγια, αποθαρρύνονται οι μέσω της αποταμίευσης επενδύσεις. Αυτές οι καταστάσεις δεν είναι βιώσιμες. Ο εθισμός στο χρέος δεν θα έχει καλό τέλος…
Είναι πολύ πιθανόν όμως, η προοπτική αυτή, να αποτελέσει την αφετηρία για τη θωράκιση του ευρωσυστήματος. Με άλλα λόγια, ο κίνδυνος μιας κατάρρευσης της Ευρωζώνης και του νομίσματός της είναι μάλλον σίγουρο ότι θα επηρεάσει τους ευρωσκεπτικιστές. Μέχρι σήμερα, η αστεία ρητορική τους στηριζόταν στη φαιδρή άποψη ότι η κατάργηση του ευρώ θα φέρει λιγότερη ανεργία. Τώρα όμως βλέπουν ότι με την πανδημία η κατάργηση του ενιαίου νομίσματος σημαίνει και μηδέν εύκολο χρήμα από την ΕΚΤ. Τι θα πουν, λοιπόν, γελωτοποιοί τύπου Σαλβίνι στους άνεργους ψηφοφόρους τους; Να γυρίσουν την πλάτη στις κοινοτικές επιδοτήσεις;
Η Μαρίν Λεπέν το έχει καταλάβει και άλλαξε το ποίημα. Τώρα δεν κάνει λόγο για έξοδο από την Ευρωζώνη, αλλά για «καλύτερη προστασία της αγοραστικής δύναμης των αποταμιευτών και των εργαζομένων». Περίπου τα ίδια λέει και ο Σαλβίνι στην Ιταλία, υπαινισσόμενος ότι «η αμοιβαιοποίηση των χρεών δεν είναι κακό πράγμα».
«Το τοπίο αλλάζει στην Ευρώπη» μας λέει ο Γάλλος οικονομολόγος Ζαν-Ερβέ Λορεντζί, πρόεδρος του Κύκλου Οικονομολόγων.
Ο κίνδυνος μιας παγκόσμιας νομισματικής θύελλας είναι αφυπνιστικός για την Ευρώπη. Υπό αυτή την έννοια, η πρόταση Μακρόν-Μέρκελ είναι μια απολύτως νέα προοπτική αμοιβαιοποίησης των επιδοτήσεων, ήτοι μια καινούργια ελπίδα για τη λειτουργία των ευρωπαϊκών θεσμών… Ελπίδα που την ανιχνεύει κανείς και στις δηλώσεις της καγκελαρίου Μέρκελ, η οποία, αναφερόμενη στη γαλλογερμανική «Πρωτοβουλία» και στο ευρωπαϊκό πολιτικό όραμα του Ζακ Ντελόρ, αφενός μεν αγνόησε το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο, αφετέρου δε άνοιξε την πόρτα σε μια νέα επαναθεώρηση των Συμφωνιών για την Ευρώπη… Και αυτά είναι καλά νέα…