Από την έντυπη έκδοση
Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Μολονότι σήμερα, με την ανακοίνωση της εκδοχής-πρότασης της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την αντιμετώπιση της κρίσης («Μένουμε όρθιοι-2» – στο Ζάππειο αν η πληροφόρηση είναι σωστή: οι συνειρμοί έχουν ενδιαφέρον) ολοκληρώνεται ένας κύκλος που άνοιξε με τη διαγγελματική τοποθέτηση της κυβέρνησης, από Μαξίμου, για το «Σχέδιο – Γέφυρα»/ «Μαζί θα τα καταφέρουμε» και μολονότι μπορεί κανείς εύκολα να φαντασθεί την αντιπαράθεση που θα ακολουθήσει σε υψηλούς τόνους, θα μας επιτρέψει ο ανάγνωσης να καταπιαστούμε με μια θεματική αρκετούς ορόφους χαμηλότερα.
Τις προσπάθειες να χτιστούν απαντήσεις και διαδρομές για το αύριο της οικονομίας κοντά στο συγκεκριμένο, στο επίπεδο της καθημερινής οικονομικής/κοινωνικής πρακτικής. Θα αναφερθούμε σε δύο κινητοποιήσεις, οι οποίες -είτε το συνειδητοποιούν είτε όχι απόλυτα- έχουν φόντο δεκαετιών αλλά τώρα επιχειρούν να περπατήσουν με νέο τρόπο.
Η πρώτη προσέρχεται από τον επίσημο τομέα και ξεκίνησε με τη δημιουργία Επιτροπής, όχι αναγκαστικά ο πιο υποσχόμενος τρόπος. Πρόκειται για την Επιτροπή Χειροτεχνίας που -συγκροτημένη με απόφαση του υπουργείου Ανάπτυξης, αλλά με άμισθη συμμετοχή- θα προσπαθήσει να ξαναθέσει σε τροχιά μορφές του λαϊκού πολιτισμού ή/και παραδοσιακών τεχνικών/εφαρμοσμένων τεχνών. Πώς; Δημιουργώντας νέα προϊόντα και (το πιο σημαντικό) ανοίγοντας ένα ολόκληρο γνωσιακό απόθεμα της λαϊκής παράδοσης στη διεθνή προσοχή, με τις τεχνολογικές δυνατότητες του σήμερα και με κατάλληλες μικρο-επιχειρηματικές δομές. Από τα κεντήματα και την υφαντουργία μέχρι την κεραμική και τη μεταλλοτεχνία/αργυροχρυσοχοΐα, από την ξυλοτεχνία και την κηροπλαστική μέχρι το μάρμαρο, σμάλτο και το μπατίκ, μορφές τέχνης που έρχονται από την παράδοση για να συναντήσουν το σήμερα είναι πλήθος.
«Τίποτε το καινούργιο», κινδυνεύει να πει κανείς. Ζήσαμε άλλωστε τις εποχές ΕΟΜΜΕΧ, ζήσαμε την ενθάρρυνση των γυναικείων συνεταιρισμών, παλιότερα υπήρξε ακόμη και η Πρόνοια που είχε φορτωθεί δυσάρεστες σκιές. Δείτε όμως μιαν άλλη εκκίνηση, που πάει πίσω στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 – πολύ προτού η UNESCO μιλήσει για Άυλη Πολιτισμική Κληρονομιά και ωθήσει στην ανάδειξη εκφάνσεων της πολιτισμικής τοπικότητας. Ήταν τότε που η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δοκίμαζε την «ολοκληρωμένη περιφερειακή ανάπτυξη» με την Ελλάδα ως πρώτη εφαρμογή – τον καιρό των ΜΟΠ/των Ολοκληρωμένων Μεσογειακών Προγραμμάτων και μάλιστα των πειραματικών φάσεών τους.
Εκεί, λοιπόν, οι Έλληνες διαπραγματευτές είδαν να τους προτείνονται για την περιφερειακή ανάπτυξη – δίπλα σε παραδοσιακές δράσεις όπως η επαρχιακή και ορεινή οδοποιία, τα πριονιστήρια ξυλείας, τις ποτίστρες ζώων και δράσεις όπως ο περιβαλλοντικός τουρισμός ή (δείτε!) η χρήση κομπιούτερ για τη συστηματική καταγραφή μοτίβων λαϊκής τέχνης και η ανάπτυξη τοπικής παραγωγής μ’ αυτήν τη βάση και η οργάνωση της διάθεσής τους με ένταξη σε νέα δίκτυα. Τότε, θεωρήθηκε υψηλή πτήση, δεν δόθηκε ουσιαστική συνέχεια.
Αργότερα -δεκαετία του ‘90-, όταν η ενδογενής ανάπτυξη είχε εκτοξεύσει και την ελληνική κεραμική και το κόσμημα/μικρογλυπτική, ενώ ο συνδυασμός εγχώριας ευμάρειας με την τουριστική ζήτηση είχε δημιουργήσει προϋποθέσεις απογείωσης και πάντως διεθνοποίησης, είχε επιχειρηθεί να επιστρατευθεί σε μια τέτοια λογική η Μελίνα. Αλλά και η ομάδα Σημίτη, αργότερα.
Πάλι η απόπειρα έμεινε μετέωρη. Το διεθνές άνοιγμα δεν επιχειρήθηκε καν. Η επιχειρηματική διάσταση έλειψε. Λέτε τώρα η Επιτροπή Καμηλάκη -από την πρόεδρό της, που το πάλεψε επί χρόνια το θέμα της Λαϊκής Τέχνης- με τη συστράτευση (επί 2ετία: σωστή επιλογή η περιορισμένη θητεία) ανθρώπων μέχρι και της Μαρέβα Γκραμπόφσκι (περισσότερο ως λογική Zeus+Dione, εδώ) να πετύχει κάτι περισσότερο;
Πάμε τώρα στη δεύτερη κινητοποίηση – αυτή στο πιο ευρύ πεδίο της αγωνίας για επανεκκίνηση του ελληνικού τουρισμού. Ενώ όλα τα μάτια είναι στραμμένα στις μεγάλες μονάδες, με πελατεία από tour operators με τα πολυσέλιδα υγειονομικά πρωτόκολλα (η νέα λέξη-κλειδί!) για την ξενοδοχία με τις ξαπλώστρες σε συντεταγμένες σειρές που θυμίζουν Βέλγιο/De Panne ή Γερμανία/Sylt, μια άλλη πρωτοβουλία πάει να ξυπνήσει άτυπα δίκτυα μικρότερων μονάδων ή/και βραχυχρόνιων μισθώσεων. Από σπίτια στην Πλάκα μέχρι πολυτελή στη Μύκονο ή χωριά στην ορεινή Κρήτη, μικρές μονάδες που είχαν επαναπαυθεί στην Airbnb ή τη FlipKey/Trip Advisor ή τις πλατφόρμες της HomeAway, «ξαναθυμούνται» τώρα τις άτυπες πλατφόρμες προσέλκυσης πελατών με βάση τη φήμη στόμα-με-στόμα.
Για να προσφέρουν (ΑΜΑ ανοίξουν με λογικούς όρους τα ταξίδια) κάτι σαν εξατομικευμένη πρόταση υποδοχής και φιλοξενίας και δραστηριοτήτων. Όπου ο τουρίστας/φιλοξενούμενος θα βρίσκει όση εγγύηση ασφάλειας απαιτεί και θα διαμορφώνει τη δική του πορεία. Αυτές οι πλατφόρμες είχαν εκτοπισθεί από τη μαζική (και φθηνή) έλξη της λογικής Airbnb – επιβίωναν δε κυρίως για παράκαμψη του κυνηγητού της ΑΔΑΕ τώρα μπορεί να έχουν έναν άλλο ρόλο – της (πώς την λέγαμε;) φιλοξενίας.