Skip to main content

Εις το όνομα της επιστήμης

Από την έντυπη έκδοση

Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]

Στην αρχή της υγειονομικής κρίσης έσπευσαν οι ανυπόμονοι να βγάλουν κρίσεις. Συμπέραναν ότι ο κορονοϊός νίκησε τον λαϊκισμό και αποκατέστησε την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, και ειδικότερα στην επιστήμη.

Βοήθησαν και οι πολιτικοί, που διακήρυξαν ότι «μία αρχή καθοδηγεί τις ενέργειές μας και αυτή είναι η εμπιστοσύνη στους κατεξοχήν ειδικούς».

Η πλειονότητα των πολιτών πειθάρχησε στις υποδείξεις λοιμωξιολόγων, επιδημιολόγων και λοιπών -λόγων. Άκουγε με προσοχή, περίμενε νέες οδηγίες κι ας καταλάβαινε ότι κάποιες δεν ήταν καθαρές από άλλες διαδικασίες, όπως τότε που επαναλάμβαναν ότι δεν είναι αναγκαίες οι μάσκες. Είπαν ψέματα συνειδητά, το ομολόγησε και ο Φάουτσι, για να μη μείνει το υγειονομικό προσωπικό στη μάχη με τον άγνωστο εχθρό χωρίς πυρομαχικά. Ψέμα για καλό σκοπό, δεδομένων των συνθηκών, αλλά σιγά-σιγά άρχισε να κάνει κακό. Στην εμπιστοσύνη.

Λίγο οι μετέωρες κινήσεις, λίγο οι ασυνέπειες, λίγο οι υποθέσεις, το επόμενο βήμα ήταν ακόμη και ορθολογικοί να επιλέγουν «φωταδιστή», ωσάν η επιστήμη να είναι μονολιθική, να δέχεται αυθεντίες και αιώνιες αλήθειες, ενώ οι επιφυλακτικοί έφτιαχναν τη δική τους εκδοχή, ενίοτε εξωφρενική.

Πέρασε η ωραία του θέρους εποχή και άρχισε με ποδοσφαιρικούς όρους το παιχνίδι από την αρχή. Το τέρμα όλο και μετακινείται. Επιπλέον, μπερδεύεται το πολιτικό, το ιδεολογικό, το οικονομικό -παντού και πάντα- ή το γονίδιο το εγωιστικό -γίναμε μάρτυρες και γαλλικών «Το ,καψες» – «Εσείς το καίτε»- με το επιστημονικό -κάποιοι παρασιτούν προσθέτοντας το «επιστημονικό» σε ό,τι προτείνουν- και η αταξία γίνεται πρωταγωνιστής στο ούτως ή άλλως ακαθόριστο σκηνικό.

Κούραση. Δεν βαραίνει όπως η σωματική. Δεν είναι το βάρος της γνώσης. Άλλωστε, όσο πιο πολλά εμείς οι αδαείς μαθαίνουμε, τόσο πιο λίγα ξέρουμε. Βαραίνουν τα στοιχεία που τείνουν να επαναλαμβάνονται και να σχηματίζουν ένα είδος μοτίβου, όπου τα αντίθετα οδηγούνται στην έσχατη (α)συνέπειά τους. Βαραίνει η διεύρυνση της εντύπωσης ότι δεν εντείνεται το μαύρο για να συναντήσει το λευκό, αλλά το μαντικό.