Από την έντυπη έκδοση
Της Βάλιας Αρανίτου,
αναπληρώτρια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθύντρια του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας
Το ζήτημα του ψηφιακού μετασχηματισμού του λιανικού εμπορίου, κορυφαίας σημασίας ζήτημα για τις ελληνικές επιχειρήσεις, αναδείχθηκε σε όλες του τις διαστάσεις και σε όλο του το βάθος στο 1o συνέδριο «Future of Retail» που διοργάνωσε η ΕΣΕΕ. Στο πλαίσιο του συνεδρίου πραγματοποιήθηκε και η καθιερωμένη, για 19ο έτος, παρουσίαση της Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου.
Κάθε χρόνο η ετήσια έκθεση συμπυκνώνει την εικόνα του εμπορίου για το προηγούμενο έτος, προσφέροντας μια ευσύνοπτη, αλλά εναργή σκιαγράφηση των εμπορικών επιχειρήσεων. Η έκθεση τεκμηριώνει τη σημαντική συνεισφορά του εμπορίου στο επίπεδο της προστιθέμενης αξίας και της απασχόλησης. Σε σχέση με την απασχόληση, το εμπόριο, παρά τις πιέσεις που δέχθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της ύφεσης, συνεχίζει να παραμένει ο σημαντικότερος εργοδότης της ελληνικής οικονομίας με μερίδιο 17,3% στη συνολική απασχόληση.
Τι δείχνουν οι αριθμοί
Στη φετινή έκθεση αποτυπώνονται οι διασυνδέσεις μεταξύ των διεθνών και εγχώριων μακροοικονομικών μεγεθών και των εμπορικών επιχειρήσεων. Διαγράφεται η ευθραυστότητα του διεθνούς εμπορίου και πώς η αστάθεια αυτή αναμένεται να επηρεάσει τις ευρωπαϊκές αλλά και τις ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις, ενώ περιγράφεται η σημασία της μετάβασης προς την ψηφιακή εποχή. Σε σχέση με την ελληνική οικονομία περιγράφεται η επιστροφή της προς μια πορεία κανονικοποίησης, αναδεικνύοντας τα δομικά στοιχεία της επιστροφής αυτής (ιδιωτική κατανάλωση, ιδιωτικές επενδύσεις, εξαγωγές κ.λπ.). Το λιανικό εμπόριο αρχίζει, με μια υστέρηση είναι η αλήθεια, να ακολουθεί την πορεία των υπόλοιπων μακροοικονομικών δεικτών. Ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών (ΔΚΕ) του λιανικού εμπορίου συνεχίζει την ανάκαμψη των δύο τελευταίων ετών (+1,8% για το 2017 και +2% για το 2018) και για το πρώτο ενεάμηνο του 2019, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 0,5%. Η αύξηση αυτή, μάλιστα, ενισχύεται για τους πολύ καλούς μήνες του Οκτωβρίου και του Νοεμβρίου, ενισχύοντας την αύξηση στο 3,1% για το διάστημα Νοέμβριος 2019 – Νοέμβριος 2018. Στο πλαίσιο του τζίρου, αλλά και του ψηφιακού μετασχηματισμού, η έκθεση διατυπώνει έναν τριπλό και εξαιρετικά ενδιαφέροντα δυϊσμό.
Εξέλιξη κύκλου εργασιών
Ο πρώτος δυϊσμός σχετίζεται με το γεγονός πως η αύξηση του κύκλου εργασιών δεν κατανέμεται ισόρροπα μεταξύ των υποκατηγοριών του λιανικού εμπορίου. Κάποιες κατηγορίες ενισχύονται σημαντικά, για παράδειγμα τα «Βιβλία – χαρτικά – λοιπά είδη» (αύξηση 8,4%), ενώ κάποιες άλλες συρρικνώνονται. Στο πλαίσιο του συγκεκριμένου δυϊσμού θα μπορούσαμε να πούμε πως το λιανικό εμπόριο παρουσιάζει την εικόνα ενός ιδιότυπου παιγνίου μηδενικού αθροίσματος όπου, λόγω του διαγκωνισμού, αυτό που χάνεται από κάποιες κατηγορίες κερδίζεται από κάποιες άλλες. Αυτή η διαπίστωση είναι πιο ξεκάθαρη αν συγκρίνουμε τις κατηγορίες των σούπερ μάρκετ, δηλαδή τα «Μεγάλα καταστήματα τροφίμων» (αύξηση 1,3%) με τα μικρότερα καταστήματα της κατηγορίας «Τρόφιμα – ποτά – καπνός», τα οποία καταγράφουν μείωση 5,2%.
Ο δεύτερος δυϊσμός έγκειται στη σύγκριση μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων. Είναι χαρακτηριστικό πως το 49% των Α.Ε. και ΕΠΕ στο λιανικό εμπόριο παρουσίασε αύξηση του κύκλου εργασιών του, επιφέροντας μια συνολική αύξηση στις πωλήσεις κατά 13,1% και στα μικτά κέρδη κατά 11,2%. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με την έρευνα του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ, μονάχα το 13% των μικρών επιχειρήσεων κατέγραψε αύξηση στον τζίρο του, η οποία μεταφράστηκε σε μια αύξηση του μέσου κύκλου εργασιών των μικρότερων επιχειρήσεων κατά περίπου 2%. Ο δυϊσμός αυτός αναδεικνύει τη διαδικασία συγκεντροποίησης του τζίρου, όπως αυτός διαφαίνεται τα τελευταία έτη.
Ψηφιακός μετασχηματισμός
Ο τρίτος δυϊσμός σχετίζεται με την πρόκληση του ψηφιακού μετασχηματισμού. Σύμφωνα με την έκθεση, διαγράφεται ένα χάσμα ψηφιοποίησης μεταξύ των μεγάλων και των μικρότερων επιχειρήσεων. Ειδικότερα, το 56,8% των μεγάλων επιχειρήσεων διαθέτει ηλεκτρονική σελίδα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις πιο μικρές είναι 44,8%. Από την άλλη, το 23,1% των μεγαλύτερων επιχειρήσεων διαθέτει υπηρεσίες ηλεκτρονικού καταστήματος (e-shop), όταν το αντίστοιχο ποσοστό των μικρότερων επιχειρήσεων ανέρχεται στο 15,7%. Οι διαφορές αυτές υπογραμμίζουν την εξαιρετική σημασία του συνεδρίου που ακολούθησε μετά την παρουσίαση της έκθεσης. Βέβαια, το μικρό μέγεθος μπορεί να αποτελέσει τον κρίσιμο παράγοντα προσαρμογής στον ψηφιακό μετασχηματισμό και μπορεί να γίνει η αιχμή του μέλλοντος της ελληνικής οικονομίας.