Από την έντυπη έκδοση
Το μοιράζονται 19 χώρες και συνολικά 330 εκατομμύρια πολίτες. Είναι το δεύτερο σημαντικότερο νόμισμα στον κόσμο, με μερίδιο σχεδόν 25% στα παγκόσμια συναλλαγματικά αποθέματα και έχει αποδειχθεί επί χρόνια αξιόπιστο και σταθερό.
Κι όμως, το ευρώ αμφισβητείται. Οι φωνές που το προσδιορίζουν ως την πηγή των σημερινών δεινών ακούγονται εντονότερα από ποτέ.
Η επιχειρηματολογία τους έχει ως εξής: Σε μία νομισματική ένωση χάνεις τη δυνατότητα της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος, η οποία θα ήταν πολύτιμη σε περιόδους που η ανταγωνιστικότητά σου βάλλεται, όπως συνέβη στις χώρες του Νότου – ιδιαίτερα κατά την πρώτη δεκαετία ύπαρξης του ευρώ.
Από τη στιγμή που δεν υπάρχει μηχανισμός δημοσιονομικών μεταβιβάσεων ανάμεσα στα μέλη της νομισματικής οικογένειας, η μόνη επιλογή είναι η λεγόμενη «εσωτερική υποτίμηση».
Και αυτή τείνει να ανοίγει έναν φαύλο κύκλο: μειώσεις μισθών και συντάξεων, μαχαίρι στις δημόσιες δαπάνες, κατάρρευση της κατανάλωσης, αύξηση της ανεργίας, κοινωνική δυσφορία και αναταραχή, πολιτική αστάθεια.
Ολα τα παραπάνω τα έχουμε πράγματι βιώσει τα τελευταία χρόνια. Είναι, όμως, η αιτία τους όντως το ευρώ;
Οι περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι η Οικονομική και Νομισματική Ενωση θεμελιώθηκε πάνω σε αμφιλεγόμενες οικονομικές υποθέσεις με την ιδέα της σύγκλισης στο επίκεντρο – μίας σύγκλισης που ποτέ δεν ήρθε.
Οι ισχυροί «έθρεψαν» τα εμπορικά πλεονάσματά τους με τα ελλείμματα των ασθενέστερων και κατάφεραν να διατηρήσουν πολύ υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης και ανταγωνιστικότητας.
Πολλοί επέλεξαν να αγνοήσουν τις αποκλίσεις, έχοντας «γλυκαθεί» από το φθηνό κόστος δανεισμού που τους προσέφερε η συμμετοχή στην ένωση.
Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι το κοινό νόμισμα αυτό καθαυτό. Το πρόβλημα είναι τα όσα λείπουν από αυτό. Ο ουσιαστικός συντονισμός των οικονομικών πολιτικών, ένας κεντρικός προϋπολογισμός, που θα δίνει τη δυνατότητα μεταβιβάσεων, έκδοση κοινών ομολόγων.
Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε σε αυτά και τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες, που θα δεσμεύουν τα μέλη ως αντάλλαγμα, αν και η κρίση κατέδειξε με τον καλύτερο τρόπο ότι η υπερβολική αυστηρότητα και η απουσία ευελιξίας δεν αποδίδουν.
Η νομισματική ένωση θα πρέπει να γίνει με λίγα λόγια οικονομική. Και θα πρέπει να γίνει και πολιτική, γιατί έτσι ξεκίνησε ως ιδέα.
Η απόφαση για τη σύσταση της Ευρωζώνης ήταν πρωτίστως πολιτική και όσοι επέλεξαν να ενταχθούν σε αυτήν το έκαναν με πολιτικά περισσότερο κριτήρια.
Κυρίαρχα κράτη απαρνήθηκαν τα εθνικά νομίσματα και το εργαλείο της νομισματικής πολιτικής, με στόχο τη δημιουργία μίας «κοινότητας με κοινή μοίρα».
Καλό θα είναι αυτή η κοινότητα να κάνει το επόμενο βήμα και να διορθώσει τα «κατασκευαστικά λάθη» του οικοδομήματός της.
Γιατί αλλιώς θα δικαιώσει όσους σήμερα επικαλούνται τον αφορισμό του Μίλτον Φρίντμαν: «Ο,τι δεν είναι βιώσιμο, δεν θα γίνει ποτέ».
ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ – [email protected]