Skip to main content

Αναγκαιότητα και αποτελεσματικότητα των lockdowns

Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός

Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School

Υπ. Δρ. Δημήτρης Μπατάκης

Πολυτεχνείο Κρήτης, Εργαστήριο Financial Engineering, Μ.Sc LSE International Health Policy, M.Sc Health Economics and Management

Μανώλης Καρακώστας

Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας, Περιφέρεια Αττικής, MSc Διοίκησης Επιχειρήσεων – Ερευνητής

Για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος ανάσχεσής του ήταν η επιβολή lockdowns, πολύ δε μάλλον την περίοδο πριν την κυκλοφορία του εμβολίου. Πολλοί όμως έχουν ισχυριστεί πως τα lockdowns στις χώρες του δυτικού κόσμου θα μπορούσαν να είχαν  αποφευχθεί, όπως συνέβη σε κάποιες χώρες της Άπω Ανατολής και πως η αποτελεσματικότητα αυτών στην Ευρώπη και την Αμερική ήταν μικρότερη σε σχέση με εκείνων που εφαρμόστηκαν στα κράτη της Ανατολικής Ασίας. Φυσικά αυτές οι παρατηρήσεις είναι αληθείς, όμως υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι που τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην Άπω Ανατολή δεν θα μπορούσαν να λάβουν χώρα στην Ευρώπη και την Αμερική.

Βασικοί λόγοι

Ο πρώτος έχει να κάνει με την εμπειρία των κρατών αυτών σε υγειονομικές κρίσεις, από παλαιότερες σοβαρές λοιμώξεις, που ως αποτέλεσμα είχε την απαρέγκλιτη και άμεση τήρηση των μέτρων από τους πολίτες, π.χ. η χρήση μάσκας ενδείκνυται ακόμα και σε περιπτώσεις ενός απλού κρυολογήματος, όπως και η απολύμανση των χεριών, αλλά και οι επενδύσεις στη δημόσια υγεία, που δημιούργησαν αποδοτικότερα και πιο οργανωμένα συστήματα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, με αποτέλεσμα τη διεξαγωγή περισσότερων τεστ  για την ανίχνευση των κρουσμάτων. Η εμπειρία αυτή οδήγησε τους φορείς εξουσίας των κρατών αυτών σε στενή συνεργασία με τους υγειονομικούς αξιωματούχους, γεγονός που κέρδισε την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους κυβερνώντες, και οδήγησε σε ταχεία δραστηριοποίηση των υγειονομικών υπευθύνων στο να τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία, όπως επί παραδείγματι συνέβη στη Ταϊβάν, η οποία έλεγχε τις εισροές ανθρώπων από το εξωτερικό πριν την εμφάνιση κρουσμάτων στη χώρα. Επίσης, η ύπαρξη σοβαρών νόσων στις περιοχές αυτές, όπως ο δάγκειος πυρετός και η ελονοσία, είχαν ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα πολλών από τους πολίτες.

Ο δεύτερος λόγος έγκειται στη διαφορά νοοτροπίας στο θέμα των ανθρώπινων αξιών που υπάρχει ανάμεσα στο δυτικό κόσμο και τις χώρες της Άπω Ανατολής. Για παράδειγμα, πολλές κυβερνήσεις των κρατών αυτών προχώρησαν σε αποτελεσματικότερες ιχνηλατήσεις με την αναζήτηση προσωπικών δεδομένων των smart phones, πιστωτικών καρτών και με τη χρήση βίντεο CCTV, ενώ ορισμένα κράτη που έχουν ολοκληρωτικό καθεστώς διακυβέρνησης χρησιμοποίησαν ακόμα και το στρατό για την επιβολή των κανονισμών. Όπως μπορεί να γίνει κατανοητό, ο δυτικός κόσμος δεν είχε την πρότερη εμπειρία στη διαχείριση υγειονομικών κρίσεων, ούτε φυσικά μπορεί να ασκήσει πολιτική που αντίκειται στο απαράβατο των προσωπικών δεδομένων και τις δημοκρατικές αξίες. Συνεπώς, τα lockdowns ήταν η μόνη εφικτή λύση κατά του κορωνοϊού, αρκεί να συλλογιστούμε πως ακόμα και χώρες της Άπω Ανατολής που είχαν θέσει υπό έλεγχο τη διασπορά του ιού, αναγκάστηκαν να προβούν στην επιβολή σκληρότερων μέτρων λίγο πριν τα Χριστούγεννα.

Αποτελεσματικότητα

Ανεξάρτητα όμως από τη μέθοδο υλοποίησης των lockdowns και των επί μέρους μέτρων που εισήγαγε κάθε κράτος, το σημαντικότερο έργο των lockdowns έχει να κάνει με την ανθρώπινη ζωή. Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Berkeley, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature» τον Ιούνιο του 2020, εκτιμάται ότι τα lockdowns απέτρεψαν ή καθυστέρησαν μόνο στις ΗΠΑ, Ιράν, Κίνα, Νότιο Κορέα, Ιταλία και Γαλλία 61 εκ. επιβεβαιωμένα κρούσματα, που αντιστοιχούν στην αποτροπή περίπου 495 εκ. συνολικών λοιμώξεων μέχρι τα τέλη Μαΐου, ενώ κατά το Imperial College στο Λονδίνο, χωρίς την επιβολή lockdowns,  οι θάνατοι μέχρι τις 4 Μαΐου αντί για 130.000 σε 11 χώρες της Ευρώπης* θα ανέρχονταν στους 3,2 εκ.,  έρευνα η οποία επίσης δημοσιεύθηκε στο «Nature». Όσο εκκωφαντικοί και αν φαίνονται οι αριθμοί που παρατέθηκαν δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν, αφού σύμφωνα με τις παραπάνω μελέτες πριν την εφαρμογή των lockdowns τα κρούσματα διπλασιάζονταν ανά δύο ημέρες.

Φυσικά κανείς μπορεί να αντιτείνει ισχυριζόμενος πως ναι μεν τα lockdowns έσωσαν εκατομμύρια ανθρώπους, αλλά έβλαψαν τόσο πολύ την οικονομία, ώστε να επακολουθήσει μεγάλη οικονομική αστάθεια, που θα επιφέρει φτώχεια στο κόσμο. Πάνω σε αυτό αξίζει να θυμίσουμε πως έρευνες έχουν δείξει ότι δεν ευθύνονται τα lockdowns για την οικονομική ύφεση, αλλά η πανδημία. Αυτό αποδεικνύεται μεταξύ άλλων από δύο παραδείγματα. Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ κατά το Γ’ τρίμηνο του 2020, δηλαδή τους μήνες που δεν υπήρχε lockdown στην Ελλάδα, η εστίαση σημείωσε μείωση στο τζίρο σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 κατά περίπου 750 εκ. ευρώ. Από την άλλη, στη Σουηδία που δεν επεβλήθη lockdown, σύμφωνα με το Reuters το Μάρτιο του 2020 σημειώθηκε 123% αύξηση στη χρεοκοπία ξενοδοχείων και καταστημάτων εστίασης, γεγονός που πιστοποιεί την άποψη πως για την  παγκόσμια οικονομική ύφεση την κύρια ευθύνη φέρει  η πανδημία, η οποία δημιουργεί αβεβαιότητα και αστάθεια.

Επίσης πέραν της οικονομίας, ένα σημαντικό επακόλουθο των lockdowns είναι η ψυχολογική πίεση που ασκείται στους ανθρώπους, και αυτός είναι ακόμα ένας σημαντικός λόγος που συνίστανται τα σκληρά lockdowns, τα οποία είναι πιο βραχύβια λόγω της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητάς τους σε σχέση με τα ηπιότερα, γεγονός που πιστοποιείται και από την ελληνική πραγματικότητα, συγκρίνοντας τις αντιδράσεις των πολιτών στις περιόδους των δύο lockdowns. Σημειωτέον ότι πλέον με τη κυκλοφορία αποτελεσματικών εμβολίων κατά του κορωνοϊού, τα οποία διατίθενται ή πρόκειται να διατεθούν σε επαρκείς ποσότητες, είναι πιο εφικτή η εφαρμογή σκληρών lockdowns, όπως είχαν τονίσει σε άρθρο τους στο «Scandinavian Journal of Public Health» τον Οκτώβριο του 2020,  οι Σ. Τσιόδρας και Θ. Λύτρας.

Όμως εκτός αυτών, υπάρχει ακόμα μια σημαντική παράμετρος οφέλους από τα lockdowns, για την οποία δυστυχώς δεν γίνεται καθόλου λόγος. Το οικονομικό κόστος που επιφέρει η πανδημία δεν μετριέται μόνο στις ζημίες των επιχειρήσεων. Γνωρίζουμε πως η χείριστη συνέπεια της πανδημίας είναι οι θάνατοι, οι οποίοι με τη σειρά τους επιφέρουν βάρος στην οικονομία. Σύμφωνα με μελέτες που εφάρμοσαν τη μέθοδο της «αξίας στατιστικής ζωής» (Value of a Statistical Life), το εκτιμώμενο κόστος θνησιμότητας στις ΗΠΑ ήταν της τάξης των 1,4 τρις δολαρίων για το πρώτο εξάμηνο του 2020, ενώ για το διάστημα μέχρι τις 2 Ιουλίου του ίδιου έτους, το παγκόσμιο κόστος θνησιμότητας ανερχόταν στα 3,5 τρις δολάρια. Το κόστος των θανάτων δεν αφορά μόνο τις νοσοκομειακές δαπάνες για κάθε ασθενή, αλλά ένα ευρύτερο οικονομικό φάσμα που καλύπτει ο κάθε άνθρωπος, όπως η παραγωγή και η κατανάλωση. Ποιος λοιπόν δύναται να αμφισβητήσει το ενδεχόμενο πως στην  περίπτωση που η πανδημία δεν περιοριζόταν με τη πολιτική των lockdowns, εκτός του ότι οι θάνατοι θα ήταν ασυγκρίτως πολλαπλάσιοι, η οικονομική καταστροφή θα έφτανε σε μη αναστρέψιμο σημείο;

Συμπερασματικά  βέβαια, το αισιόδοξο μήνυμα από όλη αυτή τη λαίλαπα της πανδημίας είναι οι θετικές προβλέψεις για οικονομική ανάπτυξη το 2021 σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό μαρτυρά πως η κατάσταση φαίνεται να είναι ακόμα υπό έλεγχο, και πως δεν θα οδηγηθεί ο κόσμος σε μία νέα παγκόσμια οικονομική κρίση παρόμοια με εκείνη που ξεκίνησε το 2007. Για να επιτευχθεί όμως κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρξει σωστή διαχείριση, τόσο της πανδημίας όσο και της οικονομίας, γεγονός που επαφίεται στις πολιτικές που θα εφαρμόσουν οι κυβερνήσεις των κρατών.

* Οι χώρες αυτές είναι: Αυστρία, Βέλγιο, Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Νορβηγία, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία και Ηνωμένο Βασίλειο.