Skip to main content

Γιατί ο Τζερόμ Πάουελ πρέπει να φύγει

Από την έντυπη έκδοση

Του Τζόζεφ Στίγκλιτς*

Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αντιμετωπίζει μία κρίσιμη απόφαση: ποιον να τοποθετήσει πρόεδρο της Federal Reserve – αναμφισβήτητα η πιο ισχυρή θέση στην παγκόσμια οικονομία.

Η λανθασμένη επιλογή μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις. Υπό τον Άλαν Γκρίνσπαν και τον Μπεν Μπερνάνκι, η Fed απέτυχε στο να ρυθμίσει το τραπεζικό σύστημα επαρκώς, δημιουργώντας το σκηνικό για τη χειρότερη παγκόσμια οικονομική κρίση από τη Μεγάλη Ύφεση. Η κρίση αυτή και η απάντηση των πολιτικών είχε εκτεταμένες πολιτικές επιπτώσεις, επιδεινώνοντας την ανισότητα και δημιουργώντας μια παρατεταμένη αίσθηση δυσφορίας σε όσους έχασαν τα σπίτια και τις δουλειές τους.
Υπάρχουν ένα σωρό κλισέ για το γιατί ο σημερινός πρόεδρος Τζερόμ Πάουελ πρέπει να διοριστεί ξανά: Κάτι τέτοιο θα θεωρηθεί εκδήλωση δικομματικής συνεργασίας. Θα ενισχύσει την αξιοπιστία της Fed. Χρειαζόμαστε ένα ώριμο χέρι για να μας κατευθύνει εν μέσω της ανάκαμψης μετά την πανδημία. Και ούτω καθεξής. Άκουγα τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα 25 χρόνια πριν, όταν ήμουν πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Αμερικανού προέδρου. Θεωρήθηκε πως οι σύμβουλοι και ο Γκρίνσπαν πρέπει να διοριστούν ξανά. Υπήρξαν αρκετοί που συνέβαλαν για να πειστεί ο Μπιλ Κλίντον και η χώρα πλήρωσε υψηλό τίμημα για την απόφασή του.

Παραδόξως, ο πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν αγνόησε αυτού του τύπου τα επιχειρήματα όταν με αποτελεσματικότητα απέπεμψε τον Πολ Βόλκερ το 1987, αρνούμενος τον επαναδιορισμό του αφότου τιθάσευσε τον πληθωρισμό. Ο Ρέιγκαν χρωστούσε στον Βόλκερ μεγάλη χάρη, αλλά επειδή ήθελε να προχωρήσει στην απορρύθμιση, προτίμησε τον Γκρίνσπαν, οπαδό της Άιν Ραντ.
Η διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής απαιτεί προσεκτική αποτίμηση και αναγνώριση των αντισταθμίσεων. Πόσο σημαντικός είναι ο πληθωρισμός έναντι των θέσεων εργασίας και της ανάπτυξης; Πόσο μεγάλη εμπιστοσύνη μπορούμε να έχουμε πως οι αγορές είναι αποτελεσματικές, σταθερές, δίκαιες και ανταγωνιστικές από μόνες τους; Πόσο πρέπει να ανησυχούμε για την ανισότητα; Τα δύο κυριότερα κόμματα της Αμερικής είχαν πάντα σαφώς διαφορετικές, αλλά ξεκάθαρα διατυπωμένες προοπτικές γι’ αυτά τα θέματα (τουλάχιστον έως ότου οι Ρεπουμπλικάνοι διολίσθησαν στην τρέλα του λαϊκισμού).

Κατά την άποψή μου, οι Δημοκρατικοί έχουν δίκιο να ανησυχούν περισσότερο για τις επιπτώσεις της ανεργίας. Η κρίση του 2008 κατέδειξε πως οι ανεξέλεγκτες αγορές δεν είναι ούτε αποτελεσματικές, ούτε σταθερές. Επιπλέον, γνωρίζουμε πως περιθωριοποιημένες ομάδες έχουν εισαχθεί στην οικονομία και οι μισθολογικές ανισότητες μειώνονται μόνο όταν οι αγορές εργασίας είναι σφικτές.

Τα επόμενα χρόνια είναι πιθανό πως θα θέσουν σε δοκιμασία τον οποιονδήποτε πρόεδρο της Fed. Οι ΗΠΑ βρίσκονται ήδη αντιμέτωπες με σκληρά διλήμματα σχετικά με τον πληθωρισμό. Είναι οι πρόσφατες αυξήσεις τιμών αποτέλεσμα κυρίως της πρωτοφανούς οικονομικής ύφεσης; Πώς πρέπει η Fed να αντιμετωπίσει το ποσοστό ανεργίας των Αφροαμερικανών, η απασχόληση των οποίων ακόμη δεν έχει ανακάμψει στα επίπεδα προ πανδημίας; Θα είναι η αύξηση των επιτοκίων (και ως εκ τούτου της ανεργίας) θεραπεία χειρότερη από την ασθένεια;

Ομοίως, ενώ η λανθασμένη τιμολόγηση των τίτλων που εξασφαλίζονται με στεγαστικά δάνεια ήταν κεντρικός παράγοντας στην κατάρρευση του 2008, υπάρχουν τώρα στοιχεία για μια ακόμη μεγαλύτερη και πιο διάχυτη λανθασμένη τιμολόγηση των περιουσιακών στοιχείων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Τι πρέπει να κάνει η Fed γι’ αυτό;

Ο Πάουελ δεν είναι ο άνθρωπος γι’ αυτή τη στιγμή. Για όσους δεν γνωρίζουν, στήριξε την ατζέντα απορρύθμισης του τέως προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, θέτοντας σε κίνδυνο τη χρηματοοικονομική υγεία του κόσμου. Ακόμη και τώρα, είναι επιφυλακτικός στην αντιμετώπιση του κλιματικού κινδύνου, παρόλο που άλλοι κεντρικοί τραπεζίτες στον κόσμο  ανακηρύσσουν την κλιματική αλλαγή ως το καθοριστικό ζήτημα των επόμενων δεκαετιών. Ο Πάουελ θα έλεγε πως τα ζητήματα του κλίματος δεν περιλαμβάνονται στις αρμοδιότητες της Fed, αλλά θα ήταν λάθος. Μέρος του έργου της Fed είναι να εξασφαλίζει τη χρηματοοικονομική σταθερότητα και δεν υπάρχει μεγαλύτερη απειλή γι’ αυτήν από την κλιματική αλλαγή.

Η Fed είναι επίσης υπεύθυνη για την έγκριση συγχωνεύσεων στον χρηματοοικονομικό τομέα και οι επιδόσεις του Πάουελ υποδηλώνουν ότι δεν έχει δει ποτέ κάτι κακό. Τέτοια χαλαρότητα είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η οικονομία αυτή τη στιγμή. Η καταφανής έλλειψη ανταγωνισμού και η απουσία επαρκών ρυθμίσεων επιτρέπουν ήδη μεγάλα κέρδη, μειώνουν την προσφορά χρηματοδότησης για τις μικρές επιχειρήσεις και παρέχουν στους κυρίαρχους παίκτες μεγαλύτερο περιθώριο για να επωφεληθούν από άλλους.

Ορισμένοι σχολιαστές έχουν δώσει εύσημα στον Πάουελ για την απάντηση της Fed στην πανδημία. Οποιοσδήποτε δευτεροετής σπουδαστής κολεγίου ωστόσο θα ήξερε ότι δεν προχωράς σε σφικτή νομισματική πολιτική και δεν αυξάνεις τα επιτόκια στη διάρκεια μιας ύφεσης. Επιπλέον, ο Σάιμον Τζόνσον του ΜΙΤ υποστήριξε πως ο Πάουελ δεν έχει καμία βαθιά δέσμευση στην πλήρη απασχόληση. Αντιθέτως, ως μέλος του Συμβουλίου Διοικητών της Fed την προηγούμενη δεκαετία, ο Πάουελ έχει ιστορικό λανθασμένων εκτιμήσεων για τη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής που χρονολογείται από την «αυξημένη οργή» του 2013.
Αν και πολλοί επιμένουν πως η ανισότητα δεν είναι κεντρικό ζήτημα στο έργο της κεντρικής τράπεζας, είναι γεγονός πως οι πολιτικές της Fed έχουν σημαντικές αναδιανεμητικές συνέπειες, που δεν μπορούν να αγνοηθούν. Όπως μία πρόωρη αύξηση των επιτοκίων μπορεί να φρενάρει την ανάπτυξη, η χαλαρή εφαρμογή του Νόμου Περί Επανεπένδυσης στην Κοινότητα (Community Reinvestment Act)  επιτρέπει βαθύτερες συγκεντρώσεις ισχύος στην αγορά.

Τέλος, το πρόσφατο σκάνδαλο δεοντολογίας που αφορούσε τις συναλλαγές στην αγορά από ανώτατα στελέχη της Fed έχει υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στην ηγεσία του ιδρύματος. Η φαινομενική έλλειψη ευαισθησίας του Πάουελ σε συγκρούσεις συμφερόντων με ανησυχεί εδώ και καιρό, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης ορισμένων από τα προγράμματα της Fed για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Με τέσσερα χρόνια Τραμπ να έχουν ήδη αποδυναμώσει την εμπιστοσύνη στους θεσμούς των ΗΠΑ, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να υπονομευθεί ακόμη περισσότερο η εμπιστοσύνη στην ακεραιότητα της Fed. Κανένας αξιωματούχος της Fed δεν θα πρέπει να χρειάζεται έναν υπεύθυνο δεοντολογίας για να αποφασίσει το πότε ορισμένες συναλλαγές θα θεωρούνται ακατάλληλες.

Η Fed είναι κατά κάποιον τρόπο σαν το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Υποτίθεται πως θα πρέπει να είναι υπεράνω πολιτικής, αλλά τουλάχιστον από την εποχή Μπους εναντίον Γκορ, γνωρίζουμε πως κάτι τέτοιο δεν είναι αλήθεια. Ο Τραμπ το ξεκαθάρισε αυτό για όποιον είχε αμφιβολίες. Η Fed, επίσης, υποτίθεται πως είναι ανεξάρτητη, αλλά ο Πάουελ και ο Γκρίνσπαν, καθώς ακολουθούσαν την ατζέντα απορρύθμισης του κόμματός τους, ξεκαθάρισαν πως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Αλλά ενώ το Συμβούλιο προχωρά σε κρίσιμες αποφάσεις που επηρεάζουν κάθε πτυχή της οικονομίας, η ισχύς επικεντρώνεται ιστορικά στον πρόεδρο – πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στον ανώτατο δικαστή. Είναι ο πρόεδρος της Fed που αποφασίζει τι θα φέρει προς ψήφιση και ποια ζητήματα θα πρέπει να περιμένουν ή να προχωρήσουν με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. Το ζήτημα του κλίματος είναι ένα παράδειγμα μόνο για το πόσο έχει απόλυτη σημασία το ποιος είναι στην κεφαλή του τραπεζιού.

Οι ΗΠΑ χρειάζονται μία Fed που θα δεσμεύεται πραγματικά να εξασφαλίσει έναν σταθερό, δίκαιο, αποτελεσματικό και ανταγωνιστικό χρηματοοικονομικό τομέα. Όποιος πιστεύει πως μπορούμε να στηριχτούμε σε αναποτελεσματικές αγορές ή ότι η ρύθμιση έχει πάει πολύ μακριά, δεν βλέπει καθαρά. Δεν χρειαζόμαστε ούτε έναν ιδεολόγο σαν τον Γκρίνσπαν ούτε έναν δικηγόρο με τα μυαλά της Γουόλ Στριτ όπως ο Πάουελ. Χρειαζόμαστε κάποιον με βαθιά κατανόηση των οικονομικών, που θα μοιράζεται τις αξίες του Μπάιντεν και θα ανησυχεί τόσο για τον πληθωρισμό όσο και για την απασχόληση.

Υπάρχουν αναμφισβήτητα πολλά πρόσωπα που θα μπορούσαν να ανταποκριθούν σε αυτές τις συνθήκες. Ο Μπάιντεν ωστόσο δεν χρειάζεται να ψάξει μακριά για να βρει κάποιον που έχει δείξει την τόλμη του. Η Λάελ Μπέρνσταϊν είναι ήδη στο Συμβούλιο, στο οποίο έδειξε την επάρκειά της και έχει κερδίσει τον σεβασμό των αγορών – χωρίς να συμβιβάζει τις αξίες της. Ο Μπάιντεν μπορεί να έχει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο: μία πρόεδρο της Fed που διατηρεί τη συνέχεια και δεν θα ταράξει τις αγορές, αλλά μοιράζεται την οικονομική και κοινωνική του ατζέντα. 

* Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς είναι κάτοχος Νόμπελ Οικονομικών, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και μέλος της Ανεξάρτητης Επιτροπής για τη Μεταρρύθμιση της Διεθνούς Φορολόγησης των Επιχειρήσεων.

Copyright: Project Syndicate, 2021
www.project-syndicate.org