Skip to main content

Η παραγωγική προσαρμογή ως ζητούμενο

Από την έντυπη έκδοση 

Του Αθαν.Χ. Παπανδρόπουλου

Ο κ. Θάνος Κατσάμπας δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Υπήρξε ανώτατο στέλεχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και εκπρόσωπος της χώρας μας σε αυτό. Σήμερα είναι κορυφαίος συνεργάτης του Ατλαντικού Συμβουλίου -οργάνωση που προωθεί την εποικοδομητική ηγεσία και δέσμευση στις διεθνείς υποθέσεις, υπό το πρίσμα της ατλαντικής αντίληψης για την αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων. 

Σε πρόσφατη αρθρογραφία του, ο κ. Θ. Κατσάμπας θίγει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα, το οποίο και εμείς έχουμε θίξει από τις στήλες αυτές, χωρίς κανείς να δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτό. Πρόκειται για το πρόβλημα της διάρκειας της κρίσης, πίσω από την οποία, κατά τη δική μας εκτίμηση, κρύβεται η πρόθεση του πολιτικού πελατειακού συστήματος να διαιωνίζεται χωρίς μεταρρυθμίσεις και με δανεικά. Την άποψη αυτή διατυπώνει και ο κ. Θ. Κατσάμπας πολύ πιο τεχνοκρατικά και ευγενικά, σεβόμενος μία διπλωματική γλώσσα, που όμως καλύπτει μεγάλες αλήθειες.

Ιδιαίτερα, δε, δίνει έμφαση στο ζωτικό θέμα του προτύπου παραγωγής πλούτου στη χώρα, το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να παραμείνει ως είχε πριν 20 με 30 χρόνια. Οι καιροί έχουν αλλάξει και όποιος δεν το καταλαβαίνει τόσο το χειρότερο γι’ αυτόν.

Συγκεκριμένα, ο αρθρογράφος  γράφει: «… Η Ελλάδα ζούσε με δανεικά επί δεκαετίες, το βιοτικό επίπεδο είχε αναβαθμιστεί πλασματικά σε σημείο που δεν ανταποκρινόταν στο παραγωγικό επίπεδο της χώρας. Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα στο μέσο της παγκοσμιοποίησης είχαν εξαφανιστεί και τον Μάιο 2010 η χώρα είχε ουσιαστικά χρεοκοπήσει. Μετά το τεράστιο δάνειο που πήρε από το ΔΝΤ και τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης το 2011 και το 2012, με την έμμεση βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), το 2015 η Ελλάδα παρέτεινε την προσαρμογή κατά τουλάχιστον 7 χρόνια».

Στο πλαίσιο αυτής της πραγματικότητας, όπου είναι εμφανέστατες πλέον οι προσπάθειες μη εξόδου από την κρίση, ο κ. Θ. Κατσάμπας εκτιμά ότι δεν πρέπει πλέον να μιλάμε για κρίση, αλλά για διαδικασία προσαρμογής. Προσθέτει έτσι στο κείμενό του: 

«Αλλά η προσαρμογή θα συνεχιστεί. Γι’ αυτό είναι λάθος η χρήση της λέξης κρίση. Η Ελλάδα περνάει από μία μακροχρόνια περίοδο καθοδικής πορείας του βιοτικού της επιπέδου, σε επίπεδο που αντανακλά τη σημερινή θέση της στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας. Φυσικά, η θέση αυτή μπορεί να αναβαθμιστεί όταν η Ελλάδα υιοθετήσει και εφαρμόσει ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο που θα αντικατοπτρίζει ακριβέστερα τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη δημιουργία της Ευρωζώνης. Αλλά μέχρι τότε θα ήταν σώφρον οι Έλληνες πολίτες να συνειδητοποιήσουν ότι έπαυσε πλέον να υπάρχει κρίση και ότι η περίοδος προσαρμογής θα είναι επίσης εκτενής και επίπονη.

«Πριν από λίγο καιρό, ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Διεύθυνσης και πρώην αρχηγός αποστολών της Ελλάδας στο ΔΝΤ, Π. Τόμσεν, έκανε την πρόβλεψη ότι η ανεργία θα πάρει 21 χρόνια για να επανέλθει στα επίπεδα του 2009. Η κυβέρνηση απάντησε με δήλωση που ο Τύπος περιέγραψε σαν σκωπτική ή ειρωνική. Αλλά ο κ. Τόμσεν έχει δίκιο. Την ίδια πρόβλεψη είχε κάνει το 2014 και ο κ. Ρομπόλης, διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ. Ας προσθέσω και τη δική μου πρόγνωση: με βάση τη διεθνή εμπειρία μου στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, οι πολλαπλές ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εσωτερική διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας θα χρειαστούν επίσης περί τα 20 χρόνια για να εξαλειφθούν. Το συμπέρασμα είναι ότι η κρίση που ξεκίνησε το 2010 έπαψε να είναι κρίση και μετατράπηκε σε μακροχρόνια διόρθωση του ελληνικού εισοδήματος στο επίπεδο που επιβάλλει η παραγωγική ικανότητα της χώρας».

Και βέβαια, όσο αυτή η παραγωγική ικανότητα της χώρας θα βρίσκεται στα αζήτητα, γιατί έτσι νομίζουν κάποιοι ότι μπορούν να ασκούν εξουσία, τόσο ο χρόνος της προσαρμογής μπορεί από τα 20 χρόνια να περάσει στα 40… Και μέχρι τότε ποιος ζει και ποιος πεθαίνει, θα έλεγε ο Κ. Ζουράρις.