Του Γιώργου Ασωνίτη
Ειδικός επιστήμονας στην Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος
Ούτε ο καιρός ούτε ο εθνικός μας αερομεταφορέας επέτρεψαν στην αποστολή μας να φτάσει στο Καστελόριζο για ένα προγραμματισμένο συνέδριο τον περασμένο Σεπτέμβρη για την γαλάζια ανάπτυξη και τα μικρά νησιά της ΕΕ, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί και να ταλαιπωρηθεί για τρεις μέρες στην Ρόδο.
Αν περνούσαν την ταλαιπωρία αυτή οι εκπρόσωποι των δανειστών μας σε ενδεχόμενη επίσκεψη τους σε ακριτικό νησί μας δεν είμαι σίγουρος ότι θα ζητούσαν τόσο έντονα την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά μας. Αχρείαστες θα ήταν και οι κόκκινες γραμμές και οι κάθε είδους απειλές.
Γιατί η επόμενη αξιολόγηση της πορείας του μνημονίου να μην συγκληθεί χειμωνιάτικα σε ένα νησί, ακόμα και «κοσμοπολίτικο», αντί σε «κεντρικό ξενοδοχείο της πρωτεύουσας»;
1. Οι νησιωτικές οικονομίες και η ΕΕ
Από 1ης Οκτωβρίου 2015 μπήκε ήδη σε εφαρμογή η σχετική διάταξη του τρίτου μνημονίου με την κατάργηση από των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά Ρόδος, Σαντορίνη, Μύκονος, Νάξος, Πάρος και Σκιάθος. Σύμφωνα με την Ανακοίνωση του ΥΠΟΙΚ «η επιλογή των προαναφερόμενων νησιών, έγινε με μετρήσιμα, ενιαία και διαφανή κριτήρια, όπως θα γίνει και για τις άλλες δύο ομάδες νησιών (από 1.6.2016 και 1.1.2017). Τα απομακρυσμένα νησιά θα μπουν στην τελευταία ομάδα».
Ένα μέτρο «κοινοτικού κεκτημένου» διαρθρωτικού χαρακτήρα θυσιάζεται στο βωμό της δημοσιονομικής προσαρμογής. Αντί να επεκταθεί σε όλα τα ευρωπαϊκά νησιά, απεμπολείται.
Τα νησιά χαρακτηρίζονται από ενδογενείς μειονεξίες, μόνιμα διαρθρωτικά προβλήματα που δημιουργούνται από το νησιωτικό χαρακτήρα και τη γεωγραφική απομόνωση και είναι «ευάλωτα» σε εξωτερικούς οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Δεκαπέντε από τα εικοσιοκτώ κράτη μέλη της ΕΕ έχουν νησιά στην επικράτειά τους. Ο πληθυσμός τους ανέρχεται σε 21 εκατομμύρια άτομα περίπου. Πρόκειται περίπου για το 4% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ.
Από το Καστελόριζο μέχρι τις Εξωτερικές Εβρίδες Νήσους της Σκωτίας και από το Σααρέμα της Εσθονίας μέχρι την Μαγιόρκα τα προβλήματα που αναφύονται είναι κοινά. Είτε πρόκειται για νησί της Βαλτικής, είτε της Μεσογείου, είτε της Καραϊβικής, είτε του Ειρηνικού, από τα ίδια προβλήματα υποφέρει, άλλοτε ηπιότερα, άλλοτε εντονότερα, ανάλογα από την απόσταση, το μέγεθος και άλλους παράγοντες.
Πως όμως οι νησιωτικές επιχειρήσεις μπορούν να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό που προέρχεται από την ηπειρωτική Ευρώπη και τις τρίτες χώρες, εφόσον το οικονομικό κόστος είναι αυξημένο τουλάχιστον κατά 20%;
Απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει το ίδιο το ευρωπαϊκό οικονομικό μοντέλο, όπως έχει οικοδομηθεί όλα αυτά τα χρόνια, που στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στην αρχή ότι, όπου χρειάζεται, πρέπει να γίνονται παρεμβάσεις και να παρέχονται αντισταθμίσεις που δίνουν εναλλακτικές ευκαιρίες ανάπτυξης προς επίτευξη ίσων όρων ανταγωνισμού ή ισότιμης συμμετοχής (level playing field).
Πάγια είναι, από το 1982, η Νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που εφάρμοσε την αρχή της ισότητας, υπό την έννοια της ισότιμης πρόσβασης των νησιωτών στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας και διασφάλισης βέλτιστων συνθηκών ανταγωνισμού και της ευνοϊκότερης μεταχείρισης ή των παρεκκλίσεων στις εφαρμοζόμενες πολιτικές, κατά περίπτωση (ΔΕΚ, υπόθεση 8/82, 23 Ιανουαρίου 1983).
Οι εξόχως απόκεντρες περιοχές της ΕΕ (Γουαδελούπη, Γαλλική Γουιάνα, Μαρτινίκα, Ρεϋνιόν, Άγιος Βαρθολομαίος, Άγιος Μαρτίνος, Αζόρες, Μαδέρα και Κανάριοι Νήσοι), πλείστες των οποίων είναι νησιωτικές, πέτυχαν εφαρμογή ειδικής πρόνοιας, που εισήχθη στο άρθρο 349 της Συνθήκης της ΕΕ, ως νομική βάση όλων των μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο των κοινοτικών πολιτικών για τις περιοχές αυτές.
Αντιθέτως, οι λοιπές νησιωτικές περιοχές της Ε.Ε. δεν απολαμβάνουν παρόμοιου καθεστώτος στην Συνθήκη της ΕΕ. Ο όρος «νησιά», αναγνωρίστηκε μετά από πολύ κόπο και προσπάθειες, στο άρθρο 174 της Συνθήκης της ΕΕ περί οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, που αναφέρεται στη μείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης των περιοχών που πλήττονται από σοβαρά και μόνιμα φυσικά ή δημογραφικά προβλήματα, όπως οι νησιωτικές περιοχές, και στο άρθρο 170, παράγραφος 2 περί διευρωπαϊκών δικτύων (σύνδεση νησιωτικών, μεσόγειων και περιφερειακών περιοχών με τις κεντρικές περιοχές της Ένωσης).
Το «νησιωτικό ζήτημα» είναι οριζόντιο υπό την έννοια ότι η νησιωτική διάσταση πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στη διαμόρφωση όλων των ευρωπαϊκών πολιτικών και, όπου και αν χρειάζεται, να προβλέπονται εξαιρέσεις ή διαφορετική μεταχείριση, εξισορροπώντας με αντισταθμίσεις.
Η ΕΕ έχει λάβει ήδη, σε τομεακές πολιτικές της, σοβαρά υπόψη της την «νησιωτική διάσταση», όπως π.χ. στην περιφερειακή πολιτική που στοχεύει να θέσει τέρμα στις ανισότητες του επιπέδου ανάπτυξης των περιφερειακών περιοχών της ΕΕ, στην πολιτική των θαλασσίων μεταφορών, η οποία προσέφερε στα κράτη μέλη ένα πλαίσιο για να οργανώσουν παρεμβάσεις στην αγορά προκειμένου να εξασφαλίσουν επαρκή τακτική επικοινωνία προς και από τα νησιά και μεταξύ νησιών, με τη μορφή είτε «υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας» είτε σύναψης «συμβάσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, στην πολιτική κρατικών ενισχύσεων, στην αγροτική πολιτική με την υιοθέτηση ειδικού καθεστώτος για την ενίσχυση της μεταφοράς πρώτων υλών από την ηπειρωτική Ελλάδα στα μικρά νησιά και την ενίσχυση της τοπικής γεωργικής παραγωγής και των παραδοσιακών εξαγωγών από τα μικρά νησιά.
Ως εκ τούτου, λοιπόν, έχει ήδη δημιουργηθεί ένα «κοινοτικό κεκτημένο» της νησιωτικότητας, το οποίο πρέπει αφενός μεν να διαφυλαχθεί αφετέρου να αναπτυχθεί περαιτέρω.
Την «οριζόντια» φύση του προβλήματος έχει αναγνωρίσει ήδη το Ελληνικό Σύνταγμα, το οποίο προβλέπει σύμφωνα με την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 101, παράγραφος 3, την υποχρέωση στον κοινό νομοθέτη και τη διοίκηση, όταν δρουν κανονιστικά, να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών περιοχών.
Οργανισμοί νησιωτικών συμφερόντων, όπως το Επιμελητηριακό Δίκτυο Επιμελητηρίων των Νησιωτικών Περιοχών της ΕΕ (INSULEUR) που εκπροσωπεί τα νησιωτικά ευρωπαϊκά Επιμελητήρια, η Επιτροπή Νησιών της Διάσκεψης των Περιφερειακών και Παράκτιων Περιοχών της ΕΕ (CRPM) που εκπροσωπεί και τις Ευρωπαϊκές Νησιωτικές Περιφέρειες, και η Ευρωπαϊκή Ένωση Μικρών Νησιών (ESIΝ) που εκπροσωπεί τους Δήμους μικρών νησιών, αποδίδονται σε έναν αγώνα δρόμου για να επηρεάσουν αποφάσεις στην υιοθέτηση ειδικών διατάξεων και καθεστώτων στην υιοθέτηση ευρωπαϊκών πολιτικών κάθε φορά που ένα καθεστώς έχει αρνητικές επιπτώσεις για τα νησιά ή τα θέτει σε χειρότερη μοίρα.
2. Η ευρωπαϊκή φορολογική πολιτική και ο ΦΠΑ στα ελληνικά νησιά
Γενικότερα η ΕΕ δεν έχει αρμοδιότητα στην επιβολή των φόρων ή στον καθορισμό των φορολογικών συντελεστών. Το ύψος των φόρων που επιβάλλονται αποτελεί εθνική αρμοδιότητα.
Ο ρόλος της ΕΕ συνίσταται κυρίως στη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας της ενιαίας αγοράς καθώς και στην εποπτεία των εθνικών φορολογικών κανόνων, ώστε αυτοί να συνάδουν με ορισμένες πολιτικές της ΕΕ, όπως π.χ. η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης, η διασφάλιση της ελεύθερης ροής αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίου σε όλη την Ένωση (εντός της ενιαίας αγοράς), η εγγύηση ότι οι επιχειρήσεις σε μια χώρα δεν έχουν αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους σε άλλη χώρα και ότι οι φόροι δεν εισάγουν διακρίσεις σε βάρος καταναλωτών, εργαζομένων ή επιχειρήσεων άλλων χωρών της ΕΕ.
Επιπλέον, η διαδικασία λήψης αποφάσεων στην ΕΕ για φορολογικά θέματα απαιτούν ομοφωνία όλων των κρατών μελών. Με τον τρόπο αυτό, διασφαλίζεται ότι λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα κάθε χώρας της ΕΕ.
Για ορισμένους φόρους, όπως ο ΦΠΑ και οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης (επιβάλλονται στη βενζίνη, τα προϊόντα καπνού και τα αλκοολούχα ποτά), και τα 28 κράτη μέλη έχουν συμφωνήσει με την υιοθέτηση σχετικών Οδηγιών στη γενικότερη εναρμόνιση των φορολογικών τους κανόνων και την προσέγγιση των επιβαλλομένων συντελεστών, ώστε να αποτρέπεται η στρέβλωση του ανταγωνισμού σε διασυνοριακό επίπεδο εντός της ΕΕ.
Μέσα από τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, η Ελλάδα έλαβε για πρώτη φορά το δικαίωμα να εφαρμόσει ειδικά μειωμένους συντελεστές σε ορισμένες συγκεκριμένες περιοχές για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους. Η οδηγία 92/77/ ΕΟΚ του Συμβουλίου παρείχε την διακριτική ευχέρεια στην Ελλάδα να εφαρμόσει τα νησιά του Αιγαίου της Λέσβου, Χίου, Σάμου, Δωδεκανήσου, Κυκλάδων, καθώς και του Αιγαίου: Θάσος, Σαμοθράκη, Βόρειες Σποράδες και Σκύρος, μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ έως και τριάντα τοις εκατό (30%) από τα αντίστοιχα ποσοστά που εφαρμόζονται στην ηπειρωτική Ελλάδα. Η ανωτέρω διάταξη ενσωματώθηκε μεταγενέστερα στην Οδηγία ΦΠΑ (άρθρο 120, Οδηγία 2006/112).
Σε εθνικό επίπεδο το άρθρο 21 του Νόμου 2859/2000 (Κώδικας Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ΦΕΚ 1061 Β’), ενσωμάτωσε και έθεσε σε εφαρμογή το καθεστώς μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά.
Η εφαρμογή των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ είναι πλήρως εναρμονισμένη με την απαίτηση του Συντάγματος της Ελλάδος όσον αφορά τον νησιωτικό χώρο (άρθρο 101) και ιδιαίτερα στα πιο απόμακρα νησιά – σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία καλούνται να αντιμετωπίσουν και να αντεπεξέλθουν στα μεγάλα ρεύματα προσφύγων και μεταναστών στην ΕΕ.
Δυνατότητα εφαρμογής μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ χορηγήθηκε επίσης σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ (άρθρα 6 και 110) (Πορτογαλία, Γαλλία, Ιταλία, Δανία, Φινλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστρία, Ισπανία). Σε ορισμένα κράτη μέλη δόθηκε η διακριτική ευχέρεια να διατηρήσουν μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ, ακόμη και κάτω από το κατώτατο όριο, ή μηδενικού συντελεστή, σε συγκεκριμένους σημαντικούς οικονομικούς τομείς ή, κατ’ αναλογία με τα νησιά του Αιγαίου, σε συγκεκριμένες περιοχές.
Είναι αξιοσημείωτο ότι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ με γεωγραφικά κριτήρια αφορούν κυρίως νησιωτικές περιοχές. Στη Δανία ο ΦΠΑ δεν εφαρμόζεται στα νησιά Φερόε και στην Γροιλανδία, στην Γερμανία εξαιρείται το νησί Heligoland, στην Ισπανία, τα Κανάρια νησιά, στην Πορτογαλία οι Αζόρες και η Μαδέρα, στο Ηνωμένο Βασίλειο το Isle of Man, ενώ στην Κορσική εφαρμόζεται ειδικός μειωμένος συντελεστής ο οποίος αφορά συγκεκριμένα προϊόντα και υπηρεσίες, όπως π.χ. το πετρέλαιο στο 13%.
Το κοινοτικό κεκτημένο υπέρ των νησιωτικών περιοχών της ΕΕ υφίσταται ήδη κινδύνους. Το θετικό είναι ότι, με τις τελευταίες δεσμεύσεις στα πλαίσιο του τρίτου μνημονίου, δεν τροποποιήθηκε η σχετική Οδηγία ΦΠΑ και ως εκ τούτου η επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς παραμένει στη διακριτική ευχέρεια της Ελλάδος, σε συμφωνία με τους δανειστές βέβαια.
3. Επιπτώσεις από την κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ
Το συνολικό κόστος από τους μειωμένους συντελεστές στο Αιγαίο, σύμφωνα με Υπουργείο Οικονομικών (2014), ήταν της τάξης των 347 εκατομμυρίων ευρώ περίπου σε σύνολο 980 εκατομμυρίων για όλους τους μειωμένους συντελεστές που έχουν εφαρμογή στη χώρα μας.
Κατά την λήψη του μέτρου κατάργησης του μειωμένου ΦΠΑ, το ΥΠΟΙΚ δήλωσε ότι ως αντιστάθμισμα θα θεσπιστούν κατάλληλα και στοχευμένα μέτρα, για την αποζημίωση των κατοίκων εκείνων που έχουν περισσότερη ανάγκη. Στην περίπτωση αυτή δεν μιλάμε για ισοδύναμα. Άλλωστε, ποιο μέτρο να βρεις ισοδύναμο της ζωής των νησιωτών μας;
Απαραίτητη προϋπόθεση στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στην ΕΕ είναι η ύπαρξη μελέτης αντικτύπου για τις πολιτικές που πρόκειται να υιοθετηθούν. Έγινε παρόμοια μελέτη όταν ζητήθηκε η κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά μας;
Με βάση την εμπειρική έρευνα, η αύξηση των ειδικών μειωμένων συντελεστών για τα νησιά του Αιγαίου, αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά την κατανάλωση και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και να ενισχύσει την φοροδιαφυγή *, προκαλώντας πολλαπλές εξωτερικές δαπάνες στην πραγματική οικονομία. Επιπλέον, με βάση τις τρέχουσες επικρατούσες οικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα, πιθανολογείται ότι η μεγαλύτερη αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ για τα νησιά του Αιγαίου, θα μπορούσε να προκαλέσει περαιτέρω ασύμμετρες επιπτώσεις της ύφεσης στην πραγματική οικονομία της χώρας. H κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά και τα τουριστικά καταλύματα, θα μπορούσε να δημιουργήσει συνθήκες έντονης ανάσχεσης της δυναμικής πορείας του τουρισμού μας. Αυτό θα συμβεί διότι η τουριστική κίνηση θα στραφεί προς τις ανταγωνίστριες χώρες, οι οποίες διατηρούν χαμηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στα τουριστικά τους πακέτα.
Με την εφαρμογή των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ κατά 30% σε συγκεκριμένα νησιά του Αιγαίου, διατηρείται το πλεονέκτημα της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού προϊόντος τους, ενισχύονται οι μικρές και ευάλωτες επιχειρήσεις, παρακινούνται οι ντόπιοι να παραμείνουν στα νησιά τους και αποκαθίσταται η κοινωνική δικαιοσύνη και η διατήρηση της σταθερότητας στην κοινωνικο-οικονομική ζωής τους.
Η εφαρμογή των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου δεν αποτελεί προνόμιο, αλλά στοχεύει στην ενίσχυση της τοπικής οικονομίας των συγκεκριμένων περιοχών, και ως αντιστάθμισμα στα μειονεκτήματα που προκαλούνται από την εδαφική ασυνέχεια, το μικρό τους μέγεθος, τη δύσκολη σχέση μεταφορά τους με την ηπειρωτική χώρα (π.χ. άγονες γραμμές), την απομόνωση τους κατά τη διάρκεια του χειμώνα, τη συχνή έλλειψη γιατρούς, δασκάλους κ.λπ., και προκειμένου να χρησιμεύσει ως αντιστάθμισμα το επιπλέον κόστος που προκύπτει από την μεταφορά αγαθών, την παροχή υπηρεσιών, την λειτουργία των επιχειρήσεων, την τιμή του προϊόντος, και ως εκ τούτου, το τελικό κόστος ζωής.
Το ότι μια νησιωτική περιφέρεια έχει υψηλό ΑΕΠ δεν σημαίνει ότι διαθέτει υψηλή ανταγωνιστικότητα. Σε σύνολο 262 περιφερειών της ΕΕ, το Νότιο Αιγαίο βρίσκεται στην 257η θέση (με ΑΕΠ 112.45 του μέσου κοινοτικού όρου), το βόρειο Αιγαίο στην 243η (με ΑΕΠ 75.5 του μέσου κοινοτικού όρου), η Κρήτη στην 240η θέση (με ΑΕΠ 83.7 μέσου κοινοτικού όρου), ενώ το Παρίσι (Ile-de-France) είναι στην 8η θέση (με ΑΕΠ 175.4 του μέσου κοινοτικού όρου). (EU Regional Competitiveness Index, 2013, European Commission).
Σε συνάντηση Επιμελητηριακών εκπροσώπων με την τρόϊκα πριν δύο χρόνια λόγω της επαπειλούμενης τότε υιοθέτησης του μέτρου, η θέση του εκπροσώπου του ΔΝΤ ήταν ότι η φοροδιαφυγή στα νησιά μας της τάξεως του 90%. Ποια είναι όμως η λογική διασύνδεση των επιχειρημάτων αυτών;
Το ΥΠΟΙΚ έχει δηλώσει ότι ως αντιστάθμισμα της κατάργησης του μειωμένου ΦΠΑ θα θεσπιστούν κατάλληλα και στοχευμένα μέτρα, για την αποζημίωση των κατοίκων εκείνων που έχουν περισσότερη ανάγκη. Στην περίπτωση μας δεν μιλάνε για ισοδύναμα. Ποιο ισοδύναμο να βρεις άλλωστε για τις ζωές των νησιωτών μας;
Υπουργός προηγούμενης Κυβέρνησης είχε πει δημοσίως ότι οι δανειστές είχαν ζητήσει την εκκένωση κάποιου μικρού ελληνικού νησιού και την μεταφορά των 150 κατοίκων του σε άλλο νησί για να μειωθεί το κόστος των παρεχομένων υπηρεσιών.
Τα νησιά, ιδιαίτερα τα πλέον μικρά, πρέπει να βγουν από την λογική της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Τα νησιά αυτά χρειάζονται προστασία και κάλυψη όλων των αναγκών τους σε παιδεία, υγεία και άλλα κοινωνικά αγαθά. Ανεξαρτήτως κόστους.
Τα νησιά αυτά προσφέρουν τεράστιες θαλάσσιες και υποθαλάσσιες επιφάνειες υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) τόσο στη χώρα μας όσο και γενικότερα στην ΕΕ, άρα πλούτο φυσικών πόρων.
Όποιος δεν το αντιλαμβάνεται δεν έχει γνώση της πραγματικότητας και των σχετικών κινδύνων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
* Για τις αντίστοιχες αρνητικές επιπτώσεις στην φοροδιαφυγή και στην οικονομία στην Ελλάδα από την αύξηση συντελεστών ΦΠΑ στον τομέα της εστίασης βλέπε έρευνα του Καθηγητή N. Artavanis ‘The effect of the VAT rates on tax evasion: Evidence from the restaurant services in Greece’ 2015.