Από την έντυπη έκδοση
Των Τόμας Μπλάνσετ*, Λούκας Τσάνσελ*, και Αμορί Γκετίν*
* Ο Τόμας Μπλάνσετ είναι συντονιστής Στατιστικών Μεθόδων στο Εργαστήριο Παγκόσμιας Ανισότητας.
* Ο Λούκας Τσάνσελ, εκ των διευθυντών του Εργαστηρίου Παγκόσμιας Ανισότητας, είναι λέκτορας στο πανεπιστήμιο Sciences Po και ερευνητής στο Ινστιτούτο για την Αειφόρο Ανάπτυξη και τις Διεθνείς Σχέσεις.
* Ο Αμορί Γκετίν είναι ερευνητής στο Εργαστήριο Παγκόσμιας Ανισότητας.
Οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης διαχωρίζονται μεταξύ εκείνων που θεωρούν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί αθέμιτες, αναποτελεσματικές νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές και εκείνων που βλέπουν το μπλοκ ως βασικό στοιχείο για τη διατήρηση του σχετικά δίκαιου και αποκλειστικού «ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου».
Ωστόσο, στις πρόσφατες εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ελάχιστη ήταν η συζήτηση σχετικά με αυτό το μοντέλο και ήταν λίγες οι ιδέες σχετικά με τι πρέπει να κάνουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής για την αντιμετώπιση της ανισότητας στην ήπειρο.
Από τη σύγκριση για την αύξηση του εισοδήματος και την εισοδηματική ανισότητα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ τις τελευταίες 4 δεκαετίες προκύπτουν σημαντικά ευρήματα όσον αφορά το γιατί τα εισοδήματα είναι πολύ πιο ομοιόμορφα κατανεμημένα στην Ευρώπη από ό,τι στην Αμερική και τι θα μπορούσε να μάθει η κάθε πλευρά του Ατλαντικού από την άλλη.
Συνολικά, τα εισοδήματα στις ΗΠΑ αυξήθηκαν με ταχύτερο ρυθμό από ό,τι στην Ευρώπη τα τελευταία 40 χρόνια. Το διάστημα από το 1980 έως το 2017, το μέσο εθνικό εισόδημα ανά ενήλικα αυξήθηκε κατά 65% στις ΗΠΑ, έναντι 51% στην Ευρώπη.
Η διαφορά σε μεγάλο βαθμό (αν και όχι εξ ολοκλήρου) αντικατοπτρίζει την αποτυχία της Ε.Ε. να εφαρμόσει ένα πανευρωπαϊκό οικονομικό σχέδιο μετά την κρίση του 2008. Σε σύγκριση με τη Δυτική Ευρώπη, που είχε μία χαμένη δεκαετία (2007-2017) στην οποία το μέσο εθνικό εισόδημα ανά ενήλικα αυξήθηκε κατά λιγότερο από 5%, στις ΗΠΑ έτρεξε με 5πλάσιο ρυθμό.
Όμως αυτοί οι μέσοι ρυθμοί αύξησης αποκρύπτουν το μέγεθος με το οποίο η αμερικανική εισοδηματική ανισότητα εξερράγη τις τελευταίες 4 δεκαετίες, παραμένοντας όμως σε ήπια επίπεδα στην Ευρώπη. Αν και το προ φόρων μέσο εισόδημα περισσότερο του 50% των Αμερικανών έχει υπερδιπλασιαστεί από το 1980, αυτό του υπόλοιπου 50% έχει αυξηθεί μόλις κατά 3%.
Στην Ευρώπη, από την άλλη πλευρά, το προ φόρων εισόδημα του κατώτερου μισού του πληθυσμού αυξήθηκε κατά 40% την ίδια περίοδο – περισσότερο από 10 φορές ταχύτερα από ό,τι στο αντίστοιχο ποσοστό στις ΗΠΑ (παρότι εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τη συνολική μέση ευρωπαϊκή αύξηση εσόδων).
Οι διαφορές μεταξύ των αμερικανικών και των ευρωπαϊκών συστημάτων φορολόγησης και μεταφοράς χρημάτων δεν αλλάζουν σημαντικά τη συνολική εικόνα. Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα στοιχεία, τα εισοδήματα μετά τον φόρο του κατώτατου 50% αυξήθηκαν κατά 14% στις ΗΠΑ από το 1980 -ακόμα χαμηλότερα από τη συνολική αύξηση των εισοδημάτων- και έως και 40% στην Ευρώπη.
Οι οικονομολόγοι αποδίδουν συχνά την αυξανόμενη ανισότητα στις τεχνολογικές αλλαγές ή την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου. Ωστόσο, αυτό δεν εξηγεί τις έντονα αποκλίνουσες τάσεις ανισότητας τα τελευταία 40 χρόνια στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, επειδή και οι 2 είχαν παρόμοιες τεχνολογικές διαταραχές και αντιμετώπισαν εξίσου τον εντεινόμενο ανταγωνισμό από τις αναπτυσσόμενες χώρες κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Αντιθέτως, το κοντράστ μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ αντικατοπτρίζει διαφορετικές πολιτικές επιλογές.
Οι διαμορφωτές πολιτικής διαθέτουν δύο ευρείες επιλογές για την αντιμετώπιση της εισοδηματικής ανισότητας. Η αναδιανομή του πλούτου αποσκοπεί στη δημιουργία των προϋποθέσεων για μία πιο ισορροπημένη κατανομή του εισοδήματος στο μέλλον – για παράδειγμα, μέσω επενδύσεων στην υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση, αποτελεσματικών αντιμονοπωλιακών νόμων και κανονισμών για την αγορά εργασίας και σχετικά ισχυρών εργατικών συνδικάτων. Η αναδιανομή του πλούτου επίσης στοχεύει στη μείωση των σημερινών ανισοτήτων μέσω της προοδευτικής φορολόγησης -με την οποία οι πλουσιότεροι άνθρωποι πληρώνουν υψηλότερα ποσοστά φόρου- και κοινωνικών παροχών προς τους φτωχότερους.
Τα χαμηλότερα επίπεδα ανισότητας στην Ευρώπη δεν είναι συνέπεια μιας περισσότερο αναδιανεμητικής φορολογικής πολιτικής. Είναι αλήθεια ότι ο ανώτατος συντελεστής του ομοσπονδιακού φόρου για τα υψηλά εισοδήματα στις ΗΠΑ μειώθηκε από έναν μέσο όρο 80% το διάστημα 1950-1980 στο 37% σήμερα, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ το 2017 μείωσε τον εταιρικό φορολογικό συντελεστή από το 35% στο 21%.
Ωστόσο, οι ευρωπαϊκοί εταιρικοί φορολογικοί συντελεστές έχουν επίσης μειωθεί, από τον μέσο όρο του 50% το 1980 στο 25% σήμερα – ωφελώντας έτσι τους πλουσιότερους πολίτες που όλο και περισσότερο βασίζονται στις εταιρικές συμμετοχές για το εισόδημά τους.
Επιπλέον, οι φόροι κατανάλωσης, οι οποίοι επιβαρύνουν αναλογικά περισσότερο τους φτωχούς, αυξήθηκαν σημαντικά στην Ευρώπη κατά την ίδια περίοδο.
Επομένως, τα φορολογικά συστήματα τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη έχουν καταστεί λιγότερο προοδευτικά τις τελευταίες δεκαετίες. Αν μη τι άλλο, το φορολογικό σύστημα της Αμερικής, αυτή τη στιγμή, είναι περισσότερο προοδευτικό από το ευρωπαϊκό, όμως η αμερικανική ανισότητα είναι πολύ μεγαλύτερη.
Η έκθεση του Εργαστηρίου Παγκόσμιας Ανισότητας «Πόσο Άνιση είναι η Ευρώπη;» δείχνει ότι η πιο ισορροπημένη διανομή των εισοδημάτων στην Ευρώπη είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα πολιτικών αναδιανομής, όπως οι εθνικοί κατώτατοι μισθοί, η μεγαλύτερη προστασία των εργαζομένων και η ελεύθερη πρόσβαση στη δημόσια εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη.
Ωστόσο, η προοδευτική φορολόγηση εξακολουθεί να είναι καθοριστική για τη μείωση τόσο της ανισότητας των εισοδημάτων μετά τη φορολόγηση όσο και πριν από αυτήν. Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές στα μεγάλα εισοδήματα, για παράδειγμα, μπορούν να συμβάλουν στον περιορισμό της άνισης συσσώρευσης κεφαλαίου σήμερα και συνεπώς να καταστήσουν τις μελλοντικές ροές εισοδήματος πιο δίκαιες.
Βασικότερα, οι προοδευτικοί φόροι είναι ουσιώδεις για την πολιτική βιωσιμότητα των δημοσιονομικών συστημάτων των χωρών. Οι διαμαρτυρίες των «κίτρινων γιλέκων» που ξέσπασαν στη Γαλλία τον περασμένο Νοέμβριο -και εμφανίστηκαν και αλλού στην Ευρώπη- ξεκίνησαν αρχικά από ένα αίσθημα φορολογικής αδικίας.
Τέλος, η προοδευτική φορολόγηση διαδραματίζει επίσης έναν αναδιανεμητικό ρόλο στην Ευρώπη, βοηθώντας στη χρηματοδότηση των καθολικών δημόσιων προγραμμάτων εκπαίδευσης και υγειονομικής περίθαλψης. Αυτά με τη σειρά τους προάγουν περισσότερο τις ίσες ευκαιρίες και επομένως την πιο ισορροπημένη διανομή του εισοδήματος μελλοντικά. Ως εκ τούτου, ο κίνδυνος είναι ότι η γενική τάση προς τα λιγότερο προοδευτικά φορολογικά συστήματα θα καταστήσει πιο δύσκολο για την Ευρώπη και τις ΗΠΑ τον περιορισμό των ανισοτήτων στο μέλλον.
Όμως αυτό μπορεί να αποφευχθεί. Ίσως οι Αμερικανοί ψηφοφόροι να απαιτήσουν πιο έντονα την ελεύθερη δημόσια εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη, εάν αντιληφθούν πώς αυτές έχουν υποστηρίξει παρά εμπόδισαν την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη.
Και η Ευρώπη θα μπορούσε να εμπνευσθεί από τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση των ΗΠΑ κατέληξε σε μεγάλο βαθμό στον τερματισμό του φορολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των αμερικανικών πολιτειών πριν από έναν αιώνα, εισάγοντας ομοσπονδιακούς εταιρικούς φόρους και φόρους εισοδήματος.
Εάν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ μπορούν να μάθουν η μία από την άλλη με αυτό τον τρόπο, οι ριζοσπαστικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της ανισότητας μπορεί να αρχίσουν να φαίνονται πιο ρεαλιστικές και εφικτές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού και οι επόμενες τέσσερις δεκαετίες μπορεί να είναι λιγότερο άνισες από τις προηγούμενες τέσσερις.
Copyright: Project Syndicate, 2019
www.project-syndicate.org