Από την έντυπη έκδοση
Άρθρο του Τζέφρι Ντ. Σακς*
*Ο Τζέφρι Ντ. Σακς, καθηγητής Αειφόρου Ανάπτυξης και καθηγητής Πολιτικής και Διαχείρισης της Υγείας στο Πανεπιστήμιο Columbia, είναι διευθυντής του Κέντρου Βιώσιμης Ανάπτυξης του Κέντρου Columbia και του Δικτύου για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του ΟΗΕ.
Σε τρεις από τις πιο εύπορες πόλεις του κόσμου εκτυλίσσονται διαμαρτυρίες και αναταραχές φέτος. Το Παρίσι αντιμετωπίζει σωρεία διαδηλώσεων και αναταραχών από τον Νοέμβριο του 2018, αμέσως μετά την εφαρμογή του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν. Το Χονγκ Κονγκ βρίσκεται σε αναταραχή από τον Μάρτιο, όταν η επικεφαλής της κυβέρνησης Κάρι Λαμ πρότεινε έναν νόμο που θα επέτρεπε την έκδοση υπόπτων στην κινεζική ενδοχώρα.
Και στο Σαντιάγο εξερράγησαν οι πολίτες τον προηγούμενο μήνα, όταν ο πρόεδρος Σεμπαστιάν Πινιέρα ανακοίνωσε την αύξηση των τιμών στα εισιτήρια του μετρό. Κάθε διαμαρτυρία έχει τους ξεχωριστούς δικούς της λόγους, όμως μαζί ξεδιπλώνουν μία ευρύτερη ιστορία για το τι μπορεί να συμβεί όταν η αίσθηση αδικίας συνδυάζεται με την ευρέως διαδεδομένη αντίληψη της απουσίας κοινωνικής αντίδρασης.
Με βάση την παραδοσιακή μέτρηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, οι τρεις πόλεις είναι οικονομικά επιτυχημένες. Το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι περί τα 40.000 δολάρια στο Χονγκ Κονγκ, περισσότερο από 60.000 δολάρια στο Παρίσι και περίπου 18.000 δολάρια στο Σαντιάγο, μία από τις πλουσιότερες πόλεις της Λατινικής Αμερικής. Στην Έκθεση Παγκόσμιου Οικονομικού Ανταγωνισμού 2019 από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, το Χονγκ Κονγκ κατέχει την 3η θέση, η Γαλλία τη 15η και η Χιλή την 33η (η καλύτερη θέση από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής με μεγάλη διαφορά).
Ωστόσο, ενώ οι χώρες αυτές είναι αρκετά πλούσιες και ανταγωνιστικές σύμφωνα με τα συμβατικά πρότυπα, οι κάτοικοί τους εμφανίζονται δυσαρεστημένοι σε βασικές πτυχές της ζωής τους. Σύμφωνα με την έκθεση 2019 World Happiness Report, οι πολίτες του Χονγκ Κονγκ, της Γαλλίας και της Χιλής αισθάνονται ότι η ζωή τους μένει στάσιμη σε σημαντικά ζητήματα.
Έλλειψη ελευθερίας επιλογής
Κάθε χρόνο, η Gallup Poll ρωτά ανθρώπους από όλο τον κόσμο: «Είστε ικανοποιημένοι ή δυσαρεστημένοι από την ελευθερία σας να επιλέγετε τι κάνετε στη ζωή σας;». Ενώ το Χονγκ Κονγκ βρίσκεται στην 9η θέση παγκοσμίως του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, κατατάσσεται πολύ χαμηλότερα, στην 66η θέση, αναφορικά με την αίσθηση της προσωπικής ελευθερίας να χαράξει κάποιος την πορεία της ζωής του. Η ίδια διαφορά είναι εμφανής στη Γαλλία (25η στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αλλά 69η στην ελευθερία επιλογής) και στη Χιλή (48η και 98η θέση αντίστοιχα).
Κατά ειρωνικό τρόπο, τόσο το Heritage Foundation όσο και το Ινστιτούτο Fraser χαρακτηρίζουν το Χονγκ Κονγκ ως τη χώρα με τη μεγαλύτερη οικονομική ελευθερία σε ολόκληρο τον κόσμο, όμως οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ είναι απελπισμένοι από τις επιλογές τους στη ζωή τους. Και στις τρεις χώρες οι μικροαστοί νέοι εμφανίζονται απελπισμένοι από τις πιθανότητές να βρουν οικονομικά προσιτή στέγη και αξιοπρεπή δουλειά. Στο Χονγκ Κονγκ οι τιμές των ακινήτων σε σχέση με τους μέσους μισθούς είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο. Η Χιλή έχει την υψηλότερη εισοδηματική ανισότητα στον ΟΟΣΑ, ενώ στη Γαλλία τα παιδιά των ελίτ οικογενειών έχουν τεράστια πλεονεκτήματα στην πορεία της ζωής τους.
Λόγω των πολύ υψηλών τιμών κατοικιών, οι περισσότεροι άνθρωποι απομακρύνονται από τις κεντρικές επιχειρηματικές περιοχές και συνήθως εξαρτώνται από τα προσωπικά οχήματα ή τις δημόσιες συγκοινωνίες για να φθάσουν στη δουλειά τους. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στις μεταβολές στις τιμές των μεταφορών, όπως αποδεικνύεται από την έκρηξη διαμαρτυριών στο Παρίσι και στο Σαντιάγο.
Το Χονγκ Κονγκ, η Γαλλία και η Χιλή δεν αντιμετωπίζουν μόνο μία κρίση κοινωνικής αντίδρασης και παράπονα για την ανισότητα. Στις ΗΠΑ τα ποσοστά αυτοκτονίας αυξάνονται μαζί με άλλες αντιδράσεις κοινωνικής δυσφορίας όπως οι μαζικοί πυροβολισμοί, σε μία εποχή με μία άνευ προηγουμένου ανισότητα και την εμπιστοσύνη των πολιτών στην κυβέρνηση στα χαμηλότερα επίπεδα. Οι ΗΠΑ σίγουρα θα αντιμετωπίσουν περισσότερες κοινωνικές εκρήξεις στο μέλλον εάν επικεντρωθούμε μόνο στην πολιτική και στην οικονομία, όπως συνήθως.
Αν θέλουμε να αποφύγουμε αυτό το αποτέλεσμα, πρέπει να αντλήσουμε ορισμένα διδάγματα από τις τρεις αυτές περιπτώσεις. Και οι τρεις κυβερνήσεις εθελοτυφλούσαν στις διαμαρτυρίες. Έχοντας χάσει την επαφή με το δημόσιο συναίσθημα, δεν κατάφεραν να προβλέψουν ότι μία φαινομενικά «μέτρια» πολιτική απόφαση (το νομοσχέδιο έκδοσης του Χονγκ Κονγκ, η αύξηση του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα στη Γαλλία και οι υψηλότερες τιμές στα εισιτήρια του μετρό στη Χιλή) θα προκαλούσε τέτοια μαζική κοινωνική έκρηξη.
Ανεπαρκή μέτρα ευημερίας
Ίσως το πιο σημαντικό και το λιγότερο εκπληκτικό είναι ότι τα παραδοσιακά οικονομικά μέτρα ευημερίας είναι εντελώς ανεπαρκή για να αποτυπώσουν τα πραγματικά συναισθήματα του κόσμου. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μετρά τον μέσο όρο του εισοδήματος σε μία οικονομία, όμως δεν λέει τίποτα για τη διανομή του, την αντίληψη των πολιτών περί του δικαίου ή του άδικου, το πόσο οικονομικά ευάλωτοι αισθάνονται ή άλλες συνθήκες (όπως η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση) που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τη συνολική ποιότητα ζωής.
Και οι βαθμολογίες, όπως στον Παγκόσμιο Ανταγωνιστικό Δείκτη του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας του Heritage Foundation και στην Παγκόσμια Οικονομική Ελευθερία του Ινστιτούτου Fraser, καταγράφουν πολύ λίγα στοιχεία για την υποκειμενική αίσθηση του κόσμου, την ελευθερία επιλογής στη ζωή του, την ειλικρίνεια της κυβέρνησης και την αντίληψη για την αξιοπιστία των συμπολιτών.
Για να μάθουμε γι’ αυτά τα συναισθήματα, είναι απαραίτητο να ρωτάμε απευθείας τον κόσμο για το πόσο ικανοποιημένος είναι με τη ζωή του, την αίσθηση της προσωπικής ελευθερίας, την εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και τους συμπολίτες και άλλες προεκτάσεις της κοινωνικής ζωής που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα ζωής και ως εκ τούτου προκαλούν κοινωνικές αναταραχές. Αυτή είναι η προσέγγιση των ετήσιων ερευνών της Gallup για την ευημερία, την οποία αναφέρουμε οι συνάδελφοί μου και εγώ κάθε χρόνο στην έκθεση World Happiness Report.
Η ιδέα της βιώσιμης ανάπτυξης, η οποία αντικατοπτρίζεται στους 17 Στόχους της Αειφόρου Ανάπτυξης (SDGs), που υιοθετήθηκαν από τις κυβερνήσεις του κόσμου το 2015, είναι να προσπεράσουμε τους παραδοσιακούς δείκτες, όπως η αύξηση του ΑΕΠ και το κατά κεφαλήν εισόδημα, σε ένα πολύ ευρύτερο σύνολο στόχων, συμπεριλαμβανομένων της κοινωνικής δικαιοσύνης, της εμπιστοσύνης και της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Οι SDGs, για παράδειγμα, δίνουν ιδιαίτερη προσοχή όχι μόνο στην εισοδηματική ανισότητα (SDG 10), αλλά και σε ευρύτερες μετρήσεις της ευημερίας (SDG 3).
Επιβάλλεται κάθε κοινωνία να αντιλαμβάνεται τον παλμό των πολιτών της και να λάβει υπόψη τις πηγές κοινωνικής δυστυχίας και δυσπιστίας. Η οικονομική ανάπτυξη χωρίς δικαιοσύνη και περιβαλλοντική βιωσιμότητα είναι μία συνταγή για διαταραχές, όχι για ευημερία. Θα χρειαστούμε πολύ μεγαλύτερη παροχή δημόσιων υπηρεσιών, περισσότερη ανακατανομή του εισοδήματος από τους πλούσιους στους φτωχούς και περισσότερες δημόσιες επενδύσεις για την επίτευξη της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας.
Ακόμα και προφανείς λογικές πολιτικές, όπως η κατάργηση των επιδοτήσεων για τα καύσιμα ή η αύξηση των τιμών στα εισιτήρια του μετρό για την κάλυψη του κόστους, θα οδηγήσουν σε τεράστιες αναταραχές εάν πραγματοποιηθούν υπό συνθήκες χαμηλής κοινωνικής εμπιστοσύνης, μεγάλης ανισότητας και ευρείας κοινής αίσθησης αδικίας.
Κάθε διαμαρτυρία έχει τους ξεχωριστούς δικούς της λόγους, όμως μαζί ξεδιπλώνουν μία ευρύτερη ιστορία για το τι μπορεί να συμβεί όταν η αίσθηση αδικίας συνδυάζεται με την ευρέως διαδεδομένη αντίληψη της απουσίας κοινωνικής αντίδρασης.
Copyright: Project Syndicate, 2019. www.project-syndicate.org