Του Στράτου Στρατηγάκη
Μαθηματικού – Ερευνητή
[email protected]
Πάνε είκοσι χρόνια από τότε που ο αείμνηστος πρώην Υπουργός Παιδείας Γεράσιμος Αρσένης προσπαθούσε να θέσει ως προϋπόθεση διορισμού την παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια των υποψηφίων. Θύελλα αντιδράσεων είχε ξεσηκωθεί με έντονες διαμαρτυρίες αφού οι ήδη εργαζόμενοι καθηγητές δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν προγράμματα διδακτικής και παιδαγωγικών. Η διαμαρτυρία απέκτησε και θεωρητική βάση με επιχειρήματα ότι υποβιβάζονται τα πτυχία και άλλα παρόμοια. Η έννοια της δια βίου μάθησης δεν ήταν τότε διαδεδομένη.
Όλα αυτά πήγαν να γίνουν άμεσα, με αποτέλεσμα, τελικά, να μη γίνει τίποτα. Είναι η φιλοδοξία πολλών πολιτικών να τα αλλάξουν όλα στη θητεία τους στο Υπουργείο Παιδείας. Δεν τους ενδιαφέρει η μακροπρόθεσμη βελτίωση των πραγμάτων. Θέλουν τώρα να… γράψουν Ιστορία. Έτσι έκανε και ο Αρσένης. Πολύ καλές ιδέες σε κακή εκτέλεση έφεραν αποτέλεσμα μηδέν. Τελικά όσα από τα μέτρα που σχεδίασε έφτασαν στην εφαρμογή τα ξήλωσαν οι επόμενοι Υπουργοί Παιδείας, για να ξαναρχίζουμε τώρα από την αρχή.
Τι θα μπορούσε να γίνει; Ας δούμε το θέμα από την αρχή. Μπορεί να διδάξει ένας καθηγητής που δεν έχει διδαχθεί την τέχνη της διδασκαλίας και τον τρόπο αντιμετώπισης των εφήβων; Μπορεί με άλλα λόγια να ασκήσει ένα επάγγελμα κάποιος που δεν γνωρίζει το επάγγελμα αυτό; Σύμφωνα με το κράτος μας ναι. Έτσι αποφάσισε όταν όρισε, το μακρινό 1982, τις λεγόμενες καθηγητικές σχολές, τις σχολές των οποίων το πτυχίο έδινε δικαίωμα διδασκαλίας ακόμη και αν οι πτυχιούχοι δεν είχαν διδαχθεί διδακτική και παιδαγωγικά, όπως συνέβαινε συχνά στη δεκαετία του 80, ιδίως με τις θετικές σχολές. Το αυτονόητο, δηλαδή, να έχεις την κατάλληλη εκπαίδευση για να διδάξεις δεν ίσχυε. Φτάνουμε, λοιπόν, στο 1998 και η πρόταση Αρσένη συναντά τις αντιδράσεις που αναφέραμε. Τελικά το μόνο που κατάφερε ήταν να βάλει ως εξεταζόμενα μαθήματα στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ τη διδακτική και τα παιδαγωγικά.
Αν είχε απαιτήσει από τα Πανεπιστήμια οι απόφοιτοί τους, που ήθελαν διδακτική επάρκεια, να έχουν ολοκληρώσει ένα μίνιμουμ σπουδών και πρακτικής άσκησης από τότε και στο εξής, δηλαδή το μέτρο να έπιανε μόνο όσους ήταν τότε φοιτητές και όχι όσους είχαν ήδη άδεια διδασκαλίας, θα είχαν σήμερα την παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια όλοι οι καθηγητές που είναι μικρότεροι των 43 ετών, χωρίς να γίνει καμία φασαρία. Είναι απλό να αλλάξεις τη νομοθεσία και να πεις ότι όσοι από δω και στο εξής θέλουν άδεια διδασκαλίας θα πρέπει να έχουν παιδαγωγική επάρκεια. Όσοι έχουν ήδη άδεια διδασκαλίας μπορούν να συνεχίσουν να την κατέχουν και να εργάζονται και αν επιθυμούν να αποκτήσουν την επάρκεια με επιπλέον μαθήματα. Αν δεν υπήρχε η αναδρομικότητα το μέτρο θα είχε περάσει τότε εύκολα και τώρα θα είχαμε πολλές χιλιάδες καθηγητών με παιδαγωγική επάρκεια.
Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δε νοιάζεται τι θα γίνει σε 20 χρόνια. Κανείς δεν βλέπει πιο μακριά από τη θητεία του στο Υπουργείο, κανείς δε νοιάζεται για το μακροπρόθεσμο όφελος. Έτσι κάνουμε κύκλους και δεν προχωράμε καθόλου, ενώ ο κόσμος δίπλα μας τρέχει. Ευτυχώς, πριν από 4 χρόνια ξεκίνησε η έγκριση παιδαγωγικής επάρκειας προγραμμάτων σπουδών, προπτυχιακών και μεταπτυχιακών, από το Υπουργείο Παιδείας, με σκοπό να κάνουμε αυτό που δεν έγινε πριν από 20 χρόνια. Οι εγκρίσεις των προγραμμάτων διδακτικής και παιδαγωγικής επάρκειας συνεχίζονται ανά πανεπιστημιακό τμήμα και έτσι οι φοιτητές που εισάγονται από το 2013-2014 θα μπορούν αν θέλουν να αποκτούν διδακτική και παιδαγωγική επάρκεια αν έχουν διδαχθεί τα κατάλληλα μαθήματα. Γίνεται έτσι το πρώτο βήμα.
Το επόμενο βήμα είναι να δοθεί η δυνατότητα στους ήδη πτυχιούχους να αποκτήσουν και αυτοί την επάρκεια ενώ εργάζονται, γιατί διαφορετικά θα είναι ανέφικτο γι’ αυτούς. Οι εκπαιδευτικοί έχουν δείξει ότι ενδιαφέρονται για την εκπαίδευσή τους, αν δείτε πόσοι είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού θα καταλάβετε.
Το τελευταίο βήμα θα είναι η κατοχή της παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας να γίνει απαραίτητη προϋπόθεση διορισμού, όχι άμεσα, γιατί τώρα προηγείται ο διορισμός των αναπληρωτών που έχουν ταλαιπωρηθεί τόσα χρόνια γυρνώντας ανά την Ελλάδα αντιμετωπίζοντας πάρα πολλά προβλήματα, βουλώνοντας όλες τις τρύπες της εκπαίδευσής μας.
Έτσι μπορεί να ελπίζουμε ότι από το 2030 και μετά (ας ελπίσουμε και νωρίτερα) θα μπορεί να αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση διορισμού. Αν σκεφτούμε πόσα χρόνια απαιτούνται για να πετύχουμε το αυτονόητο, να έχει, δηλαδή, εκπαιδευτεί κάποιος για τη δουλειά που θέλει να κάνει καταλαβαίνουμε γιατί μένουμε μονίμως πίσω από τις εξελίξεις ενός κόσμου που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα.