Skip to main content

ΥΝΑΝΠ: Ενισχυμένη το 2018 η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής Ναυτιλίας

Για «ευνοϊκά αποτελέσματα» στην ελληνική Ναυτιλία κατά το 2018 κάνει λόγο το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΥΝΑΝΠ), δίνοντας στη δημοσιότητα και τα σχετικά οικονομικά και στατιστικά στοιχεία πλοίων και ναυτιλιακών εταιρειών για την περσινή χρονιά.

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της αρμόδιας Διεύθυνσης Ποντοπόρου Ναυτιλίας του ΥΝΑΝΠ:

Τα νέα πλοία που εγγράφηκαν στο ελληνικό νηολόγιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθ. 13 ν.δ. 2687/53, ανήλθαν στα 28 σύγχρονα ποντοπόρα πλοία με συνολική χωρητικότητα 2.105.953 ο.χ.. Παρά την περιορισμένη πτωτική τάση σε όρους χωρητικότητας σε σύγκριση με το 2017, οι αιτήσεις για την υπαγωγή πλοίων στις διατάξεις του άρθρου 13 ν.δ.2687/53 το έτος 2018 αυξήθηκαν κατά ποσοστό 23%, σε σχέση με τις υποβληθείσες αιτήσεις το 2017. Στην παρούσα φάση ο συνολικός αριθμός μεγάλων ποντοπόρων πλοίων (άρθρου 13 ν.δ. 2687/53) ανέρχεται σε 594 πλοία συνολικής χωρητικότητας 40.283.568 ο.χ.

Η συνολική δύναμη του ελληνικού στόλου ανέρχεται σε 1.862 πλοία χωρητικότητας 42.718.032 κοχ. (πηγή: ΕΛ.ΣΤΑΤ, Οκτώβριος 2018), παρουσιάζοντας αύξηση κατά 0,5% έναντι του αντίστοιχου χρονικού σημείου του Οκτωβρίου 2017 (πλοία 100 κοχ και άνω), αλλά μείωση κατά 4,1% σε όρους χωρητικότητας.

Η ελληνική σημαία χαρακτηρίζεται ως «ποιοτική σημαία», κατατασσόμενη στη Λευκή Λίστα του Paris MOU, με σημαντικά μικρότερο ηλικιακό προφίλ σε σχέση με το μέσο όρο ηλικίας του παγκόσμιου στόλου. Συγκροτείται από δυναμικό στόλο παραδοσιακών (κυρίως φορτηγά και δεξαμενόπλοια), αλλά και εξειδικευμένων πλοίων σύγχρονης τεχνολογίας (LNG, LPG), προσφέροντας ειδικά πλεονεκτήματα και ποιοτικά χαρακτηριστικά που την καθιστούν ιδιαίτερα ανταγωνιστική στον διεθνή ναυτιλιακό στίβο.

Σύμφωνα με το υπουργείο, σημαντικό ρόλο στη διαχείριση και περαιτέρω ανάπτυξη του ελληνικού ναυτιλιακού κεφαλαίου, διαδραματίζουν οι ναυτιλιακές εταιρείες του Ν.27/1975, οι οποίες έχουν εγκαταστήσει γραφεία στην Ελλάδα και διαχειρίζονται πλοία ελληνικής ή ξένης σημαίας άνω των 500 κ.ο.χ., καθώς και οι ναυτικές εταιρείες του Ν. 959 / 1979, οι οποίες έχουν στην κυριότητά τους πλοία ελληνικής σημαίας και διαχειρίζονται ελληνικής ή ξένης σημαίας πλοία.

Στο τέλος του 2018, ο συνολικός αριθμός των ενεργών εταιρειών του άρθρου 25 του Ν. 27/1975 ήταν 1.401 εταιρείες έναντι 1.387 την 31η Δεκεμβρίου 2017. Συγκρίνοντας τα στοιχεία του 2018 σε σχέση με το 2017, προκύπτει αύξηση του συνολικού αριθμού των εγκατεστημένων ναυτιλιακών εταιρειών του Ν. 27/75 σε ποσοστό 1%, ακολουθώντας την συνολική αυξητική πορεία των τελευταίων ετών σε όρους εγκατεστημένων στην Ελλάδα διαχειριστριών εταιρειών. Από το σύνολο των 1.401 εταιριών, οι 795 δραστηριοποιήθηκαν στον τομέα της διαχείρισης πλοίων και 606 δραστηριοποιήθηκαν στα λοιπά ναυτιλιακά αντικείμενα (μεσιτεία ναυλώσεων, αγοραπωλησιών, ναυπηγήσεων κλπ).

Όσον αφορά τον αριθμό των διαχειριζομένων πλοίων από τις εγκατεστημένες ναυτιλιακές εταιρείες του άρθρου 25 του Ν. 27/75, την 31η Δεκεμβρίου 2018 ανέρχονταν σε 4.456 πλοία με χωρητικότητα 200,03 εκατ ο.χ. έναντι 4.353 πλοίων με χωρητικότητα 193,42 εκατ. ο.χ. στις 31-12-2017. Διαπιστώνεται, δηλαδή, σημαντική αύξηση τόσο του αριθμού του διαχειριζομένου, από τις εγκατεστημένες εταιρείες, στόλου κατά 2,37%, όσο και της χωρητικότητας αυτού κατά 3,42%. Το 2% των διαχειριστριών εταιρειών διαχειρίζεται περισσότερα από 50 πλοία, ενώ το 8% περισσότερα από 20 πλοία.

Το προσωπικό που απασχολήθηκε το 2017 στις εταιρείες αυτές ανήλθε στα 17.061 άτομα, εκ των οποίων 15.465 Έλληνες και 1.596 αλλοδαποί. Αντίστοιχα, το 2016 είχαν απασχοληθεί 16.467 άτομα, και συγκεκριμένα 14.901 Έλληνες και 1.566 αλλοδαποί. Από τα συγκεκριμένα στοιχεία προκύπτει ότι το 2017 υπήρξε αύξηση στην απασχόληση περί τους 594 εργαζομένους (κατά 95% Έλληνες), σε σχέση με το 2016, δηλαδή ποσοστό 3,6%. Το υπουργείο σημειώνει ότι η αύξηση αυτή αποτυπώνει τη δυναμική της ελληνικής ναυτιλίας, η οποία συνεχίζει να παρέχει ποιοτικές θέσεις εργασίας, υποστηρίζοντας την απασχόληση. «Το εν λόγω ανθρώπινο δυναμικό (αρχιπλοίαρχοι, αρχιμηχανικοί, λογιστές, ναυπηγοί, ηλεκτρολόγοι μηχανολόγοι, ναυτιλιακοί δικηγόροι κλπ) είναι απολύτως εξειδικευμένο και με υψηλή τεχνογνωσία περί τη ναυτιλία, προσδίδοντας υπό την έννοια αυτή ιδιαίτερη βαρύτητα σε έναν από τους βασικούς επιδιωκόμενους στόχους για τη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού ναυτιλιακού πλέγματος και αναδεικνύοντας παράλληλα τη χώρα μας και ιδιαίτερα την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά ως ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα διεθνούς ναυτιλιακής τεχνογνωσίας (maritime cluster know-how), προσδίδοντας σημαντικά οφέλη και στην Ελληνική οικονομία» επισημαίνει το ΥΝΑΝΠ.

Σε ό,τι αφορά τις ναυτικές εταιρείες του Ν. 959/79 (κυρίως πλοία ενδομεταφορών), ο συνολικός αριθμός των ενεργών εταιρειών στις 31-12-2018 ανήλθε σε 3.665 εταιρείες, έναντι 3.622 εταιρειών το 2017 (αύξηση κατά 1,19%).

Το υπουργείο θεωρεί ότι η συνεχώς αυξανόμενη για τρίτη συνεχόμενη χρονιά εισροή ναυτιλιακού συναλλάγματος στην Ελλάδα υπογραμμίζει τη συμβολή της ελληνικής ναυτιλίας στη βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία της χώρας, αλλά και την εμπιστοσύνη που πλέον αποδίδει ο επιχειρηματικός κόσμος της ναυτιλίας στην εθνική οικονομία μετά την επιτυχή περάτωση των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Το 10μηνο του 2018 (Ιανουάριος-Οκτώβριος) το εισρεύσαν συνάλλαγμα της κατηγορίας «Μεταφορές» του Ισοζυγίου Υπηρεσιών (Ι.Β.1) ανερχόταν σε 13.7 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 14,19% του αντίστοιχου δεκαμήνου 2017 (στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος).

Το ΥΝΑΝΠ υπενθυμίζει ότι ο υπουργός, Φώτης Κουβέλης, έχει κατ’ επανάληψη επισημάνει σε δηλώσεις του ότι η ελληνική ποντοπόρος ναυτιλία αποτελεί διαχρονικά έναν από τους πιο υγιείς και εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας και ταυτόχρονα βασικό πυλώνα για τη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη της χώρας και την απασχόληση. Όπως σημειώνει, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η ευρωπαϊκή ναυτιλιακή βιομηχανία συνεισφέρει περί τα 56 δισ. ευρώ / έτος στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ, ενώ παράλληλα παρέχει 615.000 άμεσες και 516.000 έμμεσες θέσεις εργασίας στα Κ.Μ. της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκ των οποίων 190.000 στην Ελλάδα.

«Η ελληνική Πολιτεία και ειδικότερα το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, αναγνωρίζοντας τη συνεισφορά της ναυτιλίας στην οικονομία, αλλά και σε επίπεδο κοινωνικής συνοχής σε μακροοικονομικό ορίζοντα, υποστηρίζει σε σταθερή βάση τις ναυτιλιακές δραστηριότητες, μέσα από ένα πλαίσιο θετικών μέτρων που στοχεύει στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ναυτιλιακής βιομηχανίας και τη διασύνδεσή της με άλλες επιχειρηματικές και οικονομικές δραστηριότητες, επιδιώκοντας πολλαπλασιαστικά οικονομικά οφέλη. Επιπρόσθετα, η προσέλκυση πλοίων στο εθνικό νηολόγιο, καθώς επίσης και ναυτιλιακών επιχειρήσεων στη χώρα αποτελεί πάγια προτεραιότητα της ελληνικής ναυτιλιακής πολιτικής.

Με συντονισμένες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, των επιχειρηματιών της ναυτιλίας, αλλά και της ναυτεργασίας και παρά το έντονα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον και τη μακροχρόνια ύφεση των ναυλαγορών καθώς και τις αυξανόμενες τάσεις προστατευτισμού εκ μέρους διαφόρων χωρών, τα μεγέθη της ναυτιλίας των Ελλήνων για το 2018 καταδεικνύουν τη διατήρηση της ανταγωνιστικής της θέσης και την πρωτοκαθεδρία του Πειραιά ως παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου, κέντρου συγκέντρωσης ναυτιλιακών εταιρειών, αλλά και σημαντικού αριθμού διαχειριζομένων πλοίων» τονίζει το ΥΝΑΝΠ.

Δηλώνει, τέλος, ότι θα συνεχίσει να επιδιώκει τη δημιουργία ανταγωνιστικών συνθηκών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για τη μακροπρόθεσμη διατήρηση της ελληνικής ναυτιλίας στην πρώτη θέση παγκοσμίως, εστιάζοντας στους αναπτυξιακούς άξονες της ποιότητας, ανταγωνιστικότητας, ψηφιοποίησης, ασφάλειας και προστασίας του αερίου και θαλασσίου περιβάλλοντος, σε απόλυτη αρμονία με τους στρατηγικούς στόχους της ναυτιλιακής πολιτικής της ΕΕ και του ΙΜΟ, αλλά και τις επιταγές της εθνικής οικονομίας.