Skip to main content

Γιούνκερ: Ο πρόεδρος που έσφαλε, έμαθε και δεν χαρίστηκε σε κανέναν

Της Νατάσας Στασινού
[email protected]

«Εγκαταλείπω το πόστο μου όχι λυπημένος, αλλά ούτε και ευτυχής – περισσότερο με ένα αίσθημα ότι έδωσα όσα μπορούσα». Με αυτή τη φράση ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ συνόψισε στην τελευταία ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα 20 χρόνια στα οποία ήταν στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής. Κι αυτά ήταν γεμάτα προκλήσεις, κρίσεις, απογοητεύσεις, συγκρούσεις, αλλά και ικανοποίηση για τα όσα – όχι λίγα – βήματα έγιναν προς την κατεύθυνση της «περισσότερης Ευρώπης».

Σήμερα που παρέδωσε επισήμως τα ηνία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ακόμη και οι πιο σκληροί επικριτές του δεν μπορούν παρά να αναγνωρίσουν ότι είναι ένας γνήσιος ευρωπαϊστής και μία προσωπικότητα – μέσα από τα όποια ελαττώματά της – με χάρισμα και απήχηση, σε μία Ένωση στην οποία το έλλειμμα χαρισματικών ηγετών έχει τα τελευταία χρόνια γίνει αισθητό.

Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δεν ήταν ένας «άγιος». Η αγάπη του στο ποτό, η υπερβολική διαχυτικότητα και τα… φιλιά, που, όπως σχολιάζει η DW, προσπαθούσαν πολλοί να αποφύγουν, οι στιγμές που προκαλούσε σε άλλους γέλιο και σε άλλους αμηχανία, όπως το «χαίρε δικτάτορα» στον Βίκτορ Όρμπαν, σχολιάστηκαν ποικιλοτρόπως. Ακόμη περισσότερο δέχθηκε την κριτική για το γεγονός ότι από τις κοινοτικές θέσεις που κατείχε τα έβαζε με τη φοροαποφυγή, την ώρα που ήταν επί χρόνια πρωθυπουργός ενός κράτους-φορολογικού παραδείσου. Το πλήρωσε, αφού ως πρόεδρος της Κομισιόν βρέθηκε πολύ γρήγορα αντιμέτωπος με το σκάνδαλο των Luxleaks, που έφερε στο φως ένα ολόκληρο σύστημα φοροδιαφυγής των πολυεθνικών με βαθιές ρίζες σε χώρες όπως το Λουξεμβούργο. Επικρίθηκε και για το γεγονός ότι έμεινε υπερβολικά πιστός στη γραμμή της Γερμανίας – αν και, για να είμαστε δίκαιοι, αυτό είχε να κάνει εν πολλοίς με το ότι μοιραζόταν το ίδιο όραμα με την Άγκελα Μέρκελ.

Στην ώρα του τελικού απολογισμού, όμως, στη ζυγαριά υπερισχύουν άλλα. Για εμάς είναι ο άνθρωπος που όσοι λίγοι στήριξαν την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, χωρίς να γίνεται πάντα αρεστός στις ελληνικές κυβερνήσεις. Για την Ευρώπη συνολικά ήταν ένας από τους πιο δυναμικούς και δραστήριους πρόεδρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ένας ηγέτης, που δεν χαρίστηκε σε κανέναν.

Εξαπέλυσε αλλεπάλληλες φορές βέλη προς ευρωσκεπτικιστές και ευρωφοβικούς, επέκρινε σφοδρά τον Ντέιβιντ Κάμερον για το «μεγάλο λάθος» του δημοψηφίσματος για το Brexit – το αποτέλεσμα του οποίου αναγνώρισε ως ευρωπαϊκή αποτυχία. Και μπορεί το Γαλλικό Πρακτορείο να του χρεώνει ότι «δεν σήκωσε ανάστημα» κατά των υπερμάχων του Brexit, αλλά το να έβγαινε ευθέως να εξαπολύσει εναντίον τους βολές κατά την εκστρατεία πριν από την κάλπη του 2016 ή να αρχίσει τις υποδείξεις για το πώς θα πρέπει να ψηφίσουν οι Βρετανοί, θα είχε μάλλον τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Το γνωρίζουμε καλά αυτό εμείς οι Έλληνες με την εμπειρία του δημοψηφίσματος του 2015.

Πιο πρόσφατα, δεν έκρυψε τη δυσφορία του για την υπονόμευση της διαδικασίας του Spitzenkandidat (σύνδεση του αποτελέσματος των Ευρωεκλογών με την επιλογή του επικεφαλής της Κομισιόν) από τον Εμανουέλ Μακρόν. Με τον Γάλλο πρόεδρο θα μπορούσε να είναι πολύ κοντά, αφού ουσιαστικά πιστεύουν και οι δύο στην ανάγκη για βαθύτερη οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση. Δεν του άρεσαν, όμως, οι μέθοδοί του, με αποτέλεσμα να έρθουν σε ρήξη. Ίσως και γιατί ο ίδιος είχε μέσα από την πολυετή εμπειρία και τα λάθη αντιληφθεί πως η διαδικασία της ολοκλήρωσης, ακόμη και για όσους από εμάς πιστεύουμε ότι είναι απολύτως αναγκαία και επωφελής, δεν μπορεί άλλο να προχωρά επιβαλλόμενη από επάνω προς τα κάτω και σίγουρα δεν ευνοείται με κινήσεις που ενισχύουν τα επιχειρήματα για το «έλλειμμα δημοκρατίας» στην κοινότητα.

Και όταν ήρθε η στιγμή να παρουσιάσει τη νέα Κομισιόν η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, επέλεξε και πάλι να μη σιωπήσει. «Δεν μου αρέσει η ιδέα ότι ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με τη μετανάστευση. Το να αποδέχεσαι όσους έρχονται από αλλού, είναι μέρος του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής» είπε για τον τίτλο του χαρτοφυλακίου που δόθηκε στον επί χρόνια συνεργάτη και φίλο του, Μαργαρίτη Σχοινά. «Ο τίτλος δεν ανταποκρίνεται στις αξίες του κ. Σχοινά, νομίζω πως πρέπει να αλλάξει» πρόσθεσε.

Στα 65 του χρόνια ο Γιούνκερ αισθάνεται πια έτοιμος να αποχωρήσει από την πολιτική σκηνή. Θα έχουμε πια να περιμένουμε από αυτόν ένα βιβλίο με τα όσα έζησε στις Βρυξέλλες και τις δημόσιες παρεμβάσεις του από τη θέση πλέον του έμπειρου παρατηρητή.  Ως «ο μόνος επιζών μαζί με το ευρώ από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ», θα έχει σίγουρα ακόμη πολλά να πει.