Της Ανθής Αγγελοπούλου
Ο εντοπισμός των εστιών και των «τρωτών σημείων» σε περιπτώσεις επιδημιών πυρετού Ebola και πυρετού Lassa είναι δυνατή, έπειτα από νέα έρευνα που έγινε από επιστήμονες των Πανεπιστημίων Surrey και Cambridge. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας θα βοηθήσουν τις κυβερνητικές υπηρεσίες και τις οργανώσεις υγείας να αξιολογήσουν την «ευπάθεια» κάθε χώρας σε κρούσματα και να εκπονήσουν νέες στρατηγικές αντιμετώπισής τους με στόχο τη διατήρηση της δημόσιας υγείας.
Η αξιολόγηση της ικανότητας ή ανικανότητας μιας χώρας να αντισταθεί σε κίνδυνο ή να ανταποκριθεί σε περίπτωση καταστροφής είναι θέμα «ευπάθειας» ή αλλιώς «τρωτών σημείων» των καθιερωμένων μοντέλων στον τομέα της κλιματικής αλλαγής και των φυσικών καταστροφών. Ωστόσο, στη διαχείριση των ασθενειών είναι μια σχετικά απροσδιόριστη έννοια.
Για να εκτιμηθούν τα πιθανά τρωτά σημεία των πολιτικών αντιμετώπισης κρίσεων, οι ερευνητές ανέπτυξαν μια νέα μεθοδολογία που παρακολουθεί τον αριθμό των επιζώντων («προσαρμοστική ικανότητα») αντί να επικεντρώνεται στον επιβεβαιωμένο αριθμό ασθενών που έχουν μολυνθεί από τη νόσο (επιπτώσεις). Ένας απλός μαθηματικός τύπος για τον αντίκτυπο της προσαρμοστικής ικανότητας που έχει χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό ενός βαθμού ευπάθειας και, ο οποίος θα βοηθήσει τους διεθνείς φορείς να διαθέσουν πόρους.
Για να ελέγξουν τα μοντέλα τους, οι ερευνητές εξέτασαν τα δεδομένα από τις επιδημίες πυρετού Lassa στη Νιγηρία (2017 – 2018) και τη Σιέρρα Λεόνε (2008-2012) και του Ebola στη Σιέρα Λεόνε (2013 – 2016). Χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα πιο ευάλωτα κράτη δεν είναι αναγκαστικά εκείνα με τον μεγαλύτερο αριθμό επιβεβαιωμένων περιπτώσεων. Για παράδειγμα, η Νιγηρία βρέθηκε ότι είναι η πιο ευάλωτη στον πυρετό Lassa παρά το σχετικά χαμηλό βάρος της νόσου στην περιοχή.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι τα τρωτά σημεία μπορεί να αλλάξουν κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας. Τα τρωτά σημεία της Νιγηρίας μειώθηκαν στην επιδημία πυρετού Lassa σε σύγκριση με αυτά της Σιέρα Λεόνε που αυξήθηκαν μετά το 2010, γεγονός που υποδηλώνει έναν αυξανόμενο αριθμό θανάτων. Ενώ, τα διαθέσιμα δεδομένα υποδεικνύουν ότι υπάρχει μια δυσκολία αντιμετώπισης της νόσου στην περιοχή.
Το επόμενο βήμα είναι να διερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο εξαρτάται η ευαισθησία από τους σχετικούς περιβαλλοντικούς και κοινωνικοοικονομικούς δείκτες, όπως για παράδειγμα οι δαπάνες για την υγεία, οι οποίοι ενδέχεται να προτείνουν πρακτικές προσεγγίσεις για τη μείωση της ευπάθειας.
Ο Δρ Gianni Lo Iacono, Λέκτορας της Βιοστατιστικής και της Επιδημιολογίας στη Σχολή Κτηνιατρικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Surrey επεσήμανε ότι ο αυξανόμενος κίνδυνος των ζωονοσογόνων ασθενειών, όπως ο πυρετός Ebola και ο πυρετός Lassa, οδήγησαν σε μία επείγουσα ανάγκη στο να αναπτυχθούν τεχνικές που θα βοηθήσουν τους επαγγελματίες του τομέα της δημόσιας υγείας να αξιολογήσουν το πόσο ευάλωτοι είναι οι πληθυσμοί σε επιδημίες.
Πρόσφατες επιδημίες του Έμπολα στη Δυτική Αφρική έχουν δείξει τις καταστροφικές και μακροχρόνιες επιπτώσεις που μπορεί να έχει η εμφάνιση ασθενειών στους πληθυσμούς. Αυτό το μοντέλο θα βοηθήσει τις κυβερνητικές υπηρεσίες να εντοπίσουν περιοχές που τις εστίες και να τις αντιμετωπίσουν.
Πηγές:
University of Surrey
https://www.news-medical.net/news/20190604/New-methodology-for-identifying-vulnerabilities-to-outbreaks-of-Ebola-and-Lassa-fever.aspx