Skip to main content

Οι μεταμοσχεύσεις παγκρέατος ασφαλής λύση στη θεραπεία του διαβήτη τύπου 1

Η αλλομεταμόσχευση ή ξενομεταμόσχευση νησιδίων του παγκρέατος αποτελεί σύμφωνα με τον παθολόγο-διαβητολόγο, αναπληρωτή καθηγητή ΑΤΕΙΘ Κυριάκο Καζάκο, την πλέον, ασφαλή θεραπεία για το διαβήτη τύπου 1.

Σύμφωνα με την εισήγηση του καθηγητή με θέμα «Μεταμοσχεύσεις παγκρέατος και νησιδίων στο δρόμο προς τη θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη», στο πλαίσιο του 3ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Εφαρμοσμένης Φαρμακευτικής, που θα γίνει στις 6 και 7 Μαΐου στο ξενοδοχείο «The Met», η αλλομεταμόσχευση ή ξενομεταμόσχευση νησιδίων του παγκρέατος (χρησιμοποίηση ως μοσχεύματος οργάνου που ελήφθη από ζώο), καθώς και η μεταμόσχευση βλαστικών πολυδύναμων κυττάρων, είτε εμβρυικών είτε ενηλίκων, είναι η πλέον ασφαλής οδός προς την οριστική θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 1.

Ταυτόχρονα, όπως συμπληρώνει ο καθηγητής, με σύγχρονες κάψουλες φτιαγμένες από νανοϋλικά, μέσα στις οποίες θα τοποθετούνται και θα προστατεύονται τα προς μεταμόσχευση νησίδια, θα εξασφαλίζεται η μακροχρόνια βιωσιμότητα των μοσχευμάτων χωρίς το πρόβλημα της απόρριψης από τους ασθενείς. Επιπλέον η σύνθεση νέων ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων και η εφαρμογή ειδικών μονοκλωνικών αντισωμάτων έναντι συγκεκριμένων υποδοχέων των Τ-λεμφοκυττάρων θα αυξήσουν τη βιωσιμότητα και τη λειτουργικότητα των μοσχευμάτων.

Σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Καζάκο, τα όργανα του χοίρου θα μπορούσαν δυνητικά να αποτελέσουν μία επιλογή για ξενομεταμόσχευση στον άνθρωπο. Αν και η μεταφορά στον άνθρωπο χοίρειων ενδογενών ρετροϊών (PERV) αποτελεί ένα δυσάρεστο ενδεχόμενο, εν τούτοις η ιστοσυμβατότητα και η απόρριψη των χοίρειων μεταμοσχευθέντων νησιδίων αποτελεί το μείζον πρόβλημα. Στη διαδικασία της απόρριψης φαίνεται ότι συμμετέχει τόσο η κυτταρική όσο και η χημική ανοσία.

Σύμφωνα με τον κ. Καζάκο, η πρώτη σοβαρή προσπάθεια προς τη θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη έγινε με τις μεταμοσχεύσεις του παγκρέατος, πριν από περίπου 50 χρόνια, οι οποίες γίνονται μαζί με μεταμοσχεύσεις νεφρού, στις περιπτώσεις βέβαια που αυτό απαιτείται. Τα αποτελέσματα των μεταμοσχεύσεων είναι ικανοποιητικά και μεγάλο ποσοστό μεταμοσχευθέντων, που υπερβαίνει το 80%, διατηρούν το μόσχευμα βιώσιμο και λειτουργικό και παραμένουν ασυμπτωματικοί και απεξαρτητοποιημένοι από την ινσουλίνη μετά τον πρώτο χρόνο. Όπως τόνισε, οι ταυτόχρονες μεταμοσχεύσεις παγκρέατος και νεφρού παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας.

Σύμφωνα με τον καθηγητή, οι μεταμοσχεύσεις παγκρέατος αποτελούν μείζονες επεμβάσεις με θνητότητα 1%-3% και συνοδεύονται απαραιτήτως από τη χορήγηση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων για τη διατήρηση του μοσχεύματος. Ωστόσο, όπως αναφέρει, τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα αρκετές φορές έχουν σοβαρές παρενέργειες και οι περιορισμοί αυτοί οδήγησαν τους ερευνητές στην ιδέα της μεταμόσχευσης μόνον των νησιδίων του παγκρέατος, δηλαδή της ενδοκρινούς μοίρας του παγκρέατος. 
Η μεταμόσχευση νησιδίων του παγκρέατος είναι ελάχιστα αιματηρή επέμβαση, κατά την οποία απομονώνονται τα νησίδια από έναν, δύο ή και περισσότερους συμβατούς πτωματικούς δότες και στη συνέχεια εμφυτεύονται στο ήπαρ μέσω της πυλαίας φλέβας. Και στην περίπτωση των νησιδίων βέβαια η συνεχής χορήγηση ανοσοκαταστολής είναι απαραίτητη.

Τα τελευταία 30 χρόνια έχουν γίνει αρκετές μεταμοσχεύσεις νησιδίων τόσο στην Αμερική όσο και σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως στην Ελβετία και στη Γαλλία. Στις αρχές του 2000 ο καθηγητής James Sapiro από το Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα του Έντμοντον του Καναδά καθιέρωσε το πρωτόκολλο του Έντμοντον. Δυστυχώς τα αρχικά ενθαρρυντικά αποτελέσματα με την πάροδο των ετών αμβλύνθηκαν. Ενώ το 82% των μεταμοσχευθέντων παρέμειναν ελεύθεροι ινσουλίνης τον πρώτο χρόνο, το ποσοστό αυτό έπεσε στην πενταετία στο 10%. Η περιορισμένη διαθεσιμότητα νησιδίων και οι διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες που δεν καλύπτονται έχουν στρέψει το επιστημονικό ενδιαφέρον και σε άλλες πηγές νησιδίων, όπως είναι τα νησίδια άλλων οργανισμών εκτός από τον άνθρωπο. 

Αναφερόμενος στα βλαστικά κύτταρα, επισημαίνει  ότι η ανακάλυψη μεθόδων απομόνωσης, ανάπτυξης και αναπαραγωγής εμβρυικών βλαστοκυττάρων από το 1998 έδωσε σοβαρές ελπίδες για την οριστική θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη. Θεωρητικά, όπως λέει, τα εμβρυικά βλαστοκύτταρα θα μπορούσαν να διαφοροποιηθούν σε αρκετούς τύπους κυττάρων, ακόμη και σε ινσουλινοπαραγωγά κύτταρα, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο για απόρριψη κατά τη μεταμόσχευσή τους. Παρ’ όλα αυτά οι λόγοι της άδικης ανοσιακής επίθεσης έναντι των β-κυττάρων εξακολουθούν να υφίστανται και το θέμα αυτό επιζητεί λύση.