Το κατά πόσο μπορεί η βαριατρική χειρουργική επέμβαση να βελτιώσει την υπέρταση δεν είχε μελετηθεί επαρκώς. Ωστόσο, μία πρόσφατη μελέτη επιβεβαίωσε αυτό που πρακτικά οι ειδικοί γνωρίζουν εδώ και πολλά χρόνια, δηλαδή ότι η βαριατρική χειρουργική επέμβαση ρυθμίζει την αρτηριακή πίεση. Το θετικό μάλιστα είναι ότι η μελέτη σχεδιάστηκε για να ερευνήσει συγκεκριμένα τις επιδράσεις της βαριατρικής στην υπέρταση και όχι γενικά τις επιπτώσεις της στις συννοσηρότητες της νόσου.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής ερευνητή Carlos Schiavon, MD, του Heart Hospital του Σάο Πάολο, η παράλειψη της υπέρτασης από τις έρευνες ενδεχομένως να σημαίνει ότι από ιατρική άποψη είναι πιο εύκολη από τον διαβήτη. Ωστόσο, η υπέρταση αφορά μεγαλύτερο πληθυσμό και οι επιπτώσεις της είναι χειρότερες. Γι ‘αυτό και ήταν σημαντικό να μελετηθεί.
Συγκεκριμένα, η μελέτη GATEWAY (Gastric Bypass to Treat Obese Patients With Steady Hypertension), παρακολούθησε ασθενείς που είχαν Δείκτη Μάζας Σώματος 30 – 40 kg / m2 και λάμβαναν τουλάχιστον δύο αντιυπερτασικά φάρμακα. Οι μισοί υποβλήθηκαν σε λαπαροσκοπική επέμβαση γαστρικής παράκαμψης Roux-en-Y.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης όλοι οι συμμετέχοντες πήραν φαρμακευτική αγωγή για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης καθώς και συμβουλές από καρδιολόγους και διατροφολόγους για την αλλαγή του τρόπου ζωής τους.
Οι ερευνητές, συγκρίνοντας τους χειρουργημένους ασθενείς με την ομάδα ελέγχου, διαπίστωσαν ότι ένα χρόνο μετά όσοι είχαν υποβληθεί σε βαριατρική επέμβαση ήταν έξι φορές πιο πιθανό να μειώσουν τον αριθμό των φαρμάκων που λάμβαναν για την αρτηριακή πίεση κατά τουλάχιστον ένα τρίτο. Περίπου το 84% των ασθενών ήταν σε θέση να μειώσουν τον αριθμό των αντιυπερτασικών φαρμάκων, αυξάνοντας τις πιθανότητες να παραμείνουν σε θεραπευτική αγωγή. Το 50% μπορούσαν να διατηρήσουν την αρτηριακή πίεση κάτω από 140/90 mm Hg χωρίς κανένα φάρμακο, ενώ το 22% δεν χρειάζονταν κανένα φάρμακο για την επίτευξη συστολικής αρτηριακής πίεσης κάτω από 120 mm Hg. Αντιθέτως, οι ασθενείς στην ομάδα ελέγχου συνέχισαν να χρειάζονται αντιυπερτασιακά φάρμακα και σε κανέναν δεν παρατηρήθηκε βελτίωση. Μάλιστα, οι μισοί από αυτούς χρειάζονταν τουλάχιστον τρία φάρμακα για να διατηρήσουν την αρτηριακή τους πίεση σε χαμηλά επίπεδα.
Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι περισσότεροι από τους ασθενείς μείωσαν τον αριθμό των φαρμάκων που λάμβαναν από τον πρώτο μήνα μετά τη χειρουργική επέμβαση, γεγονός που δείχνει ότι το αποτέλεσμα δεν σχετίζεται άμεσα με την απώλεια βάρους, η οποία συμβαίνει κατά τη διάρκεια του έτους.
Παρόλο που δεν έχουν ακόμα ανακαλύψει το λόγο που η βαριατρική χειρουργική μπορεί να επηρεάσει τόσο γρήγορα την αρτηριακή πίεση, εικάζουν ότι είναι το αποτέλεσμα της αλλαγής στη διατροφή και ιδιαίτερα στη μειωμένη σε αλάτι περιεκτικότητα των τροφών που καταναλώνουν οι ασθενείς ή ενδεχομένως να οφείλεται στις φυσιολογικές αλλαγές που συντελούνται μετά την επέμβαση, όπως η μείωση των φλεγμονωδών πρωτεϊνών.
Παράλληλα, εκτός από την επίδραση στην αρτηριακή πίεση, οι υποβληθέντες στη βαριατρική επέμβαση παρουσίασαν βελτίωση στην περιφέρεια της μέσης τους, στο Δείκτη Μάζας Σώματος, στη γλυκόζη πλάσματος νηστείας και στη γλυκοαιμοσφαιρίνη. Είχαν χαμηλότερα επίπεδα λιποπρωτεϊνης χαμηλής πυκνότητας (LDL) και φλεγμονωδών πρωτεϊνών από ό,τι οι ασθενείς στην ομάδα ελέγχου.
Όπως είπαν, δεδομένου ότι ευρήματα αφορούν μόνο το πρώτο έτος παρακολούθησης θα πρέπει να γίνει μια μακροπρόθεσμη παρακολούθηση για να αξιολογηθεί αν οι χειρουργημένοι ασθενείς θα έχουν μειωμένο κίνδυνο για εμφάνιση εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής προσβολής, ως συνέπεια της μειωμένης αρτηριακής πίεσης.