Skip to main content

Η Αξιολόγηση Τεχνολογιών Υγείας και η αναγκαιότητα  συμμετοχής των ασθενών

Άρθρο της προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Ασθενών, Γονέων, Κηδεμόνων και Φίλων Παιδιών με Ρευματικά Νοσήματα «ΡΕΥΜΑΖΗΝ», Κατερίνας Κουτσογιάννη, αναφορικά με τις διεργασίες θέσπισης και στην Ελλάδα διαδικασιών Αξιολόγησης Τεχνολογικών Υγείας (ΗΤΑ)

Πολύς λόγος γίνεται εδώ και περίπου ένα χρόνο σχετικά με την υιοθέτηση συστήματος HTA όσον αφορά στην αξιολόγηση των φαρμάκων που θα αποζημιώνονται από το ελληνικό κράτος. Παρά την έντονη φιλολογία, πιθανότατα ο όρος «HTA» να παραμένει άγνωστος στην πλειονότητα των Ελλήνων.

Όπως θα επιχειρήσουμε να αποδείξουμε στη συνέχεια, ο όρος «HTA» (Health Technology Assessment), ο οποίος στα Ελληνικά αποδίδεται ως «Αξιολόγηση Τεχνολογιών Υγείας» είναι αναγκαίο να γίνει ευρέως γνωστός και να καθιερωθεί στη συνείδηση των πολιτών, καθώς αφορά άμεσα την παγκόσμια κοινότητα των ασθενών, των οικογενειών και των φροντιστών τους, αλλά και κάθε ενεργό πολίτη. Κατά συνέπεια, τόσο η ανάγκη δημιουργίας οργανισμού HTA στην Ελλάδα όσο και η οργανική ένταξη των εκπροσώπων ασθενών σε αυτόν, πρέπει να αναδειχθούν ως ζητήματα κρίσιμης σημασίας για τη βελτίωση των υπηρεσιών υγείας στη χώρα μας.

Ξεκινώντας, παραθέτουμε τον ορισμό της HTA, όπως αυτός αναλύεται από τον οργανισμό HTAi (Health Technology Assessment International): «ΗΤΑ είναι μια μορφή επιστημονικής έρευνας που εξετάζει τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες που προκύπτουν από τη χρήση μιας ιατρικής τεχνολογίας. Πρόκειται για μια διεπιστημονική διαδικασία που συγκεντρώνει πληροφορίες σχετικά με τα ιατρικά, κοινωνικά, οικονομικά και δεοντολογικά ζητήματα που σχετίζονται με τη χρήση μιας ιατρικής τεχνολογίας και η οποία πραγματοποιείται με έναν συστηματικό, διαφανή, αμερόληπτο και στηριγμένο σε επιχειρήματα, τρόπο. Όταν υπάρχει έλλειψη δεδομένων για κάποιο θέμα, η ΗΤΑ μπορεί να χρησιμοποιηθεί ώστε να ερευνήσει και να δημιουργήσει την κατάλληλη πληροφόρηση. Η ΗΤΑ δεν αφορά μόνο τις χώρες της Ευρώπης. Χρησιμοποιείται από παρόχους υγειονομικής περίθαλψης σε όλο τον κόσμο και η χρήση της όλο και αυξάνεται.»

Για να γίνει πιο κατανοητός ο παραπάνω ορισμός, μπορούμε να αποσαφηνίσουμε αφενός πως η ιατρική τεχνολογία συνίσταται εν γένει σε κάθε τεχνικό μέσο το οποίο χρησιμοποιείται για την παροχή υπηρεσιών υγείας, ενώ η αξιολόγησή της έγκειται στη διαδικασία μέσω της οποίας γίνεται έλεγχος και λαμβάνονται αποφάσεις όσον αφορά στη χρήση και την τιμολόγηση των εν λόγω μέσων. Για παράδειγμα, στην κατηγορία της ιατρικής τεχνολογίας εντάσσονται  τα διαγνωστικά και τα θεραπευτικά μηχανήματα (λ.χ. μηχανήματα αξονικής τομογραφίας και ακτινογραφίας, υπέρηχοι κ.ά.), τα φάρμακα, αλλά και μέσα προληπτικής ιατρικής (π.χ. εμβόλια), καθώς και φυσικής αποκατάστασης (π.χ. τα απαραίτητα μηχανήματα για την ολοκλήρωση μιας φυσικοθεραπείας). Το δεύτερο σκέλος αφορά στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σχετικά με τον αριθμό, το είδος και το κόστος των μηχανημάτων, των εργαλείων και των φαρμάκων που θα εισαχθούν στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας. Παράλληλα, λαμβάνονται υπ όψη όλα τα θέματα, κοινωνικά, ηθικά και άλλα που μπορεί να σχετίζονται με τη χρήση μιας τεχνολογίας υγείας.

Απ’ όλα τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι μόνο η παρουσία αλλά και η ουσιαστική συμπερίληψη της άποψης των ασθενών κατά τη διαδικασία αξιολόγησης είναι απαραίτητη. Διότι, πώς είναι δυνατόν να εξαιρεθεί από την HTA η πολύτιμη οπτική των ανθρώπων που έρχονται σε επαφή με την ιατρική τεχνολογία, αποκομίζουν τα οφέλη της, αλλά υφίστανται και τις συνέπειες όταν είναι ανεπερκής;  Οι ασθενείς, μέσα από τα όργανα εκπροσώπησής τους, που δεν είναι άλλα από τους συλλόγους ασθενών, έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν στις επιτροπές αξιολόγησης  πολύτιμα στοιχεία, τα οποία δεν είναι σε θεωρητικό επίπεδο αλλά προέρχονται από την εμπειρία τους κατά την πολύχρονη «θητεία» τους στο πεδίο του εκάστοτε νοσήματος. Η πραγματική εμπειρία της καθημερινότητας των ασθενών αποτελεί αναμφίβολα έναν εξαιρετικά σημαντικό και αναντικατάστατο κρουνό πληροφόρησης για τους αρμόδιους φορείς και ασφαλώς πρέπει να εισακούγεται πριν από την λήψη κάθε απόφασης που έχει αντίκτυπο στη δική τους υγεία, αφού παρέχει ακριβή και απαραίτητα στοιχεία. Άλλωστε, ο ίδιος ο ασθενοκεντρικός χαρακτήρας της HTA είναι αυτός που επιτάσσει την ενεργή συμμετοχή των ασθενών, ειδάλλως οδηγούμαστε σε μία άνυδρη, τεχνοκρατική αντίληψη των τεχνολογιών υγείας, από την οποία απουσιάζει ο ίδιος ο στόχος για τον οποίο δημιουργήθηκε, δηλαδή το ανθρώπινο υποκείμενο που έχει την ανάγκη της.

Τα αποδεικτικά στοιχεία που παρέχουν οι ασθενείς και οι φροντιστές τους  βρίσκονται στον πραγματικό κόσμο. Κανείς δεν ξέρει καλύτερα πως είναι να ζεις  με μια ασθένεια καθημερινά, από τους ασθενείς, τις οικογένειά τους και τους ανθρώπους που τους φροντίζουν. Αυτή την μοναδική οπτική και  αντίληψη μόνο οι ασθενείς και οι οργανώσεις ασθενών μπορούν να παρέχουν με τον καλύτερο τρόπο στη διαδικασία αξιολόγησης. Οι ασθενείς και οι φροντιστές τους αντιλαμβάνονται και μπορούν να περιγράψουν με ακρίβεια τα πραγματικά οφέλη που προσφέρει μια θεραπεία καθώς και την πραγματική διάσταση των τυχών ανεπιθύμητων παρενεργειών της.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να διευρύνουμε την οπτική μας, ώστε να δούμε τη γενική εικόνα, δηλαδή την παρουσία και λειτουργία των ΗΤΑ στην Ευρώπη. Είναι οργανισμοί με κοινό πυρήνα μεν, αλλά διαφορετικά χαρακτηριστικά, καθώς η πολιτική υγείας κάθε ευρωπαϊκού κράτους διαφοροποιείται ως προς τους επιμέρους στόχους και τα κριτήρια αξιολόγησης. Αν και παρατηρείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο μία προσπάθεια σύγκλισης και άμβλυνσης των διαφορών, οι διαφορετικοί χαρακτήρες των κρατών συνήθως οδηγούν στην υιοθέτηση ενός από τα δύο ακόλουθα βασικά μοντέλα: 1) Cost effectiveness based: σε αυτή την κατηγορία πρωτεύοντα ρόλο παίζει η οικονομική αξιολόγηση, η οποία θεωρείται το βασικό κριτήριο για την λήψη αποφάσεων σχετικά με τον καταμερισμό των πόρων στον τομέα της υγείας.  2) Health Outcomes based: Σε αυτή την κατηγορία περισσότερη σημασία για τη λήψη αποφάσεων έχουν τα αποτελέσματα υγείας, όπως καταγράφονται από τις κλινικές μελέτες αλλά και από την κλινική πράξη. Η επισήμανση αυτών των δύο κατηγοριών δε σημαίνει βέβαια πως κάθε κράτος επιλέγει αποκλειστικά μία από τις δύο πρακτικές αξιολόγησης, αλλά ότι συνήθως κατά την ιεράρχηση των κριτηρίων του ενισχύεται είτε η μία είτε η άλλη προσέγγιση.

Θα ήταν λάθος να πιστέψει κανείς ότι για την περίπτωση της Ελλάδας θα αρκούσε μία πιστή αντιγραφή ενός ξένου συστήματος. Τα χαρακτηριστικά κάθε χώρας, από τον πληθυσμό και την επιδημιολογία μέχρι τις ισχύουσες υποδομές, τις ανάγκες και τις πηγές χρηματοδότησης υγείας, παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές, άρα είναι απαραίτητο να λαμβάνεται υπόψη ο ξεχωριστός χαρακτήρας κάθε περίπτωσης. Σίγουρα χρειάζεται χρόνος, ώστε ένα άγνωστο μέχρι πρότινος σύστημα να γίνει κατανοητό, να αναλυθεί και να προσαρμοστεί στις ιδιαιτερότητες της Ελλάδας όπως είναι σήμερα. Ωστόσο, αποτελεί αδήριτη αναγκαιότητα η στροφή της χώρας μας σε αυτό το μοντέλο διοίκησης, το οποίο θα διευκολύνει καταλυτικά την ανάπτυξη ασθενοκεντρικών πολιτικών υγείας και τη ρύθμιση της βέλτιστης σχέσης ποιότητας/τιμής, ειδικά τώρα, σε μια εποχή που η χώρα μας μαστίζεται από την οικονομική κρίση και ως εκ τούτου απαιτείται λελογισμένη και αποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων οικονομικών πόρων της.

Θεωρώντας δεδομένο το αυτοδιοίκητο και ανεξάρτητο ενός οργανισμού ΗΤΑ και λαμβάνοντας υπ’όψιν τόσο τα αποτελέσματα των υπόλοιπων ευρωπαϊκών κρατών όσο και τις ανάγκες μεταρρύθμισης, βελτιστοποίησης και εξορθολογισμού του εγχώριου συστήματος υγείας, κρίνουμε ότι η θεσμοθέτηση Επιτροπής Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας (ΗΤΑ)  πρέπει να νοηθεί ως ζήτημα προτεραιότητας στον τομέα της Πολιτικής Υγείας από τους ιθύνοντες, οι οποίοι επιπλέον οφείλουν να προβλέψουν και να συμπεριλάβουν τη συμμετοχή των συλλόγων ασθενών, ώστε να εξασφαλιστεί η διαφανής δίκαια  και προσαρμοσμένη στις πραγματικές ανάγκες των ασθενών λειτουργία της Επιτροπής.