Skip to main content

Το 35% των Ελλήνων έχει σπίτι του ένα αντιβιοτικό για ώρα ανάγκης

Σε δημοσκόπηση που έγινε μέσα στο Νοέμβριο του τρέχοντος έτους από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. με την συμβολή της Kapa Research, διαπιστώθηκε ότι ένας στους δυο ενήλικες άνω των 18 ετών έχει πάρει κάποιο αντιβιοτικό τον τελευταίο χρόνο. Το ποσοστό αυτό παραμένει σταθερό τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τις συγκριτικές μελέτες.

Οι κυριότερες αιτίες λήψης αντιβιοτικού είναι σταθερά οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, κυρίως ο πυρετός, ο πονόλαιμος, η ιγμορίτιδα και η παρουσία ακροαστικών. Το ποσοστό των παιδιών κάτω των 18 που πήρε αντιβιοτικά τον τελευταίο χρόνο, όπως δηλώνεται από την οικογένειά τους, είναι 72,4% (3 στα 4 παιδιά) και είναι αυξημένο σε σχέση με πέρυσι (60%)

Επιπροσθέτως, η έρευνα έδειξε ότι ένας στους τέσσερις που πήρε αντιβιοτικό τo 2014 το πήρε χωρίς ιατρική συνταγή, είτε αγοράζοντάς το είτε έχοντας στο σπίτι από πριν. Το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 19% το 2015, ελάττωση που είναι στατιστικά σημαντική και οφείλεται στη μείωση της αγοράς αντιβιοτικού χωρίς συνταγή (OTC).  Το δε ποσοστό ατόμων που το 2014 προσκόμιζε συνταγή στο φαρμακοποιό εκ των υστέρων έφτανε το 6%, ενώ για το 2015 αυξήθηκε στο 9,2% . Συγχρόνως, 35% των ερωτηθέντων έχει στο σπίτι ανά πάσα στιγμή αντιβιοτικό για ώρα ανάγκης. Οι αριθμοί αυτοί είναι σταθεροί σε σχέση με το 2013 και το 2014.

Το ενθαρρυντικό είναι ότι το ποσοστό45%των νέων, που το 2013 και 2014 δήλωνε ότι δε θα πάρει αντιβιοτικά στο επόμενο επεισόδιο κρυολογήματος ή γρίπης μειώνεται τελικά στο 39% για το 2015. Αυτό σύμφωνα με τους ειδικούς πιθανότατα συσχετίζεται με την καταγραφείσα αύξηση της συνταγογραφούμενης χρήσης αντιβιοτικών.

Η μικροβιακή αντοχή στα αντιβιοτικά είναι από τις σημαντικότερες απειλές για τη δημόσια υγεία, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO), το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) και το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC).

Η χώρα μας δυστυχώς, συγκαταλέγεται σε αυτές με τα υψηλότερα επίπεδα μικροβιακής αντοχής κυρίως στο νοσοκομειακό χώρο και για συγκεκριμένα είδη μικροβίων, όπως είναι τα ανθεκτικά στις καρβαπενέμες Gram αρνητικά παθογόνα. Η μη ορθή και ανεύθυνη χρήση των αντιβιοτικών δημιουργεί όλες εκείνες τις συνθήκες για την περαιτέρω ανάπτυξη της αντοχής των μικροβίων στα ήδη περιορισμένα αντιβιοτικά που διαθέτουμε για τη θεραπεία σοβαρών λοιμώξεων που προκαλούνται από αυτά. Όσον αφορά την  κοινότητα, τα κυριότερα παθογόνα, η αντοχή των οποίων στα βασικά αντιβιοτικά είναι σημαντική, αποτελούν ο Πνευμονιόκοκκος και το Κολοβακτηρίδιο. Βασικές κατηγορίες αντιβιοτικών,  όπως η πενικιλλίνη και οι μακρολίδες,  λόγω της σημαντικής αντοχής δεν επιτρέπουν τη χρήση των φαρμάκων αυτών ως μονοθεραπεία σε σοβαρές λοιμώξεις όπως είναι η πνευμονία της κοινότητας. Για την E.coli συγκριτικά στοιχεία πολυκεντρικής μελέτης αναδεικνύουν από το 2005 έως το 2012 σημαντική αύξηση της αντοχής στις κινολόνες, για στελέχη που προκαλούν ανεπίπλεκτη κυστίτιδα, καθώς και για το σύνολο των στελεχών που απομονώθηκαν από ασθενείς με ουρολοίμωξη κοινότητας.

Η Ελλάδα επίσης, είναι από τις λίγες χώρες που εμφανίζει πτωτική τάση στην κατανάλωση των αντιβιοτικών στην κοινότητα τα τελευταία πέντε έτη, τη στιγμή που η μέση κατανάλωση στην  Ευρώπη το αντίστοιχο χρονικό διάστημα έχει αυξηθεί σημαντικά. Παρόλα συνεχίζει να παραμένει πρώτη στην κατανάλωση των αντιβιοτικών στην κοινότητα ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα περισσότερα φάρμακα πρώτης επιλογής εδώ και αρκετά χρόνια είχαν αντικατασταθεί από πιο προωθημένα αντιβιοτικά κυρίως για τις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, καθώς και για τις λοιμώξεις του κατώτερου ουροποιητικού που αποτελούν τις συχνότερες λοιμώξεις στην κοινότητα. Το αισιόδοξο μήνυμα είναι ότι αρχίζουν να αυξάνονται πάλι οι καταναλώσεις κάποιων εξ’ αυτών  των αντιβιοτικών που αναδεικνύει μία ποιοτική βελτίωση της συνταγογράφησης. Όσον αφορά τη νοσοκομειακή κατανάλωση η χώρα μας βρίσκεται στη 10η θέση ανάμεσα στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, αλλά στην πρώτη θέση στην κατανάλωση των προωθημένων αντιβιοτικών που αποτελούν τις τελευταίες θεραπευτικές επιλογές για την αντιμετώπιση σοβαρών λοιμώξεων από πολυανθεκτικά βακτήρια.