Τα εμφυτεύματα μνήμης, οι γνωστοί μας νευροδιεγέρτες που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση σοβαρών ασθενειών όπως είναι η νόσος του Πάρκινσον, θα μπορούν όχι μόνο να κλέψουν τις αναμνήσεις μας αλλά και να τις αλλάξουν ή και να τις ελέγξουν, σύμφωνα με νέα έρευνα που διεξήχθη από τους ερευνητές της Kaspersky Lab και της Ομάδας Λειτουργικής Νευροχειρουργικής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και η οποία παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο Kaspersky Next στη Βαρκελώνη.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι επιστήμονες κατάφεραν να συνδυάσουν την πρακτική και θεωρητική ανάλυση με σκοπό να διερευνήσουν τα τρέχοντα τρωτά σημεία των εμφυτευμένων συσκευών οι οποίες χρησιμοποιούνται για βαθιά εγκεφαλική διέγερση και είναι γνωστές ως εμφυτεύσιμες γεννήτριες παλμών (IPG) ή νευροδιεγέρτες. Οι συσκευές αυτές στέλνουν ηλεκτρικούς παλμούς σε συγκεκριμένα σημεία του εγκέφαλου για τη θεραπεία διαταραχών όπως η νόσος Parkinson, τον ιδιοπαθή τρόμο, την καταθλιπτική διαταραχή και την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή.
Συνοδεύονται με λογισμικό διαχείρισης το οποίο είναι εγκατεστημένο σε tablet και smartphones, τόσο για τους κλινικούς ιατρούς όσο και για τους ασθενείς και η σύνδεση γίνεται μέσω Bluetooth.
Ωστόσο, οι ερευνητές βρήκαν τα «τρωτά σημεία» που θα μπορούσαν να επιφέρουν σημαντικές απειλές στα άτομα που χρησιμοποιούν τα εμφυτεύματα αυτά.
Για παράδειγμα οι ερευνητές εντόπισαν μια σοβαρή ευπάθεια και πολλές ανησυχητικές λανθασμένες διαμορφώσεις σε μια πλατφόρμα ηλεκτρονικής διαχείρισης δημοφιλή στους κύκλους των χειρουργικών ομάδων, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν έναν εισβολέα σε ευαίσθητα δεδομένα και διαδικασίες θεραπείας.
Επίσης, διαπίστωσαν ότι η επισφαλής ή μη κρυπτογραφημένη μεταφορά δεδομένων μεταξύ του εμφυτεύματος, του λογισμικού και τυχόν συνδεδεμένων δικτύων θα μπορούσε να επιτρέψει την κακόβουλη παρέμβαση στο εμφύτευμα ενός ασθενούς ή ακόμη και την παρέμβαση σε ολόκληρες ομάδες ασθενών με εμφυτεύματα που συνδέονται στην ίδια υποδομή. Η χειραγώγηση των εμφυτευμάτων μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές που προκαλούν πόνο, παράλυση ή κλοπή ιδιωτικών και εμπιστευτικών προσωπικών δεδομένων.
Ενώ, υπάρχουν περιορισμοί στο σχεδιασμό τους καθώς υπερισχύει η υγεία των ασθενών έναντι της ασφάλειας. Για παράδειγμα, ένα ιατρικό εμφύτευμα πρέπει να ελέγχεται από ιατρούς σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ακόμη και όταν ένας ασθενής εισάγεται σε νοσοκομείο μακριά από τον τόπο διαμονής του. Αυτό αποκλείει τη χρήση οποιουδήποτε κωδικού πρόσβασης που δεν είναι ευρέως γνωστός στους κλινικούς ιατρούς. Αυτό σημαίνει ότι, από προεπιλογή, τέτοια εμφυτεύματα πρέπει να είναι εφοδιασμένα με λογισμικό «backdoor».
Τέλος, επισφαλής είναι και η συμπεριφορά του ιατρικού προσωπικού καθώς, προγράμματα με κρίσιμο για τον ασθενή λογισμικό βρέθηκαν να παραμένουν με προεπιλεγμένους κωδικούς πρόσβασης ελάχιστης ασφάλειας, και να χρησιμοποιούνται για περιήγηση στο διαδίκτυο ή με εγκατεστημένες πρόσθετες εφαρμογές.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι τις επόμενες δεκαετίες οι πιο προηγμένοι νευροδιεγέρτες και η πιο βαθιά κατανόηση για το πώς ο ανθρώπινος εγκέφαλος σχηματίζει και αποθηκεύει μνήμες, θα επιταχύνει την ανάπτυξη και τη χρήση τέτοιων τεχνολογιών και θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για κυβερνοεπιθέσεις. Ενώ, μέσα στα επόμενα 5 έτη θα είναι σε θέση να καταγράφουν ηλεκτρονικά τα σήματα του εγκεφάλου που δημιουργούν τις μνήμες και στη συνέχεια να τα ενισχύσουν ή και να τα ξαναγράψουν προτού τα επανατοποθετήσουν στον εγκέφαλο. Σε μια δεκαετία από τώρα, τα πρώτα εμφυτεύματα που ενισχύουν τη μνήμη θα μπορούσαν να εμφανιστούν στην αγορά – και, μέσα σε 20 περίπου χρόνια, η τεχνολογία θα μπορούσε να προχωρήσει αρκετά ώστε να επιτρέψει τον εκτεταμένο έλεγχο των αναμνήσεων.
Οι απειλές που μπορεί να προκύψουν από αυτό, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα είναι σημαντικές καθώς θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τη μαζική χειραγώγηση ομάδων μέσω εμφυτευμένων ή διαγραμμένων αναμνήσεων πολιτικών γεγονότων ή συγκρούσεων. ενώ οι «επαναπροσδιορισμένες» ψηφιακές απειλές θα μπορούσαν να στοχεύσουν νέες ευκαιρίες ψηφιακής κατασκοπείας ή την κλοπή, τη διαγραφή ή το «κλείδωμα» αναμνήσεων (για παράδειγμα, σε αντάλλαγμα για λύτρα).
Η Laurie Pycroft, διδακτορική ερευνητής στην Ομάδα Λειτουργικής Νευροχειρουργικής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, επεσήμανε ότι είναι απαραίτητη η συνεργασία όλων των εμπλεκομένων για την κατανόηση και την αντιμετώπιση των αναδυόμενων κινδύνων και των τρωτών σημείων.