Skip to main content

Με κατασχέσεις σε χέρια τρίτων πιέζει η εφορία τους οφειλέτες

Ανοίγει ο δρόμος με σχετική απόφαση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους

Το «όπλο» των κατασχέσεων εις χείρας τρίτων ενεργοποιεί ο εισπρακτικός μηχανισμός, προκειμένου να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στους οφειλέτες του Δημοσίου, αλλά και να μειωθούν τα ληξιπρόθεσμα χρέη που «ίπτανται» πάνω από τα 105 δισ. ευρώ.

Το δημόσιο, με βάση τις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, για την ικανοποίηση των απαιτήσεών του κατά οφειλέτη του μπορεί να κατάσχει στα χέρια τρίτου το ποσό που αυτός οφείλει στον οφειλέτη του Δημοσίου.

Αντικείμενο, μάλιστα, της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου μπορεί να είναι και μέλλουσα απαίτηση, με την απαραίτητη όμως προϋπόθεση ότι κατά τον χρόνο επιβολής της κατάσχεσης αυτής είναι υπαρκτή η έννομη σχέση από την οποία, ως δικαιοπαραγωγική αιτία, απορρέει η απαίτηση, αρκεί αυτή να μπορεί να προσδιοριστεί κατ’ είδος και οφειλέτη.

Στο πλαίσιο αυτό, όπως υπογραμμίζεται και σε σχετική απόφαση (υπ’ αριθμ. ΝΣΚ 112/30.11.2023) του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η γενόμενη με την κοινοποίηση του κατασχετηρίου εγγράφου στον τρίτο κατάσχεση απαίτησης οφειλέτη του Δημοσίου εις χείρας τούτου συνεπάγεται την άμεση, αναγκαστική εκ του νόμου, εκχώρησή της στο Δημόσιο, το οποίο καθίσταται εκδοχέας αυτής, ενώ ο τρίτος λογίζεται πλέον οφειλέτης του Δημοσίου.

Επισημαίνεται ότι η αυτοδίκαιη και αναγκαστική αυτή εκχώρηση στο Δημόσιο, σε αντίθεση με την κοινή κατάσχεση όπου απαιτείται εμπρόθεσμη υποβολή καταφατικής δήλωσης από τον τρίτο και πάροδος της προβλεπόμενης προθεσμίας άσκησης ανακοπής, επέρχεται από μόνη την επιβολή της κατάσχεσης που συμπίπτει χρονικώς με την επίδοση στον τρίτο του κατασχετηρίου εγγράφου. Από την πλευρά του εάν ο τρίτος ισχυρίζεται ότι δεν οφείλει ή αρνείται να καταβάλει την κατασχεθείσα χρηματική απαίτηση στο Δημόσιο, έχει υποχρέωση να προβεί σε αρνητική δήλωση εντός οκτώ ημερών από την επίδοση του κατασχετηρίου. Κατά της αρνητικής αυτής δηλώσεως η αρμόδια αρχή έχει δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή εντός μηνός από της κοινοποιήσεως της δηλώσεως.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο φοροελεγκτικός μηχανισμός έχει ήδη λάβει εντολές όπως εντατικοποιήσει τους ελέγχους στους μεγαλοοφειλέτες από τις αρχές του 2024, ενώ προς την κατεύθυνση αυτή σημαντική θα είναι η συμβολή και των δύο νέων εισπρακτικών κέντρων (ΚΕΒΕΙΣ), εκ των οποίων της Αττικής λειτουργεί ήδη, ενώ αυτό της Θεσσαλονίκης ξεκινά το έργο του εντός του Ιανουαρίου 2024. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι έργο, μεταξύ άλλων, των ΚΕΒΕΙΣ είναι η καταγραφή των μεγάλων οφειλετών και των περιουσιακών στοιχείων που διαθέτουν και εν συνεχεία, εφόσον εξακολουθούν να μην εξοφλούν ή ρυθμίζουν τα χρέη τους, να προχωρούν με ταχύτατες διαδικασίες σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς. Ειδικότερα, οι αρμοδιότητες των εν λόγω κέντρων είναι:

  1. Επιβολή αναγκαστικών, διασφαλιστικών και λοιπών μέτρων από το Δημόσιο για την αποπληρωμή των κόκκινων χρεών.
  2. Έλεγχος, επαλήθευση και διασταύρωση στοιχείων φορολογουμένων.
  3. Κατηγοριοποίηση των οφειλετών με βάση το ύψος της οφειλής και εντοπισμός ανά γεωγραφική περιοχή με τη χρήση νέων ψηφιακών εργαλείων με στίγμα για τα φυσικά πρόσωπα και τους επαγγελματίες που αλλάζουν συχνά διεύθυνση κατοικίας, εργασίας ή επαγγελματική δραστηριότητα, με αποτέλεσμα ο «φάκελός» τους να μεταφέρεται από ΔΟΥ σε ΔΟΥ.
  4. Αυτόματη παρακολούθηση για την πορεία και την εξέλιξη της κόκκινης οφειλής.

Μεγαλοοφειλέτες

Το «κυνήγι» των μεγαλοοφειλετών του Δημοσίου άλλωστε αποτελεί ακόμη μια μεγάλη «ανοιχτή πληγή» για το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, για την οποία γιατρειά, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν έχει βρει, αφού είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση και τα τελευταία επίσημα στοιχεία η κατηγορία οφειλής άνω του 1 εκατ. ευρώ και ειδικότερα στο εύρος μεταξύ 1 εκατ. και 100 εκατ. ευρώ καταγράφει κάθε μήνα αύξηση.

Εξάλλου, με βάση τα ίδια τελευταία στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, μόλις το 0,2% των οφειλετών, δηλαδή περίπου 8.000 άτομα επί συνόλου 3.984.904, χρωστά στην εφορία το 77,7% από τα 78,8 δισ. ληξιπρόθεσμων χρεών που μπορούν να εισπραχθούν, ή συνολικά 61,2 δισ.

Στο εν λόγω «έργο» σημαντικός εξακολουθεί να είναι και ο ρόλος των νομικών προσώπων στη συγκεκριμένη κατηγορία οφειλής, καθώς συμμετέχουν στις οφειλές κατά 68,8%, με το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπό τους να αγγίζει στο τέλος του Ιουλίου τα 56,1 δισ. Αντίστοιχα, δε, το πλήθος των νομικών προσώπων που οφείλουν πάνω από 1 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκε στα 5.552, καθώς αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 145 νομικά πρόσωπα. Αντίθετα, οι οφειλές κάτω του 1 εκατ. ευρώ προέρχονται σε μεγάλο βαθμό (κατά 64,3%) από φυσικά πρόσωπα, ενώ η συμμετοχή των φυσικών προσώπων στο ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο είναι ακόμα υψηλότερη σε χαμηλότερες κατηγορίες οφειλής (ενδεικτικά αγγίζει το 88,5% για οφειλές μικρότερες των 10.000 ευρώ).

Αντίστοιχα, το πλήθος των φυσικών προσώπων που οφείλουν λιγότερα από 1 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκε στο τέλος του Ιουλίου του 2023 στα 3.509.966 άτομα, αποτελώντας το 88% του συνόλου των οφειλετών αυτής της κατηγορίας οφειλής. Διάρθρωση οφειλών Πάντως, από την ποιοτική διάρθρωση του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου προκύπτει ότι μόνο το 59% αυτού, που αντιστοιχεί σε 46,5 δισ., πηγάζει από φορολογικές οφειλές (άμεσοι και έμμεσοι φόροι, φόροι στην περιουσία, ΦΠΑ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης κ.τ.λ.).

Το υπόλοιπο των πραγματικών ληξιπρόθεσμων οφειλών προέρχεται από άλλες κατηγορίες οφειλής, οι οποίες παρουσιάζουν χαμηλό ποσοστό είσπραξης. Σε αυτές περιλαμβάνονται τα πρόστιμα (φορολογικά και μη φορολογικά) τα οποία αποτελούν το 30,8% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, καθώς αγγίζουν τα 24,2 δισ. και οι μη φορολογικές οφειλές (δάνεια, δικαστικά έξοδα, καταλογισμοί κ.τ.λ.) οι οποίες αποτελούν το 10,3% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 8,1 δισ. ευρώ.