Skip to main content

Πιστώσεις σε επιχειρήσεις μόνο με επενδυτική βαθμίδα

Δεκαοκτώ αμερικανικές εταιρείες από τον χώρο των blue chips βγήκαν στην αγορά εταιρικού χρέους την προηγούμενη εβδομάδα

Οι ανησυχίες για την ευρωστία των τραπεζικών συστημάτων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού έχουν αυξήσει τη μεταβλητότητα στις αγορές, ενώ ο τελευταίος νέος γύρος επιτοκιακών αυξήσεων από τις κεντρικές τράπεζες έχει δημιουργήσει «δύο ταχύτητες» στην αγορά εταιρικών ομολόγων.

Από τη μία, οι επιχειρήσεις με επενδυτική βαθμίδα εξακολουθούν να βρίσκουν λόγους για να έχουν πρόσβαση σε πιστώσεις, αν και με υψηλότερο κόστος. Από την άλλη, οι εταιρείες χαμηλής αξιολόγησης βλέπουν πλέον το χρέος τους να χάνει την ελκυστικότητά του.

Δεκαοκτώ αμερικανικές εταιρείες από τον χώρο των blue chips βγήκαν στην αγορά εταιρικού χρέους την προηγούμενη εβδομάδα έπειτα από μια διακοπή έξι ημερών προκειμένου να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις στις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ. Έως τα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας, εταιρείες, από τη UnitedHealth Group έως τη Marriott International, άντλησαν 21 δισ. δολάρια από την αγορά ομολόγων, όπου όμως οι νέες εκδόσεις είχαν παγώσει από τις αρχές Μαρτίου, με αποτέλεσμα οι εκδόσεις χρέους να αποτιμώνται μόλις στα 4,15 δισ. δολάρια για ολόκληρο τον Μάρτιο. Πρόκειται για τον χαμηλότερο όγκο από το 2020.

Αυτό έχει να κάνει με τις υψηλές αποδόσεις που ζητούσαν οι επενδυτές προκειμένου να αγοράσουν τα εταιρικά ομόλογα. Το επιπλέον premium για το χρέος υψηλού ρίσκου αυξήθηκε ραγδαία την προηγούμενη εβδομάδα, σε υψηλό πενταμήνου, ξεπερνώντας κατά 3,67% το αντίστοιχο για το εταιρικό χρέος στην επενδυτική βαθμίδα, σύμφωνα με τον δείκτη του Bloomberg.

Οι οικονομικοί διευθυντές των επιχειρήσεων έχουν πάντως προετοιμαστεί για μια παρατεταμένη περίοδο περιορισμένης πρόσβασης στην αγορά ομολόγων όσον αφορά την αμερικανική αγορά. Γνωρίζουν επίσης ότι θα χρειαστεί χρόνος έως ότου να υπάρξει νέο κύμα εκδόσεων στην αγορά εταιρικών ομολόγων υψηλής επενδυτικής διαβάθμισης, όπως αναφέρει ο Έλις Φίφερ, γενικός διευθυντής της Raymond James για τις αγορές σταθερού εισοδήματος. «Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης θα χρειαστεί χρόνο» σημειώνει, αναγνωρίζοντας ότι η επικείμενη περίοδος εταιρικών αποτελεσμάτων μπορεί να επιβραδύνει ακόμη περισσότερο τις νέες ομολογιακές εκδόσεις.