Skip to main content

Γ. Στουρνάρας: Πώς μπορούν τράπεζες, ασφαλιστικές να βοηθήσουν στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής

Την κλιματική αλλαγή προσδιόρισε ως μία από τις κορυφαίες προκλήσεις, που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες σήμερα ο Γιάννης Στουρνάρας, μαζί με την ανεργία και τη γήρανση του πληθυσμού. Σε ομιλία του για τη βιώσιμη ανάπτυξη στο Third Sustainability Summit for the South-East Europe and the Mediterranean του Economist, που λαμβάνει χώρα στο Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε ότι αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις αυτές μέσα από μοντέλα βιώσιμης ανάπτυξης μπορούμε να προσαρμοστούμε στην πολυπλοκότητα της σημερινής συνθήκης και να προετοιμαστούμε καλύτερα για το μέλλον.

Σε αυτό το πλαίσιο, όπως είπε, μια κυκλική οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα είναι αναγκαία συνθήκη για την προάσπιση του φυσικού μας κεφαλαίου. «Η καθαρή ενέργεια, η αποδοτική χρήση των πόρων, η επαναχρησιμοποίηση και η ελαχιστοποίηση της σπατάλης είναι αναγκαστικές και επείγουσες επιλογές, με θετική επίδραση στην παραγωγή, την απασχόληση, το κλίμα, τη φύση, τους φυσικούς πόρους και την κοινωνική ευημερία» τόνισε.

Το σημαντικότερο που μπορούμε σήμερα να κάνουμε είναι να εκπαιδεύσουμε τους νέους ανέφερε ο κ. Στουρνάρας, προσθέτοντας ότι η κλιματική παιδεία έχει ζωτική σημασία στο πλαίσιο της παγκόσμιας προσπάθειας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, διότι βοηθά τους νέους να κατανοήσουν τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη και παράλληλα τους εμπνέει να προσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους και γίνουν φορείς της αλλαγής που χρειάζεται, ενώ περιορίζει τα περιθώρια αμφισβητήσεων σχετικά με αυτό το σοβαρό θέμα. 

Η Τράπεζα της Ελλάδος είναι από τις πρώτες, αν όχι η πρώτη κεντρική τράπεζα που ασχολήθηκε και ασχολείται συστηματικά με το θέμα της κλιματικής αλλαγής. Το 2009 σύστησε την Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ), θύμισε ο κ. Στουρνάρας. 

Στην προσπάθεια να επιτευχθεί οικονομική ανάπτυξη σε ισορροπία με την προστασία του περιβάλλοντος και την κοινωνική ευημερία, ο ρόλος του χρηματοπιστωτικού συστήματος (τράπεζες και άλλα ιδρύματα, όπως ασφαλιστικές επιχειρήσεις, επιχειρήσεις επενδύσεων, κ.ά.) πρέπει να είναι καταλυτικός.

Όπως είπε ο κεντρικός τραπεζίτης «ο τραπεζικός τομέας μπορεί και πρέπει να ηγηθεί της προσπάθειας για ένα βιώσιμο μέλλον κατευθύνοντας κεφάλαια σε δράσεις που αποφέρουν θετικά αποτελέσματα για την κοινωνία και καθοδηγώντας τους πελάτες του στην ορθή διαχείριση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων».

Παράλληλα «ιδιαιτέρως κρίσιμη και η συνδρομή του ασφαλιστικού τομέα. Η ασφαλιστική βιομηχανία μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, λειτουργώντας είτε ως μηχανισμός προσαρμογής, μέσω της απορρόφησης ζημιών από τη διάθεση κατάλληλων ασφαλιστικών προγραμμάτων, είτε ως μηχανισμός μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, μέσω της κατάλληλης επιλογής των επενδύσεων προς δραστηριότητες που στηρίζουν τους κλιματικούς στόχους» εξήγησε.

Συνολικά, όπως επεσήμανε, ο ιδιωτικός τομέας «χρειάζεται να αναγνωρίζει πως και η δική του βιωσιμότητα βασίζεται στη βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα της κοινωνίας και του περιβάλλοντος στο οποίο λειτουργεί».

Εν τω μεταξύ για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της προσαρμογής που απαιτείται προκειμένου ν΄αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, παρέπεμψε σε μελέτη τη Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου η οποία προτείνει την άμεση επιβολή φόρου στον άνθρακα, με αύξηση στα 75 δολάρια ανά τόνο το 2030, ως το πλέον αποτελεσματικό μέτρο προκειμένου να διατηρηθεί η θερμοκρασία κάτω από τους +2 βαθμούς Κελσίου έως το 2100.

Παράλληλα όμως, το ΔΝΤ προειδοποιεί ότι μια τέτοια αύξηση θα είναι δυσβάσταχτη για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ειδικότερα για τις φτωχές χώρες, και παραθέτει ως λύση στο πρόβλημα το παράδειγμα της Σουηδίας: Η Σουηδία αύξησε σταδιακά, σε μια μακρά χρονική περίοδο, τον φόρο άνθρακα, από 28 δολάρια τον τόνο το 1991 σε 127 δολάρια φέτος, μαζί με μειώσεις άλλων έμμεσων και άμεσων φόρων και αυξήσεις κοινωνικών δαπανών και επιδομάτων κάθε είδους για να αντισταθμίσει το κοινωνικό κόστος για τους οικονομικά ασθενέστερους.

naftemporiki.gr